Μετά το 2004, τα ματς της εθνικής τα παρακολουθώ με μάλλον μπλαζέ διάθεση. Κάτι οι πολλοί και διάφοροι που χρόνια τώρα ψωμίζονται από την ιστορία του «πειρατικού», κάτι το αντιποδόσφαιρο στο οποίο επέμενε η εθνική Ελλάδας (με αποκορύφωμα το προηγούμενο Ευρωπαϊκό), δεν ήθελε και πολύ να με κουράσει αυτή η ιστορία υπερπροβολής, διανθισμένη όπως ήταν με μπόλικο εθνικισμό. Φέτος, η διάθεσή μου κάπως άλλαξε. Από τη μία η τραγική κατάσταση στο εσωτερικό της χώρας και οι κίνδυνοι που την απειλούν, από την άλλη οι μάλλον φιλότιμες προσπάθειες της ομάδας σε τούτο το Ευρωπαϊκό, και μάλιστα σε κλίμα όχι ιδιαίτερης συμπάθειας προς την Ελλάδα, όπως, ίσως όχι συμπτωματικά, μαρτυρούν και οι εχθρικές διαιτησίες που είχε συναντήσει ως τώρα στην πορεία της. Έτσι, στήθηκα μπροστά στον υπολογιστή για να δω το ματς με τους Ρώσους (τα γαλλικά, βελγικά και γερμανικά κανάλια ελεύθερης πρόσβασης προτίμησαν όλα να δείξουν το Τσεχία-Πολωνία) με μοναδική επιθυμία τη νίκη της εθνικής, γνωρίζοντας ότι κάτι τέτοιο άγγιζε τα όρια του αδύνατου. Δεν με ένοιαζε αν θα παίζαμε καλό ποδόσφαιρο. Το θεωρούσα ανέφικτο απέναντι στους Ρώσους, των οποίων το έμψυχο δυναμικό είναι κλάσεις ανώτερο του δικού μας. Νίκη, λοιπόν, ακόμη και με άμυνα-ταμπούρι κι «ηρωϊσμούς». Και να που το θαύμα επαναλήφθηκε. Με τη γνωστή συνταγή (και κάποιους γνωστούς πρωταγωνιστές). Το θέαμα δεν ήταν απαραίτητα ωραίο. Αλλά το αίσθημα της νίκης έφερνε μια γλυκιά ικανοποίηση και, πρόσκαιρα τουλάχιστον, μπορούσες να ξεχάσεις όλα τα υπόλοιπα. Ποδοσφαιρικά και μη.
Ι. Το αγωνιστικό μέρος
Η τραγωδία στη Σιλεσία: Κι όμως, όλα είχαν στραβώσει στο προηγούμενο παιχνίδι της εθνικής. Αντιμέτωπος με τις αναγκαστικές απουσίες των Παπασταθόπουλου και Αβραάμ Παπαδόπουλου, ο Σάντος έκανε περισσότερες αλλαγές στο αρχικό σχήμα απ’ ό,τι έπρεπε και οδηγήθηκε σε αδόκιμες επιλογές. Παρασυρμένος από τον μύθο των αμυντικών χαφ που μετατρέπονται σε τέλειους κεντρικούς αμυντικούς (μύθος που είχε ίσως κάποια βάση την εποχή που οι ομάδες αγωνίζονταν με λίμπερο) παρέταξε κεντρικό αμυντικό δίδυμο Κατσουράνη-Κυριάκου Παπαδόπουλου, αφήνοντας ως μοναδικό αμυντικό χαφ τον Μανιάτη, έναν ποδοσφαιριστή που δεν είναι ιδιαίτερα εξοικειωμένος με τη θέση αυτή. Τα αποτελέσματα φάνηκαν γρήγορα στο παιχνίδι της Σιλεσίας. Το αμοντάριστο αμυντικό δίδυμο και ο τραγικός κυριολεκτικά Χολέμπας (που φέρει σημαντική ευθύνη στο πρώτο γκολ και τεράστια στο δεύτερο, όταν ο Γίρατσεκ του παίρνει κυριολεκτικά την ταυτότητα) έδωσαν στους Τσέχους τη δυνατότητα να προηγούνται με 2-0 μόλις στο 6′ (Βρότσουαφ: Ελλάδα-Τσεχία 1-2, 53′ Γκέκας – 3′ Γίρατσεκ, 6′ Πίλαρζ). Κάποια στιγμή, η εθνική συνήλθε από το σοκ, ισορρόπησε το παιχνίδι κι επιδίωξε να αντιδράσει, παίζοντας ωστόσο ανορθόδοξα. Ακόμη κι έτσι, θα μπορούσε να πάει στα αποδυτήρια με ένα γκολ, αν ο επόπτης δεν έβλεπε ανύπαρκτο οφσάιντ στο γκολ του Φωτάκη. Το β΄μέρος ανήκε στην Ελλάδα, που μπήκε γρήγορα στο ματς μετά την απίστευτη γκάφα του Τσεχ, την οποία δεν άφησε ανεκμετάλλευτη ο Γκέκας. Ωστόσο η υπεροχή της δεν συνοδεύτηκε από στρωτό ποδόσφαιρο. Τα γνωστά γεμίσματα κι οι καμινάδες δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα. Τη χαριστική βολή την έδωσε ο ίδιος ο Σάντος βγάζοντας τον Φορτούνη και περνώντας τον Μήτρογλου. Παίζοντας με μπόλικους επιθετικούς, αλλά χωρίς κανένα σχεδόν δημιουργικό μέσο, η εθνική έχασε την όποια σύνδεση μεταξύ των γραμμών της και θύμισε την Ισπανία άλλων εποχών που προσπαθούσε μάταια να γυρίσει παιχνίδια αγωνιζόμενη με έξι επιθετικούς.
Λίγο αργότερα, στη Βαρσοβία, η Πολωνία μπήκε γερά στο παιχνίδι με το ρωσικό φαβορί, προσπαθώντας να τα παίξει όλα για όλα. Έχασε τις περισσότερες ευκαιρίες και αντέδρασε σωστά μετά το γκολ που δέχθηκε από τον Τζαγκόγιεφ (στο μοναδικό εικοσάλεπτο που η Ρωσία έπαιξε σύμφωνα με τις δυνατότητές της), ισοφάρισε με γκολάρα του Μπλαστσυκόφσκι και κατάφερε να συγκρατήσει στη συνέχεια την αναμενόμενη ρωσική αντίδραση. Τελικό αποτέλεσμα η ισοπαλία (Βαρσοβία: Πολωνία-Ρωσία 1-1, 57′ Μπλαστσυκόφσκι – 37′ Τζαγκόγιεφ), που εκείνη την ώρα φάνηκε να αφήνει ικανοποιημένες και τις δύο ομάδες. Η Ιστορία θα έδειχνε αν είχαν δίκιο (κι ειδικά οι Ρώσοι που μπήκαν χαλαρά και με πνεύμα ευγένειας προς την οικοδέσποινα σ’ ένα ματς που ήταν δικό τους, βάσει του δυναμικού των δύο ομάδων).
Μετά από αυτό, τα πράγματα ήταν απλά για την εθνική μας όσον αφορά τους υπολογισμούς. Δεν εξαρτιόταν από κανέναν άλλο, παρά μόνον τον εαυτό της. Μια νίκη θα χάριζε την πρόκριση στα προημιτελικά. Μόνο που ο αντίπαλος ήταν η πιο φορμαρισμένη, ίσως, ομάδα του Ευρώ, αυτή που είχε φορτώσει με τριάρα σε πρόσφατο φιλικό ολόκληρη Ιταλία. Μια ομάδα με εξαιρετικές μονάδες. Τέλος, μια ομάδα απέναντι στην οποία η εθνική μας είχε τη χειρότερη δυνατή προϊστορία (ήττες σε δύο τελικές φάσεις ευρωπαϊκού, το 2004 και το 2008).
Το έπος της Βαρσοβίας: Καθώς ο Παπασταθόπουλος εξέτισε την ποινή του, ο Σάντος είχε τη δυνατότητα να επιστρέψει σε μια πιο φυσιολογική ενδεκάδα. Κανονικό κεντρικό αμυντικό δίδυμο (Παπασταθόπουλος-Κυριάκος Παπαδόπουλος), ο Τζαβέλλας αντί του Χολέμπας στο αριστερό άκρο της άμυνας, δίδυμο Κατσουράνη-Μανιάτη στα αμυντικά χαφ. Όσο για την τακτική, εφαρμογή του παλιού γνωστού τρόπου με τον οποίο η εθνική επιχειρεί να αποσπάσει αποτελέσματα από θεωρητικά ανώτερους αντιπάλους: μαζική άμυνα στο μισό γήπεδο κι ελπίδα να κάτσει η μαγική αντεπίθεση που θα μας κάνει να κλέψουμε το ματς. Στο α’ ημίχρονο, η ρωσική υπεροχή είναι σαρωτική: δεκαπλάσιες τελικές, κατοχή που αγγίζει το 80-20. Όλα θυμίζουν το παιχνίδι του 2010 με τους Αργεντινούς. Με μία μεγάλη διαφορά. Στις καθυστερήσεις του πρώτου μέρους θα γίνει η φάση που πρόκειται να αλλάξει τον ρου της πρόκρισης. Κακό κοντρόλ του Ιγκνιάσεβιτς, ο Καραγκούνης ξεχύνεται στον κενό χώρο και κεραυνοβολεί τον Μαλαφέγιεφ.
Μπορούμε να φανταστούμε τι αντίκτυπο πρέπει να είχε αυτό το, εντελώς αντίθετο προς την εικόνα του αγώνα, γκολ σε μια ομάδα της οποίας η ψυχολογία αποτελεί παραδοσιακά το αδύνατο σημείο! Το είδαμε άλλωστε και στο γήπεδο. Στο β’ μέρος η Ελλάδα ισορροπεί το ματς κατά δύναμη, κρατά περισσότερο τη μπάλα (τεράστια η συμβολή του συγκλονιστικού Σαμαρά, σημαντική η βοήθεια του Σαλπιγγίδη), δημιουργεί κινδύνους για τη ρωσική εστία. Φτάνει μια ανάσα από το να καθαρίσει το παιχνίδι με το φάουλ του Τζαβέλλα που καταλήγει στο δοκάρι (71′). Ο Άντβοκαατ επιχειρεί να αλλάξει την πορεία του αγώνα περνώντας όλους τους επιθετικούς του: Παβλιουτσένκα, Παγκρημπνιάκ. Ο Σάντος περνά κορμιά που θα γεμίσουν τον χώρο. Η ρωσική πίεση εντείνεται, ακόμη κι αν δεν συνοδεύεται πάντα από ορθολογική ανάπτυξη. Η φαλτσαριστή κεφαλιά του Τζαγκόγιεφ που περνά ελάχιστα άουτ σπάει καρδιές. Τα λεπτά περνούν. «Ηρωϊκή» άμυνα-ταμπούρι, καθυστερήσεις με κάθε τρόπο (θεατρικό και μη). Αλλά, να, στο τέλος το αποτέλεσμα που μοιάζει με θαύμα έρχεται. Μια νίκη-πρόκριση εντελώς κόντρα στα προγνωστικά. Η δεύτερη μεγαλύτερη διάκριση μετά το 2004. Και η Ιστορία του ποδοσφαίρου γράφεται σε μεγάλο βαθμό από τις νίκες (Βαρσοβία: Ελλάδα-Ρωσία 1-0, 45’+2′ Καραγκούνης).
Την ίδια ώρα, στη Σιλεσία, το ρωσικό δράμα ολοκληρώνεται. Σ’ ένα παιχνίδι που οι Πολωνοί πάσχισαν πραγματικά να το κερδίσουν μόνο στο α’ μέρος, και πάλι δίχως να δημιουργήσουν μεγάλες ευκαιρίες, η Τσεχία απέδειξε την υπεροχή της με γκολ του Γίρατσεκ, ύστερα από ασίστ του Μπάρος (72′). Ένα επικίνδυνο σουτ του Μπλαστσυκόφσκι στο τέλος ήταν το μόνο που μπόρεσαν να κάνουν οι Πολωνοί για να δώσουν κάποια ελπίδα περισσότερο στους Ρώσους παρά στους εαυτούς τους (Βρότσουαφ: Τσεχία-Πολωνία 1-ο).
Τι να πεις λοιπόν για τους Ρώσους, ομάδα που ακόμη και τώρα εξακολουθώ να πιστεύω ότι καταλεγόταν ανάμεσα στις τρεις καλύτερες αυτού του ευρωπαϊκού, από άποψη ποιότητας έμψυχου δυναμικού; Μάλλον ότι η υπόθεση προσωπικότητα και νοοτροπία μεγάλης ομάδας είναι καθοριστικής σημασίας για ένα εθνικό συγκρότημα. Εκτός από τον Τζαγκόγιεφ, που είναι Αλανός πολεμιστής, κανείς άλλος δεν ματώνει τη φανέλα. Που ήταν ο Αρσάβιν όταν τα πράγματα ζόριζαν; Η Ρωσία καταφέρνει να αποκλειστεί από μια ομάδα της οποίας της είχε πάρει τα σώβρακα, συντρίβοντάς την με 4-1, και από μια άλλη η οποία την νίκησε παίζοντας άμυνα χαρακωμάτων. Πώς να το κάνουμε, θέλει κάποιο ταλέντο για να το πετύχεις αυτό…
II. Και τα υπόλοιπα
Α. Η ανάλυση: Σε άρθρο του με τίτλο «Ελλάδα: τρεις λόγοι για τους οποίους μπορεί να πιστεύει στην πρόκριση«, ο Πατρίκ Υρμπινί του Φρανς Φουτμπώλ προσπαθεί να τεκμηριώσει την άποψή του ότι η Ελλάδα έχει ουσιαστικές πιθανότητες πρόκρισης στα προημιτελικά (τεύχος 12ης Ιουνίου, σελ. 32-33). Ένας προφήτης που δικαιώνεται, επομένως. Οι τρεις κατά Υρμπινί λόγοι είναι, συνοπτικά, οι εξής: (1) ο τρόπος παιχνιδιού της Ελλάδας, αν και κάπως αναχρονιστικός και οπωσδήποτε όχι θεαματικός, είναι μοναδικός και αποτελεσματικός, (2) το κουτσάρισμά της είναι επίσης αποτελεσματικό, (3) διαθέτει στις τάξεις της ποδοσφαιριστές όπως ο Δημήτρης Σαλπιγγίδης.
Αφήνουμε στην άκρη τον δεύτερο (κυρίως) και τρίτο λόγο, που δεν είναι άσχετοι με το ότι το κείμενο γράφτηκε μετά το εναρκτήριο ματς της διοργάνωσης, για να εστιάσουμε την προσοχή μας στον πρώτο. Ποια χαρακτηριστικά διακρίνει ο συντάκτης του ΦΦ στο παιχνίδι της εθνικής; Άμυνα χαμηλά, στο δικό της μισό του γηπέδου (με αμυντικό χαφ που μετατρέπεται συχνά σε τρίτο κεντρικό αμυντικό), κάλυψη των ελεύθερων χώρων, μεγάλη συγκέντρωση παικτών γύρω από το επίκεντρο της φάσης, επιβολή αργού ρυθμού και προσπάθεια εκμετάλλευσης κάποιων αντεπιθέσεων. Όσον αφορά το τελευταίο, η εθνική Ελλάδας, μολονότι δεν διαθέτει ούτε την εκρηκτικότητα της Ρωσίας ούτε το παιχνίδι από τα άκρα της Πορτογαλίας, μπορεί να ολοκληρώσει με επιτυχία φάσεις αντεπίθεσης διότι στην κρίσιμη στιγμή αποφεύγει την περιττή ενέργεια (ντρίμπλα, μεταβίβαση, κούρσα). Γενικά, γνωρίζει να θέτει προβλήματα στον αντίπαλό της και, προσαρμοζόμενη, να αντιμετωπίζει επιτυχώς αυτά που τις θέτει εκείνος. Τέλος, έχει αναγάγει σε επιστήμη την εξής ακολουθία: αναμονή, αναζήτηση της κατάλληλης στιγμής, πρόκληση του σφάλματος του αντιπάλου κι εκμετάλλευσή του. Très bien dit!
Το συγκινητικό χρονογράφημα: Είναι αυτό του Λωράν Καμπιστρόν, στο ίδιο τεύχος του Φρανς Φουτ (σελ. 16). Το παραθέτω:
«Υπό φυσιολογικές συνθήκες, δεν πρόκειται να συμβεί ποτέ. Για να βρεθούν αντιμέτωπες στη Βαρσοβία η Γαλλία κι η Ελλάδα, στο πλαίσιο αυτού του Ευρωπαϊκού, θα πρέπει η μεν πρώτη να τερματίσει επικεφαλής του ομίλου της και να περάσει στον προημιτελικό της, η δε δεύτερη να τερματίσει δεύτερη στον δικό της όμιλο και στη συνέχεια να αποκλείσει τον πρώτο του ομίλου του θανάτου (Γερμανία, Ολλανδία, Πορτογαλία, Δανία). Με άλλα λόγια υπάρχουν τόσες πιθανότητες να διεξαχθεί στη Βαρσοβία, την Πέμπτη 28 Ιουνίου, ένας τέτοιος αγώνας όσες και να συναντήσετε ένα νηφάλιο Πολωνό οπαδό σε κάποιο από τα στέκια του δύο ώρες μετά από ματς της εθνικής του. Ωστόσο, δεν μπορεί κανείς να μη φανταστεί μια τέτοια αναμέτρηση. Εντός και εκτός του αγωνιστικού χώρου. Ας πάρουμε τον Φρανκ Ριμπερύ, το αστέρι των Μπλε, και τον Γιώργο Καραγκούνη, τον αρχηγό της εθνικής Ελλάδας. Ας φανταστούμε ότι το πρωί του ημιτελικού αποφασίζουν, με σκοπό την περισυλλογή και την αυτοσυγκέντρωση, να βρεθούν μπροστά στο άγαλμα του Νικόλαου Κοπέρνικου, το οποίο βρίσκεται κοντά στην είσοδο του Μεγάρου Στάσιτς της Εταιρίας Επιστημών, επιλογή στην οποία τους οδήγησε η απεριόριστη αγάπη τους για την αστρονομία. Οι δύο άντρες θα ανταλλάξουν απόψεις για τη θέση του ήλιου στο σύμπαν και, στη συνέχεια, θα εξετάσουν ένα από τα αγαπημένα θέματα των ποδοσφαιριστών στον επίγειο κόσμο: τα πριμ.
Ριμπερύ: Λοιπόν, Γιώργο, πόσα θα πάρετε εσείς για την πρόκριση στα ημιτελικά;
– Δεν έχω ιδέα. Ξέρεις, στην Ελλάδα υπάρχει κρίση. Οπότε, αγωνιζόμαστε κυρίως για να ξαναδώσουμε ελπίδα στον κόσμο κι από αγάπη για τη φανέλα.
– Για τι πράγμα;
– Για τη φανέλα, το εθνόσημο! Αυτό μας έκανε να κερδίσουμε το 2004. Κι εσείς; Φαντάζομαι ότι θα είχατε την αξιοπρέπεια να μη ζητήσετε τίποτε μετά από εκείνες τις ιστορίες στην Κνύσνα, έτσι δεν είναι; [αναφορά στο γνωστό περιστατικό στην Κνύσνα της Ν. Αφρικής, κατά τη διάρκεια του Μουντιάλ του 2010, όταν οι Γάλλοι διεθνείς αρνήθηκαν να βγουν από το πούλμαν για να προπονηθούν, σε «ένδειξη συμπαράστασης» προς τον αποπεμφθέντα Ανελκά]
– Έ… όχι, αλλά επειδή έχουμε καλό πρόεδρο, μας υποσχέθηκε 150.000 ευρώ για τον ημιτελικό και 320.000 αν κερδίσουμε στον τελικό. Έι, τι τρέχει, σου συμβαίνει κάτι; Δείχνεις έκπληκτος.
– Όχι, αλλά όταν σκέφτομαι όλους αυτούς τους ανθρώπους στην πατρίδα μου που δεν έχουν λεφτά για τα εισιτήρια του λεωφορείου, μου φαίνεται παράξενο να ακούω ότι άλλοι, στη χώρα σου, πληρώνονται μια περιουσία απλώς για να βγουν από το λεωφορείο.
– [Μακρά παύση]… Έ, τελικά, ξέρεις την απόσταση μεταξύ Κρόνου και Δία;
– Όχι. Αλλά πρέπει νάναι μεγάλη. Ιδίως άμα ταξιδεύεις με λεωφορείο.»
Και διαβάζοντας τις γραμμές αυτές, ένα μεσημέρι σε κάποια πόλη του Βορρά, ο Ρογήρος ένιωσε δάκρυα στα μάτια του. Κι αναρωτήθηκε αν θα έπρεπε να νιώθει ντροπή που ήταν τόσο αφελής ώστε να συγκινηθεί από το απλοϊκό χρονικό ενός Γάλλου αθλητικογράφου ή περήφανος που για μια στιγμή πέταξε τη στολή του μεθοδικού και ορθολογικού στρατιώτη της καθημερινότητας. Όσο για τη συνάντηση Ριμπερύ και Καραγκούνη, αυτή είναι πολύ πιο πιθανή απ’ ό,τι ήταν μέχρι χτες…
Πρόσφατα σχόλια