Προσευχόμασταν για το θαύμα, αλλά τελικά υπερίσχυσε η λογική. Η Γερμανία ήταν πολύ ισχυρή από κάθε άποψη για να επιτρέψει εκπλήξεις. Ο ποδοσφαιρικά καλύτερος νίκησε κι η περιπέτεια της εθνικής μας επί πολωνικού εδάφους έφτασε στο τέλος της. Ακόμη κι έτσι δεν υπάρχει απολύτως κανένας λόγος για δάκρυα κι απογοητεύσεις. Αρκεί να σκεφτούμε από πού έχουμε ξεκινήσει και πού βρισκόμαστε τα τελευταία 8 χρόνια. Από μόνη της, η παρουσία στα προημιτελικά επιβεβαιώνει την άνοδο της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου που αποτελεί κατά γενική ομολογία ένα αξιόμαχο σύνολο το οποίο ξέρει να παίρνει αποτελέσματα ακόμη κι αν δεν παρουσιάζει συνήθως ελκυστικό ποδόσφαιρο. Με το καλό και στα γήπεδα της Βραζιλίας (κι αν γίνεται με κάπως πιο θεαματικό παιχνίδι, τόσο το καλύτερο)!
Ι. Ο προημιτελικός της εθνικής
Γνωρίζαμε πολύ καλά πριν αρχίσει ο προημιτελικός στο Γκντανσκ ότι η αποστολή της εθνικής μας ήταν απίστευτα δυσχερής. Έπρεπε, χωρίς τον αρχηγό και ψυχή της, να καταβάλει μια πανίσχυρη ομάδα, τη δεύτερη καλύτερη παγκοσμίως τα τελευταία χρόνια, μετά την Ισπανία. Μια ομάδα που διαθέτει μια φουρνιά εξαιρετικών νεαρών παιχτών που προορίζεται να κατακτήσει τρόπαια. Μια ομάδα που, ακόμη κι αν έμοιαζε λιγότερο εκρηκτική απ’ ό,τι πριν από δύο χρόνια στη Νότια Αφρική, πέρασε στα προημιτελικά με τρεις νίκες (κάτι που ποτέ ως τώρα δεν είχε καταφέρει εθνική Γερμανίας σε τελική φάση ευρωπαϊκού πρωταθλήματος). Αν οι ίδιοι οι Τεύτονες είχαν κάποιες αμφιβολίες, αυτό οφειλόταν σε δύο λόγους: αφενός, οι νίκες τους υπήρξαν δύσκολες. Εκτός από το ματς με την ανεκδιήγητη φετινή Ολλανδία (όπου το τελικό σκορ αδικεί την καταφανή γερμανική υπεροχή), τόσο οι άρτιοι τεχνικά Πορτογάλοι με το εξαιρετικό παιχνίδι τους από τα άκρα, όσο και οι περιορισμένοι τεχνικά, αλλά ψυχωμένοι, δυνατοί και με μπετοναρισμένη άμυνα Δανοί προέβαλαν μεγάλη αντίσταση στους Γερμανούς. Αφετέρου, η ανάπτυξη του γερμανικού παιχνιδιού έμοιαζε αρκετά στατική, γεγονός με το οποίο δεν ήταν άσχετη η μέτρια φόρμα του Εζίλ, την ίδια στιγμή που η άμυνα έδειχνε σημάδια αστάθειας. Έχοντας επίγνωση αυτών των δεδομένων, αλλά και του τρόπου με τον οποίο θα κόντραρε την ομάδα του η εθνική μας, ο Λέβ αποφάσισε να ανακατέψει την τράπουλα. Στον πάγκο οι Γκόμεζ, Μύλλερ και Ποντόλσκι. Σχήμα με ένα μόνο καθαρόαιμο επιθετικό, τον βετεράνο Κλόζε. Έμφαση στα άκρα με την είσοδο στην ενδεκάδα των Σύρρλε (αριστερά) και Ρώυς (δεξιά). Αλλαγές που αποδείχτηκαν επιτυχημένες στον αγωνιστικό χώρο.
Το πρώτο ημίχρονο της αναμέτρησης ανταποκρινόταν στο σενάριο που είχαμε φανταστεί. Συντριπτική κατοχή από μέρους των Γερμανών, άμυνα χαρακωμάτων από μια ελληνική ομάδα που παρατάχτηκε στο γήπεδο χωρίς πραγματικό επιθετικό. Τεράστια προβλήματα για την ελληνική άμυνα από τα άκρα, ειδικά από την πλευρά του Τοροσίδη όπου Λαμ και Σύρρλε έκαναν ό,τι ήθελαν (βέβαια, προς υπεράσπιση του αμυντικού του ΟΣΦΠ, να σημειώσουμε ότι η αποστολή του άγγιζε τα όρια του αδύνατου). Σχεδόν πλήρης αδυναμία στο κράτημα της μπάλας, καθώς ακόμα και η πρώτη μεταβίβαση ήταν συνήθως αποτυχημένη (για μια φορά ακόμη πολύ λάιτ ο Νίνης στον ρόλο του καθοδηγητή του κέντρου). Υπό τις συνθήκες αυτές, το άνοιγμα του σκορ από τους Γερμανούς έμοιαζε αναπότρεπτο. Θα μπορούσε να συμβεί νωρίς (με το ακυρωθέν γκολ του Κλόζε), συνέβη τελικά στο τέλος του α΄μέρους, με το ωραίο σουτ του Λαμ, γκολ για το οποίο φέρει σημαντική ευθύνη ο (κακός χτες) Σηφάκης.
Με το όνειρο της λευκής ισοπαλίας να αναπαύεται στο νεκροταφείο, Σάντος κι εθνική έπρεπε να αντιδράσουν και να θέσουν σε εφαρμογή το σχέδιο Β’ . Φωτάκης και Γκέκας αντί των Τζαβέλλα και Νίνη και μια πιο ορθολογική διάταξη στον αγωνιστικό χώρο, η οποία μεταφράστηκε και σε ορθολογικότερη ανάπτυξη, με τις πρώτες υποψίες ευκαιρίας. Και να που γρήγορα το θαύμα έδειξε να είναι πάλι εφικτό. Παίρνοντας την μπάλα από τον Φωτάκη, ο Σαλπιγγίδης ξεφεύγει από τον Λαμ, ξεχύνεται μπροστά ενώ η γερμανική άμυνα είναι ακάλυπτη και πασάρει στον Σαμαρά, ο οποίος προλαβαίνει τον Μπόατενγκ και με προβολή ισοφαρίζει (55′ ). Άλλη ομάδα, με προσωπικότητα λιγότερο ισχυρή από αυτήν της γερμανικής, θα έσπαγε μετά από την ισοφάριση. Όμως οι Γερμανοί είναι Γερμανοί και μικρή σημασία έχει αν τα γονίδιά τους παραπέμπουν στην Τύνιδα ή στο Ζονγκουλντάκ. Πείσμωσαν και συνέχισαν τις επιθετικές προσπάθειές τους με ακόμη μεγαλύτερη μανία. Έξι λεπτά αργότερα, το φοβερό βολέ του Χεντίρα (τον οποίο απέτυχε να μαρκάρει αποτελεσματικά ο Μανιάτης) ξαναέδινε το προβάδισμα στη Nationalmannschaft. Η εθνική δεν είχε τα ψυχικά αποθέματα για να αντιδράσει και να επιδιώξει εκ νέου την ισοφάριση. Αντιθέτως, η άμυνα χαλάρωσε κι άλλο κι ο Σηφάκης απέδειξε το πόσο ασταθής είναι. 3-1 από τον Κλόζε με κεφαλιά, ενώ ο Σηφάκης επιχειρεί έξοδο του Μεσολογγίου κι ο μικρός Παπαδόπουλος χάνει τον αντίπαλό του. Και 4-1 από τον Ρώυς (74′ ) που παίρνει το ρημπάουντ από την επέμβαση του Έλληνα γκολκήπερ, ύστερα από προσπάθεια του Κλόζε.
Το θετικό παρά τη διαφαινόμενη συντριβή είναι ότι τουλάχιστον οι Έλληνες προσπαθούν να παίξουν ποδόσφαιρο και να κάνουν ευκαιρίες για να μειώσουν, χωρίς να καταφεύγουν σε καθυστερήσεις ή αντιαθλητικά μαρκαρίσματα. Και κάπως έτσι επιβραβεύονται με το πέναλτυ του Μπόατενγκ που μετατρέπει σε γκολ ο Σαλπιγγίδης, διαμορφώνοντας ένα μάλλον τιμητικό τελικό αποτέλεσμα [Γκντανσκ: Γερμανία-Ελλάδα 4-2, 39′ Λαμ, 61′ Χεντίρα, 68′ Κλόζε, 74′ Ρώυς – 55′ Σαμαράς, 89′ Σαλπιγγίδης πέν.]. Για την τελική έκβαση του αγώνα, δεν μπορούμε να πούμε πολλά. Όσο κι αν προσευχόμασταν μ’ όλη τη δύναμη της καρδιάς μας για την απίθανη υπέρβαση, η ανωτερότητα του αντιπάλου ήταν προφανής. Ίσως θα μπορούσε να έχει γίνει κάτι καλύτερο αν η άμυνά μας ήταν πιο έμπειρη, αν διαθέταμε καλύτερο τερματοφύλακα κι είχαμε 1-2 ακόμη δημιουργικούς μέσους. Τότε θα μπορούσαμε να κρατήσουμε μπάλα και στο πρώτο ημίχρονο, να δημιουργήσουμε ευκαιρίες πριν βρεθούμε πίσω στο σκορ, να προκαλέσουμε στον αντίπαλο την αμφιβολία. Αυτά όμως είναι τα όπλα του ελληνικού ποδοσφαίρου. Και με τα δεδομένα αυτά, η πορεία της εθνικής μας στα πολωνικά γήπεδα κρίνεται επιτυχημένη.
ΙΙ. Η πορτογαλική επικράτηση
Την Πέμπτη διεξήχθη στη Βαρσοβία ο πρώτος ημιτελικός. Και σ’ αυτήν την περίπτωση κέρδισε ο (συντριπτικά) καλύτερος. Η Πορτογαλία, που μέχρι τώρα έχει κάνει πολύ καλύτερο ευρωπαϊκό απ’ ό,τι περίμεναν οι ειδικοί, υπερείχε από την αρχή μέχρι το τέλος του αγώνα. Οδηγούμενη από το μεγάλο αστέρι της δημιούργησε άπειρες φάσεις για γκολ. Δεν πτοήθηκε από τον τραυματισμό του Έλντερ Ποστίγκα (που ό,τι και να λένε κάποιοι, δεν παύει να είναι επιθετικός που το στυλ παιχνιδιού του ταιριάζει με αυτό της πορτογαλικής ομάδας) και την αντικατάστασή του από τον Ούγκο Αλμέιντα, δηλαδή ένα βαρύ στατικό φορ μέτριας αποτελεσματικότητας και περιορισμένης συμβατότητας με τη γρήγορη ανάπτυξη της εθνικής Πορτογαλίας. Δεν πτοήθηκε ούτε από τη σωρεία χαμένων ευκαιριών, μεταξύ των οποίων και τα δύο δοκάρια του Κριστιάνο Ρονάλντο. Εδώ που τα λέμε, η Τσεχία δεν δημιούργησε ούτε μία ευκαιρία. Η αντίστασή της ήταν γενναία και φιλότιμη (χαρακτηριστικό το παράδειγμα του καλύτερου επιθετικογενούς παίχτη της, του Γίρατσεκ, που ήταν συγκινητικός στα αμυντικά καθήκοντά του), αλλά οι δυνατότητές της αποδείχτηκαν περιορισμένες [Τσεχία-Πορτογαλία 0-1, 79′ Κριστιάνο Ρονάλντο].
ΙΙ. Οι προημιτελικοί που έρχονται
Οι δύο προημιτελικοί που ήδη διεξήχθησαν επιβεβαιώνουν την εντύπωση που αποκομίσαμε από τη φάση των ομίλων. Ότι, δηλαδή, δεν υπήρχε ισορροπία μεταξύ των διαφόρων ομίλων ως προς τη δυναμικότητα των ομάδων. Ο δεύτερος και ο τρίτος όμιλος ήταν πολύ πιο δύσκολοι από τον πρώτο και των τέταρτο. Ήδη πέρασαν και οι δύο του δεύτερου, καμία του πρώτου. Θα επαναληφθεί το φαινόμενο με πρόκριση των δύο ομάδων του τρίτου ομίλου που είναι πολύ (έως συντριπτικά) ισχυρότερες από αυτές που προκρίθηκαν από τον μετριότατο τέταρτο; Μένει να το δούμε στην πράξη.
Α. Ο λατινικός προημιτελικός: Στον αποψινό προημιτελικό, η Ισπανία ξεκινά από τη θέση του σχεδόν ακλόνητου φαβορί. Οι Φούριας Ρόχας μπορεί να δυσκολεύτηκαν πολύ με τους μάστορες της τακτικής Ιταλούς, αλλά διέλυσαν την κακόμοιρη Ιρλανδία (μακράν η χειρότερη ομάδα της διοργάνωσης) και κατόρθωσαν να επικρατήσουν, έστω και με δυσκολία, της πολύ καλής Κροατίας (που ίσως φοβήθηκε περισσότερο το ματς, άλλαξε τη συνήθη επιθετική της οργάνωση και ξύπνησε αργά). Η Γαλλία κατόρθωσε να παρουσιάσει τρία διαφορετικά πρόσωπα σε ισάριθμους αγώνες. Αντιμέτωπη με μια εξαιρετικά αμυντική Αγγλία (αποτελεσματική διπλή ζώνη άμυνας), έδειξε αυτό που πραγματικά είναι: μια ομάδα υπό κατασκευή. Είχε υπεροχή κι επιδίωξε τη νίκη περισσότερο από την αντίπαλό της, αλλά ως εκεί. Απέναντι στους Ουκρανούς, δηλαδή ομάδα που παίζει ανοιχτά κι έχει άπειρη κι αδύναμη αμυντική γραμμή, η Γαλλία μπόρεσε να ξεδιπλώσει τις αρετές της και να παρουσιάσει το πλέον ελκυστικό πρόσωπό της. Με τους Μπενζεμά-Νασρί στον άξονα και τους Ριμπερύ-Μενέζ στα άκρα, υπήρξε εξαιρετικά επικίνδυνη και καθάρισε το ματς στις αρχές του β’ μέρους. Καθοριστική η συμβολή του Μενέζ, πολύ καλός ο Καμπάυ, σε φόρμα οι Ριμπερύ (κυρίως) και Νασρί, πολύ ενδιαφέρων παίχτης ο ακραίος μπακ Ντεμπυσύ (αντιθέτως ο Μπενζεμά μοιάζει να εξελίσσεται σε Γάλλο Μ. Κωνσταντίνου). Τέλος, με τους ήδη αποκλεισμένους και μετριότατους Σουηδούς, η Γαλλία έκανε τραγική εμφάνιση. Στείρα ανάπτυξη, προβληματική ψυχολογία, κενά σε όλες τις γραμμές, παντελής απουσία αυτοματισμών. Ίσως το μεγαλύτερο χάντικαπ των κάποτε τρικολόρ (αυτή η άθλια φανέλα της Νάικι έχει ξεχάσει το κόκκινο και το λευκό) είναι ότι δεν μπορούν να στηριχθούν σ’ ένα κορμό παιχτών που αγωνίζονται στην ίδια ομάδα. Έτσι αδυνατούν να αποκτήσουν αυτοματισμούς και να τελειοποιήσουν την εφαρμογή του επιθετικογενούς στυλ παιχνιδιού τους.
Ποιο πρόσωπο από τα τρία θα παρουσιάσει η Γαλλία απόψε; Υποθέτω ότι θα είναι πολύ καλύτερη απ’ ό,τι με τους Σουηδούς. Αυτό, όμως, δεν αρκεί απέναντι στην ισπανική μηχανή, ακόμη κι αν η δεύτερη μπορεί να χρειάζεται κάποιο λάδωμα…
Β. Η σύγκρουση ποδοσφαιρικών πολιτισμών: Διακρινόμενος σταθερά από απέχθεια προς το βρετανικό ποδόσφαιρο, ο Ρογήρος δεν βλέπει άλλη έκβαση του αυριανού προημιτελικού από την άνετη επικράτηση των Ατζούρι. Οι Ιταλοί έπαιξαν τους Ισπανούς σαν ίσοι προς ίσους, ήταν καλύτεροι από τους Κροάτες, αλλά απέτυχαν να τελειώσουν το παιχνίδι στο πρώτο μέρος, όταν έχασαν άπειρες ευκαιρίες, κι έβαλαν μόνοι τους την ομάδα σε περιπέτειες. Τελικά τους ήταν αρκετό να διεκπεραιώσουν επαγγελματικά το ματς με τους αδύναμους Ιρλανδούς για να προκριθούν ως δεύτεροι. Η ομάδα τους έχει προοπτικές και διακρίνεται από τις παραδοσιακές αρετές των ιταλικών συγκροτημάτων: τεχνική επάρκεια και τέλεια τακτική.
Μαχητές και φιλότιμοι οι Άγγλοι παίζουν σχεδόν πάντα στο 100 % των δυνατοτήτων τους. Μόνο που αυτές οι δυνατότητες είναι περιορισμένες. Λίγοι παίκτες τους είναι επαρκείς από τεχνική και τακτική άποψη. Το στυλ παιχνιδιού τους είναι ακόμη πιο αμυντικό κι από της εθνικής μας, η ανάπτυξή τους εντελώς απαρχαιωμένη. Στο ματς με τους Ουκρανούς τη γλίτωσαν φτηνά (να είναι καλά ο βοηθός διαιτητή με αρμοδιότητα τη γραμμή του τέρματος, που δεν μπόρεσε να δει το πεντακάθαρο γκολ του Ντέβιτς, αλλά κι η μοιρολατρεία των γηπεδούχων από ένα σημείο και μετά). Εάν δεν είχαν αυτή τη νοοτροπία της μεγάλης ομάδας (που στην πραγματικότητα δεν είναι), δεν θα τους έδινα καμία απολύτως τύχη.
ΥΓ: Η κοτσάνα της εβδομάδας: ανήκει στον Αντώνη Πανούτσο, ο οποίος γράφοντας στη Sportday της 19ης Ιουνίου για τη νίκη της εθνικής επί των Ρώσων, σημείωνε τα εξής:
» Η Εθνική λοιπόν έχει μια άμυνα, που αν βρεθεί στη μέρα της σταματάει και ατμομηχανή.
Ιδιαίτερα όταν οι Ρώσοι ήταν περισσότερο μοιρολάτρες από ατμομηχανές. Ενδεικτική η σκηνή στα ¾ του αγώνα όταν ο Τζαγκόεφ χάνει την καλύτερη ευκαιρία της Ρωσίας και αντί να φωνάξει ή να τσατιστεί κοιτάζει προς τον ουρανό με θλίψη. Δεν ξέρω αν είναι αυτό που οι Γερμανοί αποκαλούν slavische seele, η σλαβική δηλαδή ψυχή, που ρέπει στη μελαγχολία, αλλά η Ρωσία πρέπει να είναι η μεγαλύτερη χώρα που παίζει σοβαρό ποδόσφαιρο με τις λιγότερες επιτυχίες».
Δύσκολο, δυστυχώς, να αποτελεί χαρακτηριστικό εκπρόσωπο της σλαβικής ψυχής ο… Αλάν Τζαγκόγιεφ, δηλαδή ένας Οσέτης γεννημένος στο μαρτυρικό Μπεσλάν. Το λέγαμε και τις προάλλες, οι Οσέτες είναι ένας ιρανικός λαός, απόγονος των Αλανών, όπως μαρτυρά άλλωστε και το μικρό όνομα του ποδοσφαιριστή.
Πρόσφατα σχόλια