Posts Tagged 'αουτσάιντερ'

Μέχρις αποδείξεως του αντιθέτου

Βασιλική, Σαιν Ντενί

Βασιλική, Σαιν Ντενί

Πριν από δύο χρόνια, προσπαθούσα να σας πείσω ότι μια μεγάλη ποδοσφαιρική διοργάνωση και η αδιαφορία είναι έννοιες ασύμβατες. Εκ των πραγμάτων, είμαι υποχρεωμένος να αναθεωρήσω την άποψή μου. Σε άλλες εποχές, η διοργάνωση θα με απασχολούσε εβδομάδες πριν από την έναρξή της, θα διάβαζα αναλύσεις επί αναλύσεων, θα είχα μελετήσει πιθανές διασταυρώσεις στα παιχνίδια νοκ άουτ, βιογραφικά και σταδιοδρομίες γνωστών και άγνωστων ποδοσφαιριστών, τα πάντα όλα… Φέτος, σιωπή. Κι ας είναι ένα ευρωπαϊκό πρωτάθλημα που διοργανώνεται σε μια χώρα που λατρεύω. Υπό άλλες συνθήκες θα έψαχνα για εισιτήρια. Φέτος, έρχεται η ώρα του εναρκτήριου αγώνα κι εγώ ασχολούμαι με άλλα.

Για να είμαι ειλικρινής, τα αίτια της αδιαφορίας είναι ίσως περισσότερο προσωπικά, παρά αντικειμενικά:

  • Μεγαλώνω, και κάποια πράγματα δεν με συγκινούν πλέον στον ίδιο βαθμό.
  • Υπάρχουν άλλες προτεραιότητες… κι ο φόρτος εργασίας έχει φτάσει σε επίπεδα σχεδόν τρομακτικά.
  • Η διοργάνωση διεξάγεται υπό τη σκιά της απειλής της τρομοκρατίας κι αυτό είναι το χειρότερο που μπορεί να συμβεί. Υποτίθεται ότι το ποδόσφαιρο θα μας βοηθούσε να ξεχάσουμε προσωρινά τις έγνοιες μιας δύσκολης ζωής…
  • Πρόκειται για διοργάνωση Μπεν Χουρ, την πρώτη με 24 ομάδες, πάρα πολλές για τα δεδομένα της ηπείρου. Μοιραία υπάρχουν αρκετές ομάδες μέτριες έως αδύναμες. Αφήνω στην άκρη την αθλιότητα των τάχα μου καλύτερων τρίτων που ανακατεύει το πρόγραμμα και σπανίως βοηθά τις πραγματικά πιο αξιόμαχες ομάδες.
  • Συμμετέχουν τρεις ομάδες από το Ηνωμένο Βασίλειο, συν η Ιρλανδία. Και μένα το βρετανικό στυλ ποδοσφαίρου δεν μου άρεσε ποτέ ιδιαίτερα.
  • Δεν υπάρχει ελληνική συμμετοχή, αντιθέτως προς τις 5 από τις 6 τελευταίες μεγάλες ποδοσφαιρικές διοργανώσεις (και πώς να υπάρχει όταν η εθνική κατορθώνει να πάει στον πάτο του ευκολότερου ομίλου προκριματικών που της έτυχε ποτέ; Μη μου πει κάποιος πως είχαμε προπονητή αστέρι και εμείς οι άξεστοι δεν το εκτιμήσαμε. Με τα αποτελέσματα του Ρανιέρι κι ο θεός ο ίδιος να ήταν εκλέκτορας θα έπρεπε να απολυθεί από την ομοσπονδία).
  • Τα φαβορί για την κατάκτηση του τροπαίου δεν πείθουν. Η Γερμανία μοιάζει να έχει κατεβάσει στροφές, η Ισπανία δεν έχει την ορμή του παρελθόντος. Οι Ιταλοί πρέπει να ξεπεράσουν το σοκ του τελευταίου Μουντιάλ. Οι διοργανωτές δεν έχουν επίσημα παιχνίδια στα πόδια τους κι αναζητούν τον ηγέτη τους (όπως απαιτεί η παράδοση) προσπαθώντας να τον βρουν στο πρόσωπο του ανώριμου για τέτοια πράγματα Πογκμπά.
  • Δεν υπάρχουν αξιόπιστα αουτσάιντερ. Υπό κανονικές συνθήκες και με δεδομένη την προοπτική του δικού της προσεχούς Παγκοσμίου Κυπέλλου, τον ρόλο αυτό θα έπρεπε να τον έχει η Ρωσία (το υλικό της οποίας είναι αρκετά ενδιαφέρον). Μόνο που πρέπει να λάβουμε υπόψη την ιστορία και την παράδοση: σε μια ομάδα χωρίς προσωπικότητα, σύστημα και ψυχή είναι δύσκολο να ποντάρεις. Μας μένουν οι Πορτογάλοι του γνώριμού μας Φερνάντο Σάντος και οι Βέλγοι που είναι τόσο της μόδας τα τελευταία χρόνια. Έχουν, όμως, ωριμάσει ώστε να στοχεύσουν σε κάτι παραπάνω από έναν απλό προημιτελικό;
Νοτρ Νταμ, Παρίσι (φωτογραφία: Gilbert Bochenek/ Wikipedia)

Νοτρ Νταμ, Παρίσι (φωτογραφία: Gilbert Bochenek/ Wikipedia)

Αδιαφορία, επομένως, αλλά μέχρι να αποδειχτεί το αντίθετο. Κι αυτή η απόδειξη δεν είναι τόσο δύσκολη όσο φαίνεται. Καταρχάς, με την έναρξη της διοργάνωσης οι αντιστάσεις κάμπτονται, οι παλιές συνήθειες επανέρχονται. Κάποια φαβορί θα δείξουν στο γήπεδο ότι πραγματικά αξίζουν. Ο γιγαντισμός του τουρνουά μπορεί να αποδειχτεί τελικά θετικός: την απαραίτητη νότα εξωτισμού, που συνήθως λείπει από τα ευρωπαϊκά, θα τη δώσουν οι πρωτοεμφανιζόμενες, η Ισλανδία ή η Αλβανία λ.χ., μπορεί κι οι ομάδες από το Ηνωμένο Βασίλειο ή η Ουγγαρία που είχαν να παίξουν σε τελικά από τη μακρινή δεκαετία του 1980. Και κάποια ομάδα που κανείς δεν περιμένει θα κάνει την έκπληξη και θα μας συγκινήσει (μην περιμένετε να σας πω ποια μπορεί να είναι – δεν ξέρω και δεν είναι η ώρα να εμφανιστώ ως γκουρού του στοιχήματος από τα Λιντλ).

Με αυτά κι εκείνα το παιχνίδι άρχισε. Η Γαλλία νίκησε με δυσκολία μετά από ένα αρκετά ενδιαφέρον ματς με ρυθμό, δύναμη κι ενδιαφέροντα στοιχεία τακτικής από τις δυο ομάδες. Επιβεβαιώθηκε κι ο κανόνας που λέει ότι παίκτες με εξαιρετική αγωνιστική χρονιά εμφανίζονται κατώτεροι των προσδοκιών, ενώ λάμπουν ποδοσφαιριστές που δεν περιμέναμε. Ο Γκριζμάνν αναμενόταν ως σωτήρας της εθνικής Γαλλίας, αλλά στο γήπεδο εμφανίστηκε το κουρασμένο φάντασμά του. Ο κορυφαίος της αναμέτρησης ήταν ο πολύ λιγότερο γνωστός μας Ντιμιτρί Παγιέτ: εξαιρετική συνολική παρουσία, μια τελική πάσσα, ένα νικητήριο γκολ σπάνιας ποδοσφαιρικής ευφυΐας και τεχνικής, ορισμένες εντυπωσιακές φάσεις (τα εκπληκτικά κοντρόλ του μετά από δύο συνεχόμενες κόντρες αντιπάλων).

Ντιμιτρί Παγιέτ (φωτογραφία: Xavier Naltchayan/ Wikipedia).

Ντιμιτρί Παγιέτ (φωτογραφία: Xavier Naltchayan/ Wikipedia).

Αξιοπρεπέστατοι οι Ρουμάνοι του Ιορντανέσκου, στάθηκαν όρθιοι, δεν έχουν τίποτε να προσάψουν στους εαυτούς τους. Μένει μόνο η πίκρα της ήττας στο τέλος κι οι δυνάμεις που χάθηκαν κι ίσως λείψουν στα κρίσιμα επόμενα παιχνίδια. Αλλά θα δούμε.

 

 

 

Δέκα παρά τέταρτο…

Δέκα παρά τέταρτο η ώρα που βραδιάζει. Κι από τις μελαγχολικές ακτές της Βαλτικής ως τη στέπα την ουκρανική, από τις όχθες του Βιστούλα ως αυτές του Δον, ένα ερώτημα αιωρείται. Ποιος; Ποιος πρόκειται να παίξει τον ρόλο του ταυρομάχου και ποιος αυτόν του ταύρου; Κι έπειτα, στη μάχη αυτή, την άνιση κατά πως λένε, ποιος μέλλει να νικήσει; Γιατί κάποιες φορές, αναπάντεχα θαρρείς, του ταύρου η καρδιά μονάχα ολόρθη ακούγεται. Ποιος; Οι περήφανοι ιδάλγος που έφιπποι προχωρούν και στον εχθρό ανάσα δεν αφήνουνε να πάρει; Ή μήπως αυτοί οι Λουσιτανοί θαλασσοπόροι που δρόμους ανοίγουν εκεί που δεν το περίμενε κανείς; Οι Τεύτονες Ιππότες που γύρισαν σε μέρη γνώριμα κι ακάθεκτοι εφορμούν, βέβαιοι για την επικράτησή τους; Ή μήπως οι άλλοι, που έμπορους δόλιους τους λένε, μα αυτοί είναι φιλόσοφοι και ποιητές και καλλιτέχνες, και τη ζωή ξέρουνε να τη ζουν; Ποιος άραγε; Θολά τα βλέπω όλα. Κι οι τέσσερις μου φαίνονται ισχυροί. Παλεύει η περιστέρα με το αγρίμι… Δέκα παρά τέταρτο η ώρα που βραδιάζει. Κι η σάρκα μ’ ένα κέρατο θλιμμένο… Δέκα παρά τέταρτο η ώρα που βραδιάζει… Χορδή τυμπάνου αρχίζει να χτυπά… δέκα παρά τέταρτο η ώρα που βραδιάζει.

Οι δύο ουκρανικοί προημιτελικοί επιβεβαίωσαν την εντύπωση που είχαμε ήδη αποκομίσει. Οι ομάδες του δεύτερου και του τρίτου ομίλου ήταν πολύ ισχυρότερες αυτών του πρώτου και του δεύτερου. Πέρα από αυτό, κι ύστερα από τον εξαντλητικό σχολιασμό των παιχνιδιών από τους φίλους του ιστολογίου, θα ήταν δύσκολο να προσθέσουμε κάτι ουσιαστικό για τους δύο τελευταίους προημιτελικούς. Ωστόσο, η ανάρτηση αυτή θα είχε λόγο ύπαρξης και μόνο ως ωδή στην αξία αυτού του αριστοκράτη του ποδοσφαίρου που ακούει στο όνομα Αντρέα Πίρλο (κάτι που ήδη έκανε με εξαιρετικό τρόπο ο ολντ μπόυ). Επειδή η αξία των αληθινά μεγάλων στο είδος τους πρέπει να αναγνωρίζεται. Κι ακόμη, μπορούμε να προσθέσουμε με κάποια ικανοποίηση (κι όσο κι αν κάπου η διαπίστωση μας πληγώνει) ότι σ’ αυτό το Ευρωπαϊκό προκρίθηκαν στα ημιτελικά οι τέσσερις καλύτερες ομάδες της διοργάνωσης. Δεν είναι κι άσχημα, τελικά…

Ι.   Οι ουκρανικοί προημιτελικοί

Α.   Οι Φούριας Ρόχας είναι εδώ: Παραδόξως (;), η αναμέτρηση Ισπανίας-Γαλλίας υπήρξε με διαφορά η λιγότερο ενδιαφέρουσα από τους τέσσερις προημιτελικούς. Αντιμέτωποι με ένα βολικό αντίπαλο, οι Ισπανοί άνοιξαν νωρίς το σκορ και επέλεξαν αυτό που προτιμούν και ξέρουν να κάνουν καλά: να διαχειριστούν το προβάδισμά τους [Ντονιέτσκ: Ισπανία-Γαλλία 2-0, 19′ και 90′ + 1′ πέν.  Τσάμπι Αλόνσο)].

α.   Οι αποτελεσματικοί: Μπορεί να εστιάζουμε την προσοχή μας στην προσπάθεια να ακολουθηθεί το εκρηκτικό επιθετικό παιχνίδι της Μπαρσελόνα, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε μερικές βασικές αλήθειες: όταν στις μεγάλες διοργανώσεις φτάνει η ώρα των κρίσιμων παιχνιδιών (των νοκ άουτ αναμετρήσεων, δηλαδή), η Ισπανία δεν είναι μια ιδιαίτερα παραγωγική ομάδα. Είναι όμως αποτελεσματική, μια και στηρίζεται σε μια εξαιρετική άμυνα. Το 1-0 είναι το αγαπημένο της σκορ (και, για να βρούμε την τελευταία φορά που η Ισπανία δεχόταν γκολ σε νοκ άουτ αναμέτρηση μεγάλης διοργάνωσης, πρέπει να ανατρέξουμε στο Μουντιάλ του 2006 και στο γκολ με το οποίο ο Ζινεντίν Ζιντάν σφράγιζε την επικράτηση της Γαλλίας με 3-1 στον αγώνα του γύρου των 16 στο Ανόβερο). Φυσικά, η διαφύλαξη της άμυνας δεν επιτυγχάνεται με παθητικό παιχνίδι. Η Ισπανία στραγγαλίζει τον αντίπαλό της, οικειοποιούμενη σχεδόν απόλυτα την κατοχή της μπάλας. Αυτός είναι άλλωστε ο ασφαλέστερος τρόπος αποφυγής των κινδύνων. Κι αν κάποια στιγμή ο αντίπαλος ξεφύγει, υπάρχει η άμυνα, στην οποία (απόντος του Πουγιόλ) δεσπόζει η ιδιοφυία του Σέρχιο Ράμος, και το τελευταίο οχυρό της, ο Ίκερ Κασίγιας. Δεν χρειάζεται να επαναλάβουμε πόσο σημαντικό είναι για μια ομάδα να έχει στις τάξεις της έναν αληθινά μεγάλο τερματοφύλακα, όπως ο Κασίγιας (μεγάλο, όχι απλώς ταλαντούχο και πολύ καλό σαν τον Νώυερ της Γερμανίας). Άλλωστε, πόσες ευκαιρίες έκανε το Σάββατο η Γαλλία; Ουσιαστικά, μία: το καλοχτυπημένο φάουλ του Καμπάυ. Έ, ο Κασίγιας ήταν εκεί για να διώξει τη μπάλα. Πέραν αυτού, ουδείς κίνδυνος. Έπειτα, όσον αφορά το παραγωγικό μέρος του ισπανικού παιχνιδιού, έχουμε εξηγήσει ότι πολλά εξαρτώνται από την απόδοση της κεντρικής γραμμής Τσάβι-Αλόνσο-Μπουσκέτς. Αν ο Τσάβι δεν έπιασε σπουδαία απόδοση στον προημιτελικό, ο Μπουσκέτς ήταν αυτή τη φορά πολύ καλός κι ο Αλόνσο εξαιρετικός, επισφραγίζοντας την απόδοσή του με τα δύο τέρματα της συνάντησης. Και όταν το τρίο αυτό λειτουργεί ικανοποιητικά, η Ισπανία κερδίζει, είτε παίζει με έναν καθαρόαιμο επιθετικό σαν τον Τόρρες (επιλογή που δίνει βάθος στην ανάπτυξη του παιχνιδιού της) είτε με κανέναν (λύση Φάμπρεγας ως κρυφού επιθετικού, επιλογή που καθιστά το ισπανικό παιχνίδι πιο απρόβλεπτο). Όχι ιδιαιτέρως παραγωγική, λοιπόν, αλλά επαρκώς αποτελεσματική.

β.   Και οι απογοητευτικοί: Τη θέση του Λωράν Μπλαν πριν από τον προημιτελικό δεν πρέπει να τη ζήλευαν και πολλοί. Έπρεπε να βρει τρόπους για να αντιμετωπίσει τους πρωταθλητές Ευρώπης και Κόσμου με μια  ιδιαίτερα ασταθή ομάδα που δεν διαθέτει μεγάλη αυτοπεποίθηση. Επιπλέον, όφειλε να βρει λύσεις για την αναγκαστική απουσία του τιμωρημένου βασικού του στόπερ, του Φιλίπ Μεξές. Όπως συνήθως συμβαίνει σε τέτοιες περιπτώσεις, ο Μπλαν οδηγήθηκε σε ιδιαιτέρως συντηρητικές επιλογές οι οποίες αποδείχθηκαν εκ των πραγμάτων τουλάχιστον ανεπαρκείς, αν όχι ατυχείς: είσοδος στην ενδεκάδα του Ρεβεγιέρ ως δεξιού μπακ και προώθηση του κατόχου της θέσης Ντεμπυσύ ως δεξιού χαφ. Τρεις μέσοι με καθαρά ανασταλτικό ρόλο (Εμ’ Βιλά στον άξονα, Μαλουντά και Καμπάυ στα άκρα). Μόνο δύο παίκτες με καθαρά επιθετικό προσανατολισμό (Ριμπερύ και Μπενζεμά). Αποκλεισμός από την ενδεκάδα δύο βασικών όπλων της επιθετικής ανάπτυξης της ομάδας (Νασρί και Μενέζ). Το αποτέλεσμα ήταν αναμενόμενο: μια Γαλλία ξεδοντιασμένη, χωρίς καμία επιθετική δυνατότητα. Ο Ριμπερύ προσπαθούσε, αλλά σε ολόκληρο το τουρνουά δεν υπήρξε ποτέ καθοριστικός. Ο πολυδιαφημισμένος Μπενζεμά βάλθηκε να δικαιώσει την εκτίμησή μου ότι εξελίσσεται σε Κωνσταντίνου της Γαλλίας. Όποτε ακούς για παίχτη που κάνει αφανή δουλειά, για φορ που δίνει πάσες κι απασχολεί αμυντικούς, μπορείς να είσαι σίγουρος: ο επιθετικός δεν έχει σχέση με τα δίχτυα κι επομένως αδυνατεί να εκπληρώσει την αποστολή του. Ίσως σε ένα σχήμα με δύο επιθετικούς ο Μπενζεμά να αποδειχτεί χρήσιμος. Μόνος του δεν καταφέρνει τίποτε καλύτερο από το να γυρίζει στο κέντρο, σε θέση που γίνεται εντελώς ακίνδυνος για τον αντίπαλο. Όσο για το μπετονάρισμα της δεξιάς πτέρυγας, με Ρεβεγιέρ και Ντεμπυσύ, δεν χρειάζεται να πούμε κάτι περισσότερο απ’ ότι και τα δύο ισπανικά τέρματα προήλθαν ακριβώς από αυτόν τον χώρο! Σε καθαρά ποδοσφαιρικό επίπεδο, η Γαλλία εγκαταλείπει αυτό το ευρωπαϊκό με σχεδόν όσες αμφιβολίες είχε για την αξία της και πριν από αυτό. Κι όσο για τα υπόλοιπα, δεν φαίνεται να έχει ξορκίσει τους δαίμονες της Νότιας Αφρικής.

Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι για την επιτυχία μιας ποδοσφαιρικής ομάδας τεράστιο ρόλο παίζει πάντα και το κλίμα που επικρατεί σ’ αυτήν όσον αφορά τις σχέσεις προπονητή-ποδοσφαιριστών και ποδοσφαιριστών μεταξύ τους. Μετά το ναδίρ της Κνύσνα, η εθνική Γαλλίας φαίνεται να έχει κάνει μικρές μόνον προόδους στον τομέα αυτό.

Μικρό φλας μπακ. Δευτέρα, 11 Ιουνίου. Ντονιέτσκ, στάδιο Ντονμπάς. Τριακοστό ένατο λεπτό της αναμέτρησης μεταξύ Γαλλίας και Αγγλίας. Ο Σαμίρ Νασρί μόλις έχει ισοφαρίσει το σκορ κι επιλέγει να πανηγυρίσει με τη γνωστή χειρονομία που υποδεικνύει στους άλλους να σωπάσουν. Ακόμη κι ένας μέτριος γνώστης της γαλλικής μπορεί να διαβάσει στα χείλη του παίχτη ή ακόμη και να ακούσει τα λόγια που αυτός προφέρει: «Ferme ta gueule» («Βούλωστο»). Και πού απευθύνεται η «ευγενής» χειρονομία του ποδοσφαιριστή; Στους οπαδούς της αντιπάλου, όπως θα υποδείκνυε η πιο θεμιτή εκδοχή; Όχι βέβαια! Όπως ο ίδιος ο Νασρί έσπευσε να διευκρινίσει, στη συνέντευξη τύπου, αποδέκτης ήταν δημοσιογράφος της Εκίπ που τόλμησε να ασκήσει κριτική στον παίκτη για την απόδοσή του με την εθνική Γαλλίας. Ωραίο ξεκίνημα! Bonjour l’ambiance, που θα έλεγαν κι οι ίδιοι οι ενδιαφερόμενοι. Κι αν η νίκη επί της Ουκρανίας έδωσε κάποια ανάσα ελπίδας (την οποία πάντως σκίασε η αντίδραση του Μπενζεμά όταν έγινε αλλαγή), η απελπιστική εμφάνιση με τη Σουηδία έφερε πάλι στην επιφάνεια τα γνωστά προβλήματα. Απ’ ό,τι φαίνεται, μια ωραία ατμόσφαιρα επικράτησε στα αποδυτήρια της εθνικής Γαλλίας μετά τον συγκεκριμένο αγώνα: «τρυφερές» κουβέντες αντάλλαξαν ο προπονητής με τον Μπεν Αρφά, ο Ντιαρρά με τον Νασρί και (πάλι) ο Νασρί με τον Ριμπερύ και τον Μπενζεμά. Ανάλογες σκηνές διαδραματίστηκαν και μετά τον χαμένο προημιτελικό με τους Ισπανούς (με αποκορύφωμα τον έντονο διαπληκτισμό του Νασρί – ποιου άλλου – με δημοσιογράφο). Όλα καλά κι όλα ωραία. Και πληθαίνουν οι φωνές που ζητούν την αποπομπή από την εθνική Γαλλίας των προκλητικών, των αδιάφορων και των αναποτελεσματικών. Έ, δεν πρόκειται να μείνουν και πολλοί για να διεκδικήσουν την πρόκριση για το Μουντιάλ της Βραζιλίας.

Β.   Η χαμηλής αποτελεσματικότητας υψηλή τέχνη κι η χοντροκοπιά που προσποιείται ότι είναι μεγαλείο: Επίσης παραδόξως, ο τελευταίος προημιτελικός επιφύλαξε πολύ εντονότερες συγκινήσεις, μολονότι δεν είχε γκολ. Στη σύγκρουση των αντιθέτων, η Ιταλία κυριάρχησε στο παιχνίδι από το πρώτο μέχρι το εκατοστό εικοστό λεπτό. Κατοχή μπάλας 64-36, 35 προς 9 τελικές, στατιστικά που δηλώνουν την απόλυτη ανωτερότητα των Ιταλών. Και παρόλα αυτά, παρά τη συντριπτική επικράτηση σε επίπεδο τεχνικής και τακτικής, την τεράστια διαφορά σε επίπεδο αξίας παικτών, το γκολ δεν ήρθε ποτέ. Η ατυχία (των δύο δοκαριών) συνδυάστηκε με μια παροιμιώδη αναποτελεσματικότητα των επιθετικών των Ατζούρι (Μπαλοτέλλι, ακούς;) για να οδηγήσει το ματς στην παράταση και στα πέναλτυ. Σε εντελώς παθητικό ρόλο, μια Αγγλία απίστευτα ατάλαντη ποδοσφαιρικά (ακόμη και για τα χαμηλά της στάνταρ) πόνταρε στην άμυνα, με ελπίδα να κλέψει τη νίκη σε κάποια αντεπίθεση (και υπήρξαν δυο-τρεις στιγμές που κάτι θα μπορούσε να συμβεί) ή στα πέναλτυ. Αν στη θέση της Αγγλίας ήταν η εθνική μας, θα διαβάζαμε ακόμη για αντιποδόσφαιρο και για δυσφήμιση του αθλήματος. Μερικοί έχουν, όμως, ασυλία.

Όταν φτάνεις στα πέναλτυ έχοντας χάσει μύριες ευκαιρίες πρέπει να νιώθεις τύψεις και φόβο που κατέληξες να διακινδυνεύεις στη λοταρία μια βέβαιη επικράτησή σου. Έπειτα από το χαμένο πέναλτυ του Μοντολίβο και την επιτυχή εκτέλεση από τον Ρούνευ, το σενάριο της τιμωρίας άρχισε να παίρνει σάρκα και οστά. Μόνο που όλοι αυτοί λογάριαζαν χωρίς τον Αντρέα Πίρλο. Που με μια εκτέλεση α λα Πανένκα ισοφάριζε το σκορ, σπάζοντας τα νεύρα (και την υπεροψία) των διαφόρων Άγγλων. Η συνέχεια ήταν πιο λογική: δοκάρι του Γιανγκ, 3-2 από τον Νοτσερίνο, απόκρουση του Μπουφφόν στο ξεψυχισμένο σουτ του Άσλεϋ Κόουλ, 4-2 από τον Ντιαμάντι και… τέλος. Αποδόθηκε δικαιοσύνη. Χρειάστηκε πολύς χρόνος και παραλίγο να γίνει η στραβή, αλλά έστω κι έτσι ο καταφανώς ανώτερος προκρίθηκε. Δόξα και τιμή στον Πίρλο για το θάρρος, τη  ψυχραιμία και την τεχνική του που έκριναν προς τη σωστή κατεύθυνση ένα τόσο παράξενο παιχνίδι (Κίεβο: Αγγλία-Ιταλία 0-0, 2-4 πέναλτυ)!

II. Και οι ημιτελικοί;

Μπορεί τελικά ν’ αποδειχτούν άνοστες σούπες, αν τυχόν οι ομάδες παραλύσουν από την πίεση που προκαλεί η σημασία των αναμετρήσεων, ωστόσο οι δύο ημιτελικοί πληρούν όλες τις προϋποθέσεις για να είναι συγκλονιστικοί. Είπαμε ότι έμειναν οι καλύτεροι κι όχι οι  διάφοροι θιασώτες του αντιποδοσφαίρου. Οι αγώνες έχουν σαφώς φαβορί (την Ισπανία και τη Γερμανία), αλλά τα δύο αουτσάιντερ διαθέτουν όπλα που δεν είναι ευκαταφρόνητα για να διεκδικήσουν την πρόκριση στον τελικό και μάλιστα όχι αόριστα κι αφηρημένα, αλλά ειδικά σε σχέση με τους συγκεκριμένους αντιπάλους τους. Οι Ισπανοί εξακολουθούν να παίζουν με επιτυχία το παιχνίδι της ασφυκτικής για τον αντίπαλο κατοχής της μπάλας και να είναι αποτελεσματικοί, αλλά δείχνουν κάπως πιο κορεσμένοι σε σχέση με τις δύο προηγούμενες μεγάλες διοργανώσεις, στις οποίες και κατέκτησαν το τρόπαιο. Ο Ντελ Μπόσκε αμφιταλαντεύεται ακόμη μεταξύ του πιο ορθολογικού σχήματος με καθαρόαιμο επιθετικό και του πιο παράδοξου δίχως κανέναν. Θα πρέπει ακόμη να βρεί αντίδοτο στο επικίνδυνο παιχνίδι των Πορτογάλων από τα άκρα και στην ορμή του Κριστιάνο Ρονάλντο. Από την άλλη, μπορεί να αντέξει η άμυνα των Πορτογάλων στην πίεση που θα ασκήσουν οι γείτονες; Μπορούν οι Λουσιτανοί να τα βγάλουν πέρα χωρίς μεγάλο σέντερ φορ και τερματοφύλακα;

Στην άλλη αναμέτρηση, αν οι Γερμανοί βαδίζουν με σιγουριά προς ένα τρόπαιο που μοιάζει να προορίζεται για αυτούς, δεν είναι δυνατό να μη σκέφτονται ότι τους έλαχε να αντιμετωπίσουν την ομάδα που παραδοσιακά τους ταιριάζει λιγότερο. Από τον μυθικό ημιτελικό του Μεξικού ως αυτόν του Ντόρτμουντ το 2006, οι Ιταλοί έχουν αποδείξει ότι ξέρουν να βρίσκουν τους τρόπους για να εξουδετερώνουν τους Γερμανούς, ακόμη και στις περιπτώσεις που η λογική υποδεικνύει τους δεύτερους ως ανώτερη ομάδα. Μπορεί, όμως, να αντέξει η σχετικά νέα κι άπειρη Σκουάντρα Ατζούρα στην ορμή αυτής της Γερμανίας; Μπορεί να τα βγάλει πέρα με δεδομένη τη επιθετική αναποτελεσματικότητά της και την έλλειψη μεγάλου φορ; Μπορεί ο τριανταπεντάχρονος Ντι Νατάλε να δώσει απάντηση στο ερώτημα αυτό; Θα είναι καθοριστικός ο στρατηγός Πίρλο; Πόσο μπορεί να επηρεάσει την έκβαση την αγώνα η παρουσία ενός μεγάλου τερματοφύλακα-ηγέτη,όπως είναι ο Μπουφφόν; Είναι ικανή να αντεπεξέλθει στις απαιτήσεις ενός τέτοιου αγώνα η γερμανική άμυνα; Μπορεί ο Λεβ να κοουτσάρει αποτελεσματικά την ομάδα του αν τυχόν αυτή βρεθεί πίσω στο σκορ, όπως δεν συνέβη σε κανέναν από τους μέχρι τώρα αγώνες της;

Πολλά ερωτήματα. Οι απαντήσεις θα δοθούν αύριο και μεθαύριο. Γιατί, μετά από ενενήντα ή και περισσότερα λεπτά αγώνα, για κάποιους θα είναι «θάνατος τ’ άλλα, θάνατος μονάχα«, ενώ για κάποιους άλλους ζωή και θρίαμβος. Δέκα παρά τέταρτο η ώρα που βραδιάζει.

Το παιχνίδι των προγνωστικών, η παράγκα κι ο ονειρεμένος τελικός

 

Μόλις συνειδητοποιώ ότι οι τίτλοι των ποστ μου έχουν αρχίσει να θυμίζουν τίτλους ταινιών του Γκρήναγουέυ που αποφασίστηκαν κατόπιν διαβούλευσης με τον Γιώργο Γεωργίου. Παραβλέποντας το ανησυχητικό σύμπτωμα αυτό, παίρνω θέση μάχης μαζί σας μπροστά στην τηλεόραση, μια και αρχίζουν επιτέλους τα νοκ άουτ παιχνίδια του Μουντιάλ. Έχοντας παρακολουθήσει ολόκληρη τη φάση των ομίλων και μελετώντας λίγο πιο προσεχτικά το πρόγραμμα των αγώνων, μπορούμε πια να διακινδυνεύσουμε πιο μακροπρόθεσμα προγνωστικά για το ΠΚ της Νότιας Αφρικής.

Μερικές βασικές διαπιστώσεις:

1. Υπάρχει η δυνατότητα για να παρακολουθήσουμε τον τελικό που όλοι μας ονειρευόμαστε και ποτέ δεν έχουμε αξιωθεί να δούμε σε ΠΚ, δηλαδή μια τιτανομαχία Αργεντινής-Βραζιλίας. Θα μου πείτε ότι αυτό θα μπορούσε να έχει συμβεί και το 2006, όμως μια τελική φάση που διοργανώνεται σε ευρωπαϊκό έδαφος δεν μπορεί ως εκ της φύσεώς της να αποτελέσει το πεδίο μάχης των δύο υπερδυνάμεων της Λατινικής Αμερικής.

2. Είναι πολύ πιθανό να παρακολουθήσουμε εντελώς «λατινικούς» ημιτελικούς, δηλαδή κατά τα 3/4 νοτιοαμερικάνικους και με μοναδική εκπρόσωπο της Γηραιάς Ηπείρου την πρωταθλήτρια Ισπανία. Βάσει προγράμματος, η αξιόπιστη φετινή Ουρουγουάη συγκεντρώνει σοβαρές πιθανότητες να είναι η προσκεκλημένη-έκπληξη των ημιτελικών.

3. Το πρόγραμμα των νοκ άουτ παιχνιδιών μοιάζει να έχει φτιαχτεί (ή μήπως πράγματι έχει καταρτιστεί επί τούτου) για να εξασφαλίσει μια άνετη πορεία στη Βραζιλία (πρωτίστως) και στην Αγγλία (δευτερευόντως). Είναι τόσο τυχαίο αυτό; Όχι απαραίτητα αν υπολογιστεί ότι οι δύο αυτές ομάδες θεωρούνται ότι έχουν τη μεγαλύτερη εμπορική αξία: η μεν Βραζιλία γιατί με τον θρύλο του jogo bonito έχει καταχωριστεί στη συλλογική συνείδηση ως η ομάδα που παίζει το πιο θεαματικό ποδόσφαιρο, η δε Αγγλία διότι φίλοι μου ζούμε σ’ ένα κόσμο που ελέγχεται επικοινωνιακά από τον αγγλοσαξονικό παράγοντα, οπότε ακόμα κι η εμφάνιση έντεκα ξυλοκόπων με φανέλες τις εθνικής Αγγλίας θα αναμενόταν με δέος από τη μισή Υφήλιο. Φυσικά, οι Άγγλοι φρόντισαν να χάσουν το πλεονέκτημα που τους παρείχε το πρόγραμμα χάνοντας την πρωτιά στον όμιλό τους και πέφτοντας στο εφιαλτικό κάτω ταμπλώ της διοργάνωσης. Το προνόμιο θα το καρπωθούν οι Αμερικανοί με τις όποιες δυνατότητές τους.

Οι σοβαροί Βραζιλιάνοι, όμως, δεν πέταξαν την πρωτιά του ομίλου στα σκουπίδια κι έτσι ο δρόμος τους προς τον τελικό φαίνεται ο ευκολότερος δυνατός για Μουντιάλ. Στο δικό τους ταμπλώ δεν υπάρχει καμία μεγάλη ομάδα, μόνο μια μεγαλομεσαία (η Ολλανδία) την οποία θα συναντήσουν λογικά, αφού αποκλείσουν τους Χιλιανούς, στα προημιτελικά (όπως και το ’94, χρονιά της τέταρτης βραζιλιάνικης κατάκτησης). Αν περάσουν τους Οράνιε, οι Βραζιλιάνοι θα αντιμετωπίσουν στα ημιτελικά κατά πάσα πιθανότητα την Ουρουγουάη (εναλλακτικά τις ΗΠΑ), δηλαδή έναν θεωρητικά εύκολο για τα δόντια τους αντίπαλο. Μπορεί η παρέα του Φορλάν να μας εντυπωσίασε με την τακτική της ωριμότητα μέχρι τώρα, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η τελευταία στιγμή δόξας της Ουρουγουάης σε τελικά ΠΚ ήταν το 1970, δηλαδή στα χρόνια του Μαζούρκιεβιτς και του παλιόφιλου Χούλιο Λοσάδα.

Προς επίρρωση των ανωτέρω δείτε πώς έχει ακριβώς το πρόγραμμα για το ταμπλώ της Βραζιλίας:

Ουρουγουάη-Ν. Κορέα και ΗΠΑ-Γκάνα (οι νικητές παίζουν μεταξύ τους προημιτελικό) και

Ολλανδία-Σλοβακία και Βραζιλία-Χιλή (ομοίως, οι νικητές θα κοντραριστούν μεταξύ τους στα προημιτελικά).

Αντιθέτως ο δρόμος του άλλου φιναλίστ (κατά τη δική μου πρόβλεψη, της Αργεντινής) είναι γεμάτος ιδρώτα κι αίμα, μια και στο κάτω ταμπλώ συνωστίζονται τρεις πρώην τροπαιούχοι (Αργεντινή, Γερμανία, Αγγλία), η πρωταθλήτρια Ευρώπης (Ισπανία), συν η επικίνδυνη Πορτογαλία, το πολύ ταλαντούχο Μεξικό και δύο από τις υποψήφιες για να κάνουν την έκπληξη (Παραγουάη και Ιαπωνία), Δηλαδή, η Αργεντινή, για παράδειγμα, για να φτάσει στον τελικό θα πρέπει: να κάμψει την αντίσταση του τεχνικού και γρήγορου Μεξικού το οποίο τόσο την είχε δυσκολέψει το 2006, να παίξει προημιτελικό με την πολύ ισχυρή Γερμανία, την οποία δεν κατάφερε να περάσει το 2006 (ή, έστω, εναλλακτικά την Αγγλία) και να φτάσει να παίξει ημιτελικά πιθανότατα με τους πεινασμένους για διάκριση και σαφώς ισχυρούς Ισπανούς!

Όπως αντιλαμβάνεστε ο δρόμος της Αλμπισελέστε και αυτός της Σελεσάο δεν έχουν τον ίδιο βαθμό δυσκολίας. Κι αν ακόμα ξεπεράσει όλα τα εμπόδια, η Αργεντινή (ή η Γερμανία ή η Ισπανία) θα φτάσει στον τελικό έχοντας απωλέσει πολλές δυνάμεις και πιθανώς παίκτες λόγω τιμωριών (αν και με την αλλαγή του συστήματος ο κίνδυνος απώλειας παίκτη λόγω κιτρίνων καρτών ελαττώνεται σημαντικά: τα κοντέρ θα μηδενισθούν μετά τους προημιτελικούς).

Δείτε το πρόγραμμα και για το ταμπλώ της Αργεντινής:

Αργεντινή-Μεξικό και Γερμανία-Αγγλία (οι νικητές σε μεταξύ τους προημιτελικό) και

Παραγουάη-Ιαπωνία/ Ισπανία-Πορτογαλία 

Κι αφού τα είπαμε όλα αυτά και βγάλαμε από τώρα ως και τους φιναλίστ, θυμηθείτε ότι σχεδόν ποτέ τα προγνωστικά δεν επιβεβαιώνονται 100% στην πράξη. Κάποιο μεγάλο φαβορί θα πάθει τη ζημιά στην πορεία, κάποια ομάδα έκπληξη θα βρεθεί στα ημιτελικά ενώ δεν την περίμενε κανείς. Οπότε η αγωνία μας παραμένει αμείωτη. Ας περάσουν τώρα στη σκηνή οι αληθινοί πρωταγωνιστές!

Προβλέψεις και γενικότητες

 

Πριν αρχίσει ένα παγκόσμιο κύπελλο, τα προγνωστικά για τον τελικό νικητή είναι η πλέον αγαπημένη ασχολία των ποδοσφαιρόφιλων. Οπότε γιατί να πρωτοτυπήσουμε; Φυσικά, όπως αποδεικνύει η πείρα, η επιτυχής πρόβλεψη είναι σχεδόν αδύνατη. Το Παγκόσμιο Κύπελλο πηγαίνει στην ομάδα που θα καταφέρει να βρεθεί στην καλύτερη κατάσταση από τις υπόλοιπες ακριβώς κατά το χρονικό διάστημα διεξαγωγής της διοργάνωσης. Πώς να υπολογίσει κανείς κάτι τέτοιο, όταν εξαρτάται από χίλιους αστάθμητους παράγοντες. Σύμφωνοι, το έμψυχο δυναμικό, η ιστορία και η παράδοση, η νοοτροπία κάθε ομάδας καθορίζει σαφώς και τις δυνατότητές της για το επίτευγμα της κατάκτησης του ΠΚ. Κάποιες (πολύ λίγες) εθνικές ομάδες είναι δυνάμει ικανές για την τελική νίκη, οι περισσότερες όχι. Ανάμεσα, όμως, στα φαβορί η επιλογή είναι πάλι αδύνατο να γίνει εκ των προτέρων. Οι διαφορές στην αξία τους είναι πολύ μικρές κι άλλωστε το ποδόσφαιρο δεν είναι άθλημα στο οποίο κερδίζει κατ’ ανάγκη αυτός που είναι καλύτερος, όχι μόνο γενικά κι αφηρημένα, αλλά ακόμη και στον συγκεκριμένο αγώνα. Έπειτα, η τελική επικράτηση είναι αποτέλεσμα μιας σειράς παραμέτρων που μοιραία μας διαφεύγουν: δεν μπορούμε να ξέρουμε ποιάς ομάδας οι παίχτες θα βρεθούν στην καλύτερη φυσική, ψυχική και πνευματική κατάσταση. Οι περισσότεροι είναι ξεζουμισμένοι ύστερα από μια απαιτητική αγωνιστική σεζόν, κάποιοι όμως από αυτούς θα βρουν μέσα τους τις απαραίτητες δυνάμεις για να ξεπεράσουν τον εαυτό τους. Το ποιοί θα είναι αυτοί θα το μάθουμε μόνο κατόπιν εορτής. Επίσης, δεν ξέρουμε ποιά είναι πραγματικά η «χημεία» κάθε εθνικής ομάδας, τόσο όσον αφορά τον τρόπο παιχνιδιού των ποδοσφαιριστών της όσο και τους χαρακτήρες τους. Ούτε γνωρίζουμε ποιοί είναι οι καλύτεροι προπονητές, όχι μόνο στην αντιμετώπιση κάθε αγώνα (προετοιμασία και κοουτσάρισμα κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού), αλλά κυρίως στη διαχείριση του έμψυχου δυναμικού τους: ποιός μπορεί να κουμαντάρει καλύτερα 23 συνήθως υπερτροφικά εγώ, να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις του ενός και να κάνει τον άλλο να υπερβεί τις δυνατότητές του. Και, βέβαια, μη νομίσετε ότι το παιχνίδι των προβλέψεων θα γίνει πιο εύκολο αφού θα έχουμε παρακολουθήσει τα παιχνίδια της πρώτης φάσης. Πολύ συχνά, η τελική νικήτρια δεν εντυπωσιάζει στα παιχνίδια των ομίλων: ανεβάζει προοδευτικά τους ρυθμούς της και βρίσκεται στην καλύτερη κατάσταση όταν φτάσει η ώρα της αλήθειας. Ομοίως, ομάδες που έβγαζαν μάτια στον πρώτο γύρο εξαφανίστηκαν στο πρώτο νοκ άουτ παιχνίδι που έδωσαν. Ας θυμηθούμε την Ιταλία του ’82, που πέρασε στη δεύτερη φάση με τρεις ισοπαλίες (και μάλιστα με αντιπάλους που δεν θεωρούνταν ιδιαίτερα ισχυροί) και στη συνέχεια μεταμορφώθηκε για να πάει κανόνι μέχρι τον τελικό και την κατάκτηση του ΠΚ. Αλλά και την ΕΣΣΔ του ’86, όταν τα υπερηχητικά του Λομπανόφσκυ που είχαν σαρώσει στον όμιλο δεν κατάφεραν να περάσουν τους σκληροτράχηλους Βέλγους. 

Ωστόσο, αν και δεν μπορούμε να προβλέψουμε από τώρα τον τελικό νικητή, ίσως είναι δυνατό να βρούμε τους πραγματικούς υποψήφιους για τον τίτλο. Και η μόνη μέθοδος που ενδείκνυται για το εγχείρημα αυτό είναι η εις άτοπον απαγωγή. 

Το ΠΚ το κατακτά κάποιος που το έχει ξανακερδίσει: Στα 80 χρόνια ιστορίας του θεσμού, μόνο 7 ομάδες έχουν σηκώσει το τρόπαιο: η Βραζιλία (5), η Ιταλία (4), η Γερμανία (3), η Αργεντινή και η Ουρουγουάη (2), η Αγγλία και η Γαλλία (1). Το Παγκόσμιο Κύπελλο είναι η πιο απαιτητική αθλητική διοργάνωση: η διάρκεια και η έντασή του δεν επιτρέπει τις εκπλήξεις (κάτι που μπορεί να γίνει στο πιο «μαζεμένο» Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Ποδοσφαίρου, που γνώρισε τις τρελές εκπλήξεις της Δανίας και της Ελλάδας). Σχεδόν πάντα, μόνο ομάδες που καταλέγονται στις νικήτριες του παρελθόντος μπορούν να το κατακτήσουν. Κι από τις επτά πρώην τροπαιούχους, ίσως μπορούμε να διαγράψουμε τις τρεις από τη διεκδίκηση του φετινού τροπαίου. Οι χώρες με μία μόνο κατάκτηση έφτασαν αμφότερες στον τίτλο ως διοργανώτριες: η μία εκμεταλλεύθηκε εκτός από την έδρα και μια διαιτητική εύνοια που άγγιζε το σκανδαλώδες (Αγγλία), η άλλη φλέρταρε από χρόνια τις διακρίσεις και ευτύχησε να έχει την κατάλληλη εποχή την πιο προικισμένη φουρνιά παικτών της (Γαλλία). Δύσκολα μπορούν να επαναλάβουν το κατόρθωμά τους. Η τρίτη που θα βγει από το παιχνίδι (και μάλιστα με πιο κατηγορηματικό τρόπο απ’ ό,τι οι προηγούμενες δύο, για τις οποίες μπορεί να κρατήσει κανείς και μια μικρή επιφύλαξη) είναι η Ουρουγουάη: η τελευταία της κατάκτηση πηγαίνει 60 χρόνια πίσω στο παρελθόν. Η τελευταία διάκριση 40. Η ιστορική ομάδα δεν μπορεί να ξεπεράσει τα όρια που θέτει ο μικρός πληθυσμός της χώρας. Δεν είναι δυνατό να βγάλεις ικανό αριθμό παικτών πρώτης κλάσης από μια δεξαμενή 3,5 εκατομυρίων ανθρώπων. 

Το ΠΚ μπορεί να το κερδίσει η διοργανώτρια χώρα, όταν έχει ιδιαίτερα αξιόμαχη ομάδα: Δεν χρειάζεται να εξηγηθεί για ποιούς λόγους ο τόπος διοργάνωσης του ΠΚ καθορίζει σε μεγάλο βαθμό τον τελικό νικητή. Ήδη μιλήσαμε για δύο χώρες που κέρδισαν το μοναδικό τους κύπελλο ως διοργανώτριες. Και συνολικά, στις 6 από τις 18 μέχρι τώρα διοργανώσεις επικράτησε η διοργανώτρια. Πρέπει, όμως, να πρόκειται για χώρα με ισχυρή ποδοσφαιρική ομάδα, χώρα με παράδοση και ιστορία στο άθλημα που, αν δεν έχει ακόμη κερδίσει το τρόπαιο έχει τουλάχιστον γνωρίσει ήδη διακρίσεις στο ΠΚ (Γαλλία 1998, Αργεντινή 1978, Γερμανία 1974, Αγγλία 1966, Ιταλία 1934, Ουρουγουάη 1930, από αυτές μόνο η Γερμανία είχε ήδη κατακτήσει ΠΚ). Φέτος, είναι η τρίτη φορά που το ΠΚ διοργανώνεται εκτός Ευρώπης ή Λατινικής Αμερικής, σε χώρα που δεν έχει παράδοση στο άθλημα και όπου το ποδόσφαιρο δεν είναι καν το δημοφιλέστερο σπορ. Κυρίως, η διοργανώτρια Νότιος Αφρική πρέπει να είναι η ασθενέστερη ποδοσφαιρικά ομάδα στη χώρα της οποίας διοργανώνεται ΠΚ (πολύ χειρότερη ας πούμε από το Μεξικό του ’70 ή του ’86, τη Χιλή του ’62, τη Νότιο Κορέα ή ακόμη και την Ιαπωνία του 2002). Τα τελευταία χρόνια η εθνική της διοργανώτριας χώρας έχει κάνει μάλλον βήματα προς τα πίσω (αποτυγχάνοντας π.χ. να προκριθεί στο τελευταίο Κύπελλο Εθνών Αφρικής). Αν ήταν υποχρεωμένη να δώσει προκριματικούς μάλλον δεν θα έδινε το παρών στα τελικά. Οπότε πάμε στο επόμενο κριτήριο πρόβλεψης. Γιατί εκτός από τον διοργανωτή, σημασία έχει και πια εθνική θα νιώσει πιο οικεία ή έστω λιγότερο αφιλόξενα στον τόπο διοργάνωσης.  

ΠΚ που διοργανώνεται εκτός Ευρώπης καταλήγει πάντα σε νοτιοαμερικάνικη ομάδα: Το κριτήριο της ηπείρου όπου διοργανώνεται το κύπελλο είναι καταλυτικό. Όταν το ΠΚ διοργανώνεται στη Γηραιά Ήπειρο, το τρόπαιο το κερδίζει σχεδόν πάντα μια ευρωπαϊκή ομάδα: η μόνη εξαίρεση ήταν η επικράτηση της Βραζιλίας το ’58 στη Σουηδία. Όταν, όμως, το ΠΚ διοργανώνεται εκτός Ευρώπης το κερδίζουν μόνο νοτιοαμερικάνικες ομάδες. Το δεύτερο σκέλος του κανόνα δεν έχει γνωρίσει μέχρι σήμερα καμία εξαίρεση. Άρα από όλα τα φαβορί μας έμειναν μόνο δύο: η Βραζιλία και η Αργεντινή. Η Βραζιλία (όσο κι αν συναισθηματικά δεν θα ήθελα να το παραδεχτώ) είναι η απόλυτη, αξιόπιστη αξία. Η σταθερότητα και ο επαγγελματισμός της είναι υποδειγματικοί: ακόμη κι όταν δεν παίζει καλά, ακόμη κι αν το παιχνίδι της είναι πλέον σπανιότατα θεαματικό, η Βραζιλία ξέρει να κερδίζει. Επιπλέον, στις δύο προηγούμενες διοργανώσεις σε χώρες του ποδοσφαιρικά τρίτου κόσμου (ΗΠΑ, Ν. Κορέα/ Ιαπωνία) ήταν η τελική νικήτρια. Η τωρινή φουρνιά της δεν είναι η καλύτερη που έχει να επιδείξει, αλλά αυτό δεν έχει τελικά και τόση σημασία στα τελικά του ΠΚ. Αρκεί η κουλτούρα του νικητή, κι από δαύτην η Βραζιλία έχει πλεόνασμα. Μετά τη Βραζιλία, η Αργεντινή είναι το επόμενο λογικό φαβορί. Μπορεί να μην έχει πραγματικό προπονητή, η αμυντική λειτουργία της να απέχει πολύ από το να θεωρηθεί ικανοποιητική, η πρόκρισή της στα τελικά να υπήρξε απίστευτα αγχωτική, αλλά είναι πραγματικά μεγάλη ομάδα σε υλικό, νοοτροπία και ιστορία και διαθέτει μερικούς από τους καλύτερους ποδοσφαιριστές του πλανήτη (μάλλον τον καλύτερο ποδοσφαιριστή της εποχής – Λιονέλ Μέσσι – και τον πιο φορμαρισμένο επιθετικό – Ντιέγκο Μιλίτο). Επιπλέον, κάτι της χρωστά η ιστορία (λέω εγώ ο μεροληπτικός) γιατί στα πρόσφατα Μουντιάλ έχει ξεκινήσει πολλές φορές σαν φαβορί και η δουλειά στράβωσε στην πορεία για πολλούς και διάφορους λόγους (η αποδιοργάνωση μετά τον αποκλεισμό του ντοπαρισμένου Μαραντόνα το ’94, ο προημιτελικός με τους Ολλανδούς που κρίνεται στην τραβηγμένη αποβολή του Ορτέγα το ’98, το ηττοπαθές κοουτσάρισμα του Πέκερμαν με τους Γερμανούς το 2006).

Θέλετε κι αουτσάϊντερ; Ορίστε δύο: πρώτον, η πολύ δυνατή Ισπανία, ομάδα με ταλέντο και πληρότητα που ξεπέρασε το μόνιμο κόμπλεξ της σε τελικά μεγάλων διοργανώσεων κατακτώντας το προπέρσινο Ευρωπαϊκό. Ανάμεσα, όμως, στο ευρωπαϊκό και στο ΠΚ η απόσταση είναι μεγάλη, και η Ισπανία έχει πολλά ακόμη να αποδείξει. Δεύτερον, η γνωστή σταθερή αξία που λέγεται Γερμανία. Πολύ χειρότερες σε έμψυχο δυναμικό γερμανικές εθνικές διακρίθηκαν σε ΠΚ. Γιατί όχι και η τωρινή; Πολύ θα ήθελα να προσθέσω στον κατάλογο και την Ιταλία. Όσο, όμως, κι αν έχει τον καλύτερο ίσως προπονητή από τις 32 συμμετέχουσες, έχω την αίσθηση ότι πολλοί από τους βασικούς της ομάδας έχουν κάνει τον κύκλο τους, ενώ οι νεότερες προσθήκες δεν είναι του ιδίου επιπέδου. Σε κάθε περίπτωση δυσκολεύομαι να δω τη δυναμική που υπήρχε πριν από τέσσερα χρόνια και οδήγησε την Ιταλία στο θρίαμβο. 

Επομένως, στην σειρά (της πρόχειρης) αξιολόγησης έχουμε: 1. Βραζιλία 2. Αργεντινή 3. Ισπανία 4. Γερμανία 5. Ιταλία     

Σημαίνει αυτό ότι θα δούμε στην τελική τετράδα τέσσερις από τις πέντε αυτές ομάδες; Πιστεύω πως όχι. Συνήθως υπάρχει μία τουλάχιστον ομάδα έκπληξη στους ημιτελικούς. Στις περιπτώσεις μάλιστα με χαρακτηριστικά διοργάνωσης παρεμφερή με της φετινής (ΗΠΑ και Κορέα/ Ιαπωνία) είχαμε δύο απροσδόκητες παρουσίες στα ημιτελικά (Σουηδία και Βουλγαρία το ’94, Κορέα και Τουρκία το 2002). Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να συμβεί και φέτος. Πού να κοιτάξουμε για τις εκπλήξεις; Κατά πάσα πιθανότητα στη Λατινική Αμερική (καταρχήν Παραγουάη, έπειτα Χιλή, εκτός κι αν το Μεξικό καταφέρει φέτος κάτι που κυνηγά και χάνει στις λεπτομέρειες εδώ και τέσσερις διοργανώσεις), ίσως για μία αφρικανική ομάδα (Ακτή Ελεφαντοστού, λιγότερο Γκάνα), μπορεί και κάποια μη αναμενόμενη ευρωπαϊκή. Εκτός κι αν αρθούν στο ύψος των περιστάσεων οι Γάλλοι (ή οι Άγγλοι). Δύσκολο, πάντως, (για να μην πούμε αδύνατο) να είναι κάποια από αυτές τις εκπλήξεις η δική μας εθνική. Τους λόγους θα τους συζητήσουμε προσεχώς.


Προστεθείτε στους 19 εγγεγραμμένους.

ημερολόγιο αναρτήσεων

Μαΐου 2024
Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
 12345
6789101112
13141516171819
20212223242526
2728293031  

Στατιστικά

  • 61.593 hits