Posts Tagged 'Παναθηναϊκός'

Και τώρα Ευρωπαϊκό;

Πέρασε σχεδόν χρόνος από την τελευταία ανάρτηση και ομολογώ ότι σε καμία στιγμή αυτού του μεγάλου χρονικού διαστήματος δεν είχα ιδιαίτερη διάθεση να γράψω για ποδόσφαιρο. Θα φταίει μάλλον η ανησυχητική, αν όχι νοσηρή, ατμόσφαιρα: πολιτική και οικονομική κρίση στην Ελλάδα, κρίση χρέους σε ολόκληρο τον ευρωπαϊκό Νότο, κρίση στην ευρωζώνη, κρίση στην ΕΕ… Με ποδόσφαιρο να ασχολούμαστε τώρα και μάλιστα με ελληνικό; Που υποβαθμίζεται με ταχύτητα διαστημόπλοιου, ενώ ήταν ήδη χαμηλά;

Ι.   Τα περασμένα

Αν μετανιώνω για κάτι είναι που δεν έγραψα τίποτε για το τελευταίο Κόπα Αμέρικα. Για τη σταθερότητα σε υψηλό επίπεδο της Ουρουγουάης που κατέκτησε το τρόπαιο επικυρώνοντας τον άτυπο τίτλο της καλύτερης λατινοαμερικάνικης ομάδας της τελευταίας τριετίας. Για το αξιόμαχο της Παραγουάης. Και για την εντυπωσιακή άνοδο της Βενεζουέλας που από σάκος του μποξ για τους ισχυρούς της περιφέρειας έφτασε να είναι μια από τις καλύτερες ομάδες της Νότιας Αμερικής.

Για την Ελλάδα λίγα πράγματα αρκούν. Η ευκαιρία εξυγίανσης που παρείχε η αποκάλυψη του σκανδάλου των στημένων αγώνων και της Παράγκας ΙΙ χάθηκε. Την πλήρωσαν μόνον ο Ολυμπιακός Βόλου, η Καβάλα κι η Ηλιούπολη, καθώς κι οι μεγαλοπαράγοντές τους (αφήστε που οι δυο πρώτες ομάδες πρόκειται συντόμως να αποκατασταθούν). Τίποτε ουσιαστικά δεν άλλαξε στο παρασκήνιο. Όσο για το προσκήνιο, η βαθιά οικονομική κρίση επέτεινε τα χρόνια προβλήματα σχεδόν όλων των ομάδων. Ο Ολυμπιακός κέρδισε το νταμπλ, αλλά με δυσκολίες και χωρίς κάτι το εντυπωσιακό. Και για να προκαλέσω τους ολυμπιακούς φίλους μου θα πω (με μεγάλη δόση υπερβολής) ότι το πρωτάθλημα κρίθηκε σχεδόν στα χαρτιά. Ο Παναθηναϊκός άντεξε όσο του επέτρεπαν το αριθμητικά περιορισμένο υλικό του, η ένδεια κι η διοικητική ανυπαρξία. Όταν τραυματίστηκε ο Λέτο, όταν ο Ολυμπιακός φοβήθηκε ότι μπορεί να χάσει το πρωτάθλημα (τότε που δεν είδε το πέναλτυ στην Ξάνθη ο «Πάμε παιχταρά μου») και φούλαρε εντός κι εκτός αγωνιστικών χώρων, όταν ξαναεμφανίστηκαν στο προσκήνιο οι αμέτοχοι «σωτήρες», τότε η σεμνή τελετή έλαβε τέλος. Για να μην παρεξηγηθώ, δεν ισχυρίζομαι ότι ο Ολυμπιακός «έκλεψε» το πρωτάθλημά του. Αλλά να, έτσι για να πικάρουμε τους φίλους μας, μπορούμε κι εμείς οι πράσινοι να πούμε ότι αυτό ήταν «πρωτάθλημα Δούρου, Βγενόπουλου και κάφρων ΟΑΚΑ». Κι ακόμη μπορούμε να πούμε την αλήθεια: ότι, δηλαδή, ο Ολυμπιακός του Μπαλβέρδε είναι μια μέτρια ομάδα. Πόσο μέτρια; Όσο χρειάζεται για να τον αποκλείσει μια εντελώς άπειρη από ευρωπαϊκές διοργανώσεις ουκρανική ομάδα με μάλλον μισθοφορική σύνθεση. Μέτριος, όπως φυσικά κι ο αιώνιος αντίπαλός του που κατάφερε μέσα στον ίδιο μήνα του καλοκαιριού να αποκλειστεί από δύο ευρωπαϊκά κύπελλα, για δεύτερη φορά στην ιστορία του. Αλλά καλύτερα ας σταματήσουμε εδώ (ξεχνώντας π.χ. την περσινή και φετική οπερέττα των αδειοδοτήσεων…).

ΙΙ. Το Ευρωπαϊκό

Μπήκε Ιούνιος και το ευρωπαϊκό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου βρίσκεται προ των πυλών. Πρέπει να ομολογήσω ότι είναι η πρώτη φορά που μια μεγάλη ποδοσφαιρική διοργάνωση μου προκαλεί τόσο μικρό ενθουσιασμό. Βέβαια, από τη φύση τους τα ευρωπαϊκά μας έκαναν να ονερευόμαστε λιγότερο από τα παγκόσμια κύπελλα. Ομάδες γνωστές, κανένας εξωτισμός. Φέτος, όμως, τα πράγματα μοιάζουν ακόμη πιο αδιάφορα. Από τη μία λες «Γιούρο» και αναρωτιέσαι χωρίς να το θες αν θα έχεις ευρώ στην τσέπη σου. Από την άλλη, τα φαβορί φαντάζουν ψιλοαδιάφορα, ντεφορμέ και πεσμένα, οι μεγαλομεσαίοι ψάχνονται, έκπληξη να μας κάνει να παθιαστούμε δεν φαίνεται πουθενά στον ορίζοντα. Και, τέλος, αναρωτιέσαι πώς στο καλό θα μπορούσε να ενθουσιάσει η εθνική μας και κινδυνεύεις να απελπιστείς.

Η διοργάνωση

Φέτος είναι η τρίτη φορά που δοκιμάζεται στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα το μοντέλο της συνδιοργάνωσης (μετά την Ολλανδία και το Βέλγιο το 2000 και τις Αυστρία-Ελβετία το 2008). Πιθανώς δεν είναι και ό,τι καλύτερο, αλλά (ιδίως σε συνθήκες γενικευμένης οικονομικής κρίσης) δίνει την ευκαιρία διοργάνωσης ενός μεγάλου ποδοσφαιρικού τουρνουά σε χώρες που μόνες τους δεν θα μπορούσαν να το διοργανώσουν ποτέ. Αυτή τη φορά το Γιούρο πάει ανατολικά: η Πολωνία και η Ουκρανία είναι ό,τι εξωτικότερο θα μπορούσε να μας προσφερθεί σε επίπεδο διοργάνωσης (αν υποθέσουμε ότι το μέλος της Ουέφα που λέγεται… Καζακστάν δεν έχει και πολλές πιθανότητες να πάρει τέτοια διοργάνωση). Άλλωστε, μέχρι τώρα ο «εξωτισμός» ως προς τον διοργανωτή έφτανε μέχρι… το Βελιγράδι (το ’76) ή τη Σουηδία (το ’92). Για να ευλογήσουμε τα γένεια μας, θα τονίσουμε ότι ο «κανονικός» Ρογήρος σας προετοίμασε με την πολωνο-ουκρανικού ενδιαφέροντος τελευταία ανάρτησή του. Και θα θυμίσουμε ότι τα γεγονότα εκείνα είχαν τη σημασία τους στη διαμόρφωση νοοτροπιών που επιβιώνουν ακόμη και σήμερα. Αρκετά, όμως, με τα εξωαγωνιστικά (κι άλλη ώρα, άμα το θέλετε, συζητούμε και για μερικά πολιτικά ζητηματάκια, όπως οι – μάλλον μουσαντένιες – απειλές των Δυτικών για μποϊκοτάζ λόγω της συνεχιζόμενης φυλάκισης της Τιμασένκα).

Όμιλος Α΄(Βαρσοβία και Βρότσουαφ): Όπου και η Εθνική μας, η οποία μάλιστα ανοίγει και τη διοργάνωση στη Βαρσοβία αντιμετωπίζοντας την οικοδέσποινα Πολωνία. Πέρα από το ότι είμαστε Έλληνες κ.λπ., δεν βλέπω κανένα σοβαρό λόγο αισιοδοξίας. Η αποστολή της εθνικής καταρτίστηκε με τα γνωστά υπερσυντηρητικά κριτήρια του Σάντος (αυτούς ξέρω κι αυτούς εμπιστεύομαι όσο παίζουν μπάλα). Έτσι καταλήξαμε με τρεις τερματοφύλακες που όλοι μαζί έχουν παίξει το 2012 ματς που μετριούνται στα δάχτυλα. Το να καλέσει τον Καρνέζη θα πρέπει να φάνηκε στον Σάντος σαν επαναστατική κίνηση που θα προκαλούσε πανικό στις χρηματαγορές. Κατά τα λοιπά, οι παλιοσειρές (Κατσουράνης και Καραγκούνης) θα κληθούν να σηκώσουν το βάρος (λίγο πριν τη σύνταξη) κι εμείς θα περιμένουμε το κάτι παραπάνω από τον Νίνη (αν αποκτήσει τη σταθερότητα που δεν είχε ποτέ), τον Σαμαρά (αν θυμηθεί ότι ήξερε κάποια μπάλα πριν περάσει τη Μάγχη) ή τον τρελο-Μήτρογλου (πώς άραγε;), άντε και τον φιλότιμο Σαλπιγγίδη. Το (μόνο) θετικό είναι ότι ο όμιλός μας είναι βατός, τουλάχιστον στα χαρτιά. Μόνο που η μία από τις ομάδες του χεριού μας είναι η διοργανώτρια, οπότε το πλεονέκτημα μπορεί και να πάει περίπατο.

Η οικοδέσποινα, λοιπόν, διασχίζει εδώ και πολλά χρόνια την ποδοσφαιρική έρημό της. Πάνε τριάντα χρόνια που δεν έχει παρουσιάσει κάτι το αληθινά σπουδαίο. Το υλικό της είναι μέτριο. Ο υποτίθεται πιο ταλαντούχος παίχτης της, ο Σουαβόμιρ Πέσκο θα δει το ευρωπαϊκό από την τηλεόραση (αν το δει), μια και, διακρινόμενος στο πιοτό και τους καυγάδες σε μπαρ και ταξί, βρέθηκε εκτός αποστολής λόγω επανειλημμένων πειθαρχικών παραπτωμάτων. Μπορεί η δύναμη της έδρας να σηκώσει μια μέτρια ομάδα; Μπορεί, ειδικά όταν αυτή είναι κάπως καλύτερη π.χ.από τη θλιβερή Αυστρία του 2008 κι όταν ο προπονητής της, ο Φραντσίσεκ Σμούντα, δεν είναι και ο πρώτος τυχών.

Μετά την εντυπωσιακή ομάδα που ήπιε το πικρό ποτήρι του αποκλεισμού με άδοξο τρόπο το 2004, η Τσεχία κάνει σταθερά βήματα προς τη μετριότητα. Αστέρια που σταμάτησαν, ταλέντα που δεν επιβεβαίωσαν τις προσδοκίες. Δύσκολο να κάνει ξαφνικά την όποια υπέρβαση.

Η Ρωσία, τέλος, είναι το απόλυτο φαβορί του ομίλου. Ενδιαφέρον έμψυχο δυναμικό, επαρκής προπονητής, οικονομική δύναμη σε επίπεδο συλλόγων και καλή φόρμα (ρωτήστε τους Ιταλούς που εισέπραξαν μια ωραία τριάρα σε πρόσφατο φιλικό). Μένουν δύο ερωτηματικά, σχετικά με τις χρόνιες αδυναμίες του ρωσικού ποδοσφαίρου σε επίπεδο εθνικής: την αστάθεια στην απόδοση και, πάνω απ’ όλα, την έλλειψη προσωπικότητας και ψυχολογίας μεγάλης ομάδας. Κάποτε όλα αυτά αλλάζουν. Μπορεί να συμβεί φέτος;

Πρόβλεψη για την πρόκριση: Ρωσία, Πολωνία.

Όμιλος Β΄(Χάρκοβο, Λβιφ): Όμιλος που έχει την παρουσία του ενός από τα δύο μεγάλα φαβορί. Η Γερμανία συνεχίζει σταθερά με τον κορμό της εντυπωσιακής νεανικής ομάδας που εμφάνισε στη Νότια Αφρική. Μοιάζει να είναι η πιο αξιόπιστη και η πιο πεινασμένη για τίτλους από όλα τα φαβορί. Είναι η λογική πρόβλεψη για τον τίτλο της πρωταθλήτριας. Μόνο ερωτηματικό αποτελεί το αν οι (εφτά στην αποστολή) παίχτες της Μπάγιερν θα έχουν ξεπεράσει ψυχολογικά το σοκ του τελικού του Μονάχου.

Σε έναν μάλλον εύκολο όμιλο, η Ολλανδία προκρίθηκε με χαρακτηριστική άνεση. Κι αυτή διατηρεί τον κορμό που της επέτρεψε να φτάσει στον τελικό του τελευταίου Μουντιάλ. Κάποιοι βέβαια έχουν πάρει χρόνια (Φαν Μπόμμελ, Κάουτ) ή δείχνουν κάπως κουρασμένοι (Ρόμπεν). Ωστόσο, τα περισσότερα δεδομένα συνηγορούν υπέρ μιας καλής πορείας. Πόσο καλής;  Μπορεί και πολύ, ιδίως αν επιστρατέψουν και πάλι το γνωστό σύστημα των δρεπανηφόρων αρμάτων. Μόνο που υπάρχει ένα αλλά: δεν θα τρελαθώ από έκπληξη αν τους δω να αποκλείονται από τη φάση των ομίλων. Ο όμιλός τους είναι πονηρός.

Και είναι πονηρός γιατί υπάρχει η Πορτογαλία. Κάπως γερασμένη, με δυσκολίες στα προκριματικά, το χρόνιο πρόβλημά της στην επίθεση και σε μέτρια φόρμα, η Πορτογαλία μοιάζει ικανή για το καλύτερο ή το χειρότερο. Αν ήταν σε καλή κατάσταση θα την έδινα φαβορί για την πρόκριση. Τώρα αποτελεί ερωτηματικό (εκτός κι αν τη σώσει ο παλιός μας γνώριμος Έλντερ Ποστίγκα 😉 ).

Αξιόπιστη, μαχητική, αλλά περιορισμένων δυνατοτήτων, η Δανία του Μόρτεν Όλσεν και του Νίκλας Μπέντνερ έχει ελάχιστες πιθανότητες για κάτι καλό μέσα σ’ αυτόν τον όμιλο φωτιά. Και καθώς τα θαύματα σ’ αυτές τις περιπτώσεις γίνονται μονάχα μια φορά (βλ. το ’92)…

Πρόβλεψη για την πρόκριση: Γερμανία, Ολλανδία ή Πορτογαλία.

Όμιλος Γ΄(Πόζναν, Γκντανσκ): Όταν ένας όμιλος έχει τρεις τουλάχιστον πολύ δυνατές ομάδες (οπότε μία από αυτές δεν θα συνεχίσει) συνηθίζουμε να τον αποκαλούμε «όμιλο του θανάτου» ή άλλως «group of death». Παρακολουθώντας χαιρέκακα την αγωνία της Ευρωζώνης, οι αγγλικές φυλλάδες αποφάσισαν να βαφτίσουν τούτο τον όμιλο «group of debt»! Ισπανοί, Ιταλοί και Ιρλανδοί μαζί (εμείς κι οι Πορτογάλοι δεν χωρούσαμε). Αν αφήσουμε στην άκρη τον σωβινισμό του κερατά και το άκομψο χιούμορ των μετρ του είδους, θα διαπιστώσουμε ότι ο όμιλος δεν είναι και τόσο αμφίρροπος, αλλά μπορεί και να κρύβει εκπλήξεις (όχι πολύ πιθανές).

Η Ισπανία είναι η υπερδύναμη των τελευταίων χρόνων. Ο κορμός των επιτυχιών είναι πάλι εδώ (μείον τον άτυχο τραυματία Βίγια), ενώ ο Τόρρες σαν να ξαναθυμήθηκε ότι κάποτε ήταν σπουδαίος ποδοσφαιριστής. Ωστόσο, υπάρχει η απογοήτευση του αποκλεισμού των δύο μεγάλων ομάδων της Ισπανίας στα ημιτελικά του Τσάμπιονς Ληγκ, ενώ όλοι τις περίμεναν στον τελικό. Και η ομάδα μοιάζει κάπως πιο βαριά, με μικρότερο ενθουσιασμό, λιγότερο πεινασμένη για τίτλους. Έπειτα, ποτέ ευρωπαϊκή ομάδα δεν έχει πάρει σερί τίτλους σε τρεις μεγάλες διοργανώσεις.

Οι Ιταλοί προέρχονται από το κάζο του νοτιοαφρικανικού μουντιάλ τους. Η ομάδα του Πραντέλλι διεκπεραίωσε με επαγγελματικό τρόπο την υπόθεση πρόκριση, αλλά δεν εντυπωσίασε. Τα ονόματα των παιχτών δεν προκαλούν ενθουσιασμό, ούτε η φόρμα τους (όπως διαπίστωσαν κι οι Ρώσοι). Μόνο που οι Ιταλοί είναι Ιταλοί και δεν μπορείς να τους ξεγράψεις μέχρι… να αποκλειστούν πραγματικά. Η κουλτούρα τους σε θέματα τακτικής και η τεχνική κατάρτισή τους είναι τέτοια που μπορούν να σηκώσουν τρόπαιο, χωρίς να τους περιμένει κανείς. Δύσκολα θα κάνουν δεύτερο συνεχόμενο αποτυχημένο τουρνουά. Δύσκολο όμως και να καταφέρουν να πάνε πολύ ψηλά τώρα αμέσως.

Με μια ομάδα που αποτελούν κυρίως ρολίστες του αγγλικού πρωταθλήματος και με μόνα όπλα την παροιμιώδη ιρλανδική αγωνιστικότητα και την ιταλική αλεπού στον πάγκο τους, οι πτωχοί πλην όμως τίμιοι Ιρλανδοί θα παίξουν για την περηφάνεια τους με την ελπίδα να πιάσουν κάποιον στον ύπνο ή σε στιγμή αδυναμίας.

Η Κροατία, τέλος, ποτέ δεν μπόρεσε να πλησιάσει τα επιτεύγματα της ομαδάρας του ’98, όταν με λίγη τύχη κι αν δεν έπεφτε πάνω στους διοργανωτές θα μπορούσε μέχρι και να σηκώσει το τρόπαιο. Φυσικά είναι δύσκολο μια μικρή χώρα να βγάλει τόσο σύντομα μια γενιά αστεριών ισάξια μ’ εκείνη. Επιπλέον, η πορεία της Κροατίας είναι μια καλή απόδειξη για τον τρόπο με τον οποίο η πολιτική επηρεάζει το ποδόσφαιρο. Η εθνική είχε συνδεθεί με το καθεστώς Τούτζμαν. Όταν αυτό έπεσε, ακολούθησε η απονομιμοποίηση του ποδοσφαίρου στο πλαίσιο της κροατικής κοινωνίας με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται. Μετά το ’98 η εθνική Κροατίας προκρίνεται συνήθως στις μεγάλες διοργανώσεις, αλλά δεν καταφέρνει κάτι το αξιόλογο. Η φετινή ομάδα δεν δείχνει ικανή να ανατρέψει την παράδοση αυτή, παρά την αδιαμφισβήτητη προπονητική αξία του Σλάβεν Μπίλιτς. Ο Μόντριτς είναι μόνος, ο Κράνιτσαρ δεν εκπλήρωσε τις προσδοκίες που είχε δημιουργήσει το τεράστιο ταλέντο του κι ο απών της τελευταίας στιγμής Ίβιτσα Όλιτς θα λείψει πολύ από την κροατική επίθεση, ακόμη κι αν έχει μεγαλώσει και δεν βρισκόταν στην καλύτερη κατάσταση της καριέρας του.

Πρόβλεψη για την πρόκριση: Ισπανία, Ιταλία.

Όμιλος Δ΄ (Κίεβο, Ντονιέτσκ): Δεν είναι ο όμιλος με το υψηλότερο επίπεδο, αλλά ίσως είναι ο πιο αμφίρροπος.

Μετά από ένα άθλιο ευρωπαϊκό (2008) και την τραγικότερη αγωνιστική κι εξωαγωνιστική παρουσία ομάδας σε μουντιάλ, η Γαλλία του Λωράν Μπλαν θα επιχειρήσει να αποκαταστήσει την τιμή κι αξιοπρέπειά της. Δεν υπάρχουν πια τόσες βεντέτες κι αυτό είναι καλό μετά από τα ρεζιλίκια στη Νότια Αφρική. Επίσης, μετά από πολλά χρόνια η αποστολή της εθνικής Γαλλίας απαρτίζεται κυρίως από παίκτες του γαλλικού πρωταθλήματος κι όχι από εκπατρισμένους. Κι αυτό μπορεί να είναι και καλό (γιατί δεν είμαι βέβαιος ότι η παρουσία σε μικρομεσαίες ομάδες του αγγλικού πρωταθλήματος βοήθησε στην πρόοδο πολλών ταλέντων του γαλλικού ποδοσφαίρου). Στα προκριματικά δεν έλαμψαν ακριβώς (ήττα και ισοπαλία με τη Λευκορωσία!) κι άλλωστε ο όμιλός τους δεν ήταν και τίποτα σπουδαίο. Επίσης, όπως επισήμαινε ο Πατρίκ Υρμπινί στο Φρανς Φουτμπώλ, η Γαλλία δεν έχει πετύχει ούτε μία νίκη στα τελικά διοργάνωσης χωρίς τον Πλατινί ή τον Ζιντάν! Τέλος πάντων, κάτι μου λέει ότι η σοβαρότητα του Μπλαν και η θέληση των νεαρών Γάλλων για διάκριση θα τους βοηθήσει να προκριθούν. Για περισσότερα είναι μάλλον νωρίς.

Η Αγγλία του Χότζσον κουβαλάει το βαρύ όνομα και την καλύτερη επικοινωνιακή μηχανή που τη φέρνει πάντα μεταξύ των φαβορί για κατάκτηση τίτλου ενώ η πραγματική αξία της είναι πολλές σκάλες κάτω. Και η φετινή Αγγλία είναι μια ομάδα με ρολίστες του εθνικού της πρωταθλήματος (κανένα μέλος της αποστολής δεν αγωνίζεται στο εξωτερικό), χωρίς σπουδαίους ποδοσφαιριστές (μετά τον τραυματισμό και του Λαμπάρντ απέμειναν μόνο ο Τζέρραρντ και ο Ρούνευ, που έτσι κι αλλιώς είναι τιμωρημένος για τα δυο πρώτα ματς). Εάν δεν υπήρχαν οι παραδοσιακές αρετές της αγωνιστικότητας και της περηφάνειας θα τους ξέγραφα άνετα.

Ο κανόνας στις συνδιοργανώσεις είναι ότι διακρίνεται η μία μόνο από τις οικοδέσποινες, ενώ η άλλη πατώνει. Εάν εξετάσουμε την παρουσία τους κατά την τελευταία δεκαετία, η Ουκρανία αποτελεί πολύ πιο αξιόπιστη υποψήφια για διάκριση από την Πολωνία. Μόνο που βρίσκεται σε πτώση. Και μόνο το γεγονός ότι το αστέρι της στην επίθεση εξακολουθεί να είναι ο γερο-Σέβα, λίγο πριν την τιμημένη συνταξιοδότηση, λέει πολλά. Ωστόσο η δύναμη της έδρας μπορεί να μεταμορφώσει προς το καλύτερο. Και, όσο κι αν ακούγεται σε κάποιους παράδοξο, έχω μεγάλη εκτίμηση για τον προπονητή Μπλαχίν.

Σταθερή στην αξιόπιστη μετριότητά της, η Σουηδία του Χάμρεν δεν δείχνει ικανή για σπουδαία πράγματα στον όμιλο αυτό. Ο Ιμπραΐμοβιτς δεν είναι ακριβώς στην καλύτερη κατάστασή του και μεταξύ των υπολοίπων είναι αρκετοί τόσο οι γερασμένοι (Μέλλμπεργκ), όσο και οι άπειροι.

Πρόβλεψη για την πρόκριση: Γαλλία, Ουκρανία.

Αυτά προς το παρόν κι έχοντας επίγνωση του ότι οι προβλέψεις στα χαρτιά ανατρέπονται συνήθως χαλαρά στην πραγματικότητα του αγωνιστικού χώρου. Επειδή, όμως, ύστερα από ένα χρόνο αγρανάπαυσης, κάπως πρέπει να προσελκύσουμε… πελατεία, είπα να προσθέσω μια μικρή δημοσκόπηση με θέμα τον τελικό νικητή του Ευρωπαϊκού. Και καθώς δεν είμαστε σουξεδιάρικο ιστολόγιο να ψηφίσουν πεντακόσια άτομα στην πρώτη ώρα, θα το αφήσω ανοιχτό μέχρι και το τέλος της πρώτης αγωνιστικής των ομίλων (Δευτέρα 11 Ιουνίου και μέχρι τα μεσάνυχτα, ώρα Κεντρικής Ευρώπης), έτσι ώστε να ψηφίσετε έχοντας εικόνα όλων των ομάδων ή, ακόμη καλύτερα, να διορθώσετε την αρχική ψήφο σας με μια δεύτερη, πιο ώριμη. 😉 Ανοίξαμε και σας περιμένουμε! 🙂

Ύβρις, Νέμεσις, Κάθαρσις;

Δεν είχε περάσει μήνας από την ολοκλήρωση της αγωνιστικής περιόδου. Της χειρότερης που είχαμε παρακολουθήσει τα τελευταία χρόνια, ίσως κι όλων των εποχών για το ελληνικό ποδόσφαιρο. Το πρωτάθλημα κρίθηκε σ’ ένα παιχνίδι που αποτελεί τον ορισμό του στημένου και που, επιπροσθέτως, υπήρξε ύμνος στην αλητεία. Ξυλοδαρμός των ποδοσφαιριστών των (λόγω διαιτησίας) ηττημένων, παραγοντικοί τραμπουκισμοί. Όλη η βρομιά του ελληνικού ποδοσφαίρου είχε συμπυκνωθεί σ’ ένα παιχνίδι. Ο τελικός του κυπέλλου σημαδεύτηκε κι αυτός από κακή διαιτησία (σε βάρος του αδυνάτου, φυσικά) και κυρίως από σοβαρά επεισόδια κι ατμόσφαιρα τρομοκρατίας μέσα στο γήπεδο, νέους ξυλοδαρμούς (πάντα των ηττημένων) κι άλλα καλά. Φυσικά πράγματα. Όλα νορμάλ. Βεβαίως… Οι γιορτές του ποδοσφαίρου είναι για τους ξενέρωτους κουτόφραγκους, για μας τους Έλληνες η μπάλα είναι «αντρικό» σπορ. Ή μάλλον δεν είναι σπορ. Είναι μαγκιά. Είναι διαγωνισμός παράνομων μέσων. Μετράει μόνο η επιτυχία, η νίκη, τα φράγκα που αυτή φέρνει. Το στήσιμο ενός αγώνα, ο έλεγχος των παρασκηνίων είναι τα σημαντικά. Το ποδόσφαιρο αυτό καθαυτό μικρή σημασία έχει. Απλώς προσφέρει το κατάλληλο σκηνικό για ν’ αναδειχθεί η επιδεξιότητα και το μεγαλείο της παρανομίας.

Γιατί, πέρα από τους δύο τελικούς (τον άτυπο του πρωταθλήματος κι αυτόν του κυπέλλου), κι όλα τα υπόλοιπα είχαν τη μυρωδιά του στημένου. Παρατηρούσαμε ποιές ομάδες «έπρεπε» να βγουν στην Ευρώπη, ποιες «έπρεπε» να σωθούν και ποιες να πέσουν. Για επιδόρπιο, παρακολουθήσαμε τη θλιβερή οπερέτα των αδειοδοτήσεων. Με βάση αυτά που απλώς μπορεί να υποθέσει ο μέσος λογικός άνθρωπος, τα κριτήρια που είχαν ανακοινωθεί δεν θα πρέπει να τα πληρούσαν πάνω από… 3,5 ομάδες. Για τους ατσίδες της αρμόδιας επιτροπής της ΕΠΟ όλοι ήταν τελικά εντάξει εκτός από τον Ηρακλή, ο οποίος για μια φορά ακόμη γινόταν ο «αίρων τας αμαρτίας» του ελληνικού ποδοσφαίρου (για τον ΟΦΗ και τα Τρίκαλα, η ιστορία ήταν λίγο διαφορετική).

Κι ενώ όλα έδειχναν ότι η ζωή θα συνεχιζόταν ίδια κι απαράλλαχτη, την ώρα που σε άλλο μέτωπο ο νέος Υπουργός Οικονομικών ετοιμαζόταν να εξαγγείλει μέτρα πολύ σκληρότερα από αυτά του λαομίσητου προκατόχου του, η βόμβα έσκασε! Η ιστορία είχε ξεκινήσει μήνες νωρίτερα. Η UEFA και η FIFA είχαν αποφασίσει να καταπολεμήσουν όσο μπορούσαν το παράνομο στοίχημα. Είχαν ειδοποιήσει τις ελληνικές αρχές, μια κι είχαν σταμπάρει μερικά «λουλούδια» που εδώ και χρόνια μπλέκονταν σε ύποπτες ιστορίες. Η τύχη (;) το έφερε να πρόκειται για τους ίδιους ανθρώπους που κινούσαν τα νήματα του ποδοσφαιρικού παρασκηνίου… Η τύχη επίσης βοήθησε να βρεθούν ορισμένοι δικαστικοί και αστυνομικοί που έκαναν τη δουλειά τους με ευσυνειδησία και ικανότητα. Και η τύχη (εδώ βάλτε κι άλλα ερωτηματικά) προσέφερε την καταλληλότερη (τη μόνη δυνατή;) συγκυρία όπου για πρώτη φορά στα ελληνικά χρονικά θα ήταν εφικτό να οδηγηθούν στη δικαιοσύνη οι ισχυροί παρανομούντες, αντί να συνεχίσουν να δοξάζονται σαν πετυχημένοι μάγκες.

Ξαφνικά όλα άρχισαν να βγαίνουν στο φως. Άρχοντες, εκτελεστικά όργανα και ευνοούμενοι του παρασκηνίου. Πάροχοι και αποδέκτες παράνομων υπηρεσιών. Κι ήταν όλοι (σχεδόν) όσοι περιμέναμε… Αυτοί που όταν τολμούσαμε να προφέρουμε τα ονόματά τους έσπευδαν οι έγκριτοι κι αγνοί δημοσιογράφοι να μας επαναφέρουν στην τάξη. «Μη μιλάτε… κερδίζουν αυτοί που παίζουν την καλύτερη μπάλα»! Ήταν οι ίδιοι ακριβώς αθλητικογράφοι που μας ενημέρωναν κάθε εβδομάδα για το πώς θα σφυρίξουν στα προσεχή ματς οι διαιτητές, για το ποιος έχει το πάνω χέρι στο παρασκήνιο…

Ι. Τα χρόνια της «αθωότητας»

Α. Το «αγνό» παρελθόν: Το ελληνικό ποδόσφαιρο δεν ήταν ποτέ καθαρό. Πάντα κυκλοφορούσαν σ’ αυτό άνθρωποι έτοιμοι να πουλήσουν τη μάνα τους για 100 δραχμές. Εντούτοις, η διαφθορά εκείνη, αν και ενδημική, δεν ήταν γενικευμένη. Μιλάμε για περιστασιακές δωροδοκίες διαιτητών και αντιπάλων παικτών, με μεθοδολογίες απίστευτης γραφικότητας. Ακούγονταν ψίθυροι, κάποτε και κραυγές, αλλά για παιχνίδια τα οποία, ανά κατηγορία κι αγωνιστική περίοδο, ήταν μετρημένα στα δάχτυλα του ενός χεριού. Το θρυλικό ματς κυπέλλου Παναθηναϊκού-Ολυμπιακού στη Λεωφόρο, τη δεκαετία του ’60, που ο κόσμος μπήκε μέσα γιατί πίστευε ότι οι δύο ομάδες είχαν συμφωνήσει να το λήξουν ισόπαλο για να γίνει επαναληπτικός και να εισπράξουν περισσότερα χρήματα από τα εισιτήρια. Κάποιοι αγώνες του Ολυμπιακού της εποχής της παντοδυναμίας Γουλανδρή. Κι αργότερα, άλλα ματς, όταν λεγόταν ότι ο Ολυμπιακός είχε «αδυναμία» στους αντίπαλους τερματοφύλακες (Λίσα, Δοξάκης, αργότερα ο Θεολόγης Παπαδόπουλος). Ο Παναθηναϊκός φέρεται να έστησε τον Ηρακλή σ’ ένα ματς. Άλλοι μεγάλοι και μικροί σε κάποια ακόμη. Για όλα αυτά σχεδόν κανείς δεν τιμωρήθηκε ποτέ… Εκτός από τον Ηρακλή, επί πρωθυπουργίας Ράλλη, ο οποίος υποβιβάστηκε γιατί προσπάθησε να στήσει τον ΠΑΟΚ (υπόθεση δωροδοκίας του Φιλώτα Πέλλιου, αν θυμάμαι καλά). Ο Πανιώνιος ποτέ δεν τιμωρήθηκε για τα δύο στημένα μπαράζ παραμονής με Μακεδονικό και ΠΑΣ Γιάννινα. Για την απόπειρα δωροδοκίας στις Σέρρες, επί εποχής Ζήτα, η ΑΕΚ τη γλίτωσε με αφαίρεση 2 (ή 3 βαθμών) και την πλήρωσε ο μεσάζων, ο Ντίνος Μπαλής. Περιστασιακές ιστορίες, χωρίς σύστημα κι οργάνωση.

Β. Η «παντοδυναμία» του καπετάνιου: Τα πρώτα 17 χρόνια του επαγγελματικού ποδοσφαίρου, ο ισχυρός άνδρας ήταν ο Γιώργος Βαρδινογιάννης. Με την αύρα τις σπουδαιότερης επιχειρηματικής οικογένειας που είχε ασχοληθεί μέχρι τότε με το ποδόσφαιρο, με τα κοννέ του στην ΕΠΟ, τα όργανα διαιτησίας και, πρωτίστως, στο ΠΑΣΟΚ, ο «καπετάνιος» φαινόταν να ελέγχει τα ποδοσφαιρικά πράγματα. Μόνο που αν κάποιοι τον θεωρούσαν άρχοντα του παρασκηνίου, τότε, βάσει αποτελεσμάτων, θα πρέπει να παραδεχθούμε ότι ο απολογισμός του ήταν εξαιρετικά πενιχρός. Ή ότι τον χαρακτήριζε αίσθημα δικαιοσύνης. Στο διάστημα αυτό, ναι μεν ο Παναθηναϊκός κατέκτησε τα περισσότερα πρωταθλήματα (6, εκ των οποίων 2 την τελευταία διετία, με τη μεγάλη ομάδα που έφτασε μια ανάσα από τον τελικό του Τσάμπιονς Ληγκ), πλην όμως ο Ολυμπιακός (επί Σ. Νταϊφά) κέρδισε μόλις 1 λιγότερο, και μάλιστα με πιο σφιχτή οικονομική πολιτική από τον βασικό ανταγωνιστή του, ενώ η ΑΕΚ 4! Τίτλους πήραν ακόμη ο ΠΑΟΚ και η Λάρισα!

ΙΙ. Τα χρόνια της παράγκας

Α. Παράγκα Ι: Όλα αυτά θα αλλάξουν ριζικά στην επόμενη φάση του ελληνικού ποδοσφαίρου: από το 1997 μέχρι σήμερα ο Ολυμπιακός έχει κερδίσει 13 τίτλους σε 15 πρωταθλήματα κι ο Παναθηναϊκός μόλις 2! Κανείς άλλος! Και οι τίτλοι του Παναθηναϊκού κατακτήθηκαν σε ειδικές συνθήκες: και τις δύο σεζόν έγιναν στην Ελλάδα βουλευτικές εκλογές. Το 2004 ο ιδιοκτήτης του ΟΣΦΠ ψαχνόταν για να δει που πάνε τα πράγματα. Δεν τράβηξε κι η ομάδα του, έγιναν μερικές στραβές επιλογές, στο τέλος έφερε προπονητή τον Αλέφαντο και φυσικά όλα χάθηκαν… Ο Ιτζχάκ Σουμ έγινε νταμπλούχος. Πέρσι, αντιπαρατέθηκαν η κάψα των πολυμετοχικών του ΠΑΟ για τίτλο όπως-όπως με την αδιαφορία του Κόκκαλη, που είχε αποφασίσει να τα παρατήσει, και με μια γερασμένη ομάδα του ΟΣΦΠ που είχε φάει τα ψωμιά της. Πέραν των δύο εξαιρέσεων, όμως, το τροπάριο ήταν γνωστό: ο Ολυμπιακός πρωταθλητής (ακόμη κι αν χρειαζόταν ενστάσεις και διαιτητικά όργανα ώστε να κερδηθεί ο τίτλος στα χαρτιά). Μια τόσο σαρωτική επικράτηση δεν μπορεί να εξηγηθεί μόνο με όρους αγωνιστικής υπεροχής. Ακόμη κι αν υποτεθεί ότι ο Ολυμπιακός ήταν η καλύτερη ομάδα επί 15 συναπτά έτη, η λογική λέει ότι θα έπρεπε να έχει χάσει περισσότερα πρωταθλήματα από δύο κι από περισσότερους ανταγωνιστές.

Η απάντηση βρίσκεται στην ποιοτική μετάλλαξη της διαφθοράς στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Η διαφθορά καθίσταται συστηματοποιημένη και συστημική, θεσμική ουσιαστικά. Για πρώτη φορά εκπονείται σχέδιο ολιστικής προσέγγισης που θα δώσει επαρκείς απαντήσεις στο ερώτημα «πώς ελέγχεται πλήρως το ποδοσφαιρικό σύστημα μιας χώρας». Πρόκειται για το opus majus μιας μεφιστοφελικής συνάντησης: της συνάντησης της δίψας του ιδιοκτήτη του ΟΣΦΠ, του Σ. Κόκκαλη, να σβήσει τη ντροπή για τα σχεδόν δέκα «πέτρινα χρόνια» της ομάδας του και ν’ απαντήσει στην προσβολή του «καπετάνιου» («ποτέ ξανά πρωτάθλημα στον Πειραιά») με τον πλέον εμφατικό τρόπο και της σατανικής ιδιοφυίας ορισμένων φυσιογνωμιών του παρασκηνίου, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζει η μορφή του Θωμά Μητρόπουλου. Μέσα σ’ ένα καλοκαίρι, όλα αλλάζουν: το νέο παρασκήνιο ελέγχει την ΕΠΟ και σχεδόν όλες τις ΕΠΣ, την ΕΠΑΕ (όπου εγκαθίσταται ο πιο βιτρινάτος αδελφός του Θωμά, ο Βίκτωρας), τα όργανα επιλογής διαιτητών, τα πάντα όλα! Η διαβόητη παράγκα (ας την ονομάσουμε «Παράγκα Ι») έχει γεννηθεί! . Ο θρύλος λέει ότι το δημιούργημα αυτό χρωστά το όνομά του σε μια επιλογή του Θωμά Μητρόπουλου: αντί να κάνει τις κρίσιμες επαφές στα κανονικά γραφεία της εταιρίας του επί της οδού Θηβών, ο ισχυρός άνδρας της ΠΑΕ Αιγάλεω προτίμησε να στήσει ένα λυόμενο σε παρακείμενο οικόπεδο όπου και συναντούσε όλα αυτά  τα πρόσωπα με τα οποία καθόριζε τις τύχες του ελληνικού ποδοσφαίρου. Η φιλοσοφία του συστήματος συνοψιζόταν στην κλασσική ρήση του Σπάθα πατρός, πρώην διαιτητή και στη συνέχεια παράγοντα του πειραιώτικου ποδοσφαίρου: «Ο Ολυμπιακός και το Αιγάλεω να κερδάνε και όλοι οι άλλοι να πάνε να γ…»! Η πραγματικότητα ήταν φυσικά πολύ πιο σύνθετη. Γιατί το σύστημα δεν εξασφάλιζε μόνο τίτλους στον ΟΣΦΠ και διακρίσεις στο Αιγάλεω. Κανόνιζε ποιοι θα διακριθούν, ποιοι θα σωθούν και ποιοι θα πέσουν. Κι όχι μόνο στην Α΄ Εθνική αλλά και στις μικρότερες κατηγορίες, ακόμη και στα ερασιτεχνικά πρωταθλήματα. Ο έλεγχος των πραγμάτων ήταν απόλυτος: διοργανώτρια αρχή, ομοσπονδία, διαιτησία (όπου ο έλεγχος του οικοδομήματος ήταν ασφυκτικός: οι διαιτητές της παράγκας στρατολογούνταν και καταρτίζονταν στις μικρότερες κατηγορίες για να προβιβασθούν πανέτοιμοι στην Α΄Εθνική). Κυρίως, όμως, ένα δίκτυο προθύμων ομάδων, απόλυτα προσδεδεμένων στο άρμα του ισχυρού και της παράγκας, περισσότερες από 10 σε κάθε πρωτάθλημα (όταν οι «θυγατρικές» του ΠΑΟ στα χρόνια της παντοδυναμίας του ποτέ δεν ξεπέρασαν τις 4-5) έτοιμες για κάθε θέλημα, με αντάλλαγμα τη διάκριση, την παραμονή, την ευνοϊκή πώληση παιχτών στον ισχυρό, δανεικούς ποδοσφαιριστές κ.λπ. Οι ομάδες αυτές τα έδιναν όλα στα ματς με ανταγωνιστές του ισχυρού. Όταν όμως αντιμετώπιζαν τον ευνοούμενο της παράγκας, τα πάντα άλλαζαν: π.χ. σ’ έναν αγώνα πρόθυμου μικρού με τον ΟΣΦΠ στις κερκίδες βρίσκονταν οπαδοί μόνο του δεύτερου. Ο τόνος δινόταν πριν από το εναρκτήριο λάκτισμα, όταν τιμούνταν για την προσφορά τους στο ποδόσφαιρο παλαίμαχοι του ισχυρού. Η ενδεκάδα της πρόθυμης ομάδας ήταν όλως πειραματική: όσοι ήταν τιμωρημένοι λόγω καρτών εξέτιαν την ποινή στο ματς αυτό (ανίκητη ελληνική πατέντα η επιλογή του αγώνα στον οποίο θα εκτίσει την ποινή ο τιμωρημένος), τα ατού της ομάδας παρουσίαζαν ξαφνικούς τραυματισμούς ή ψυχολογικά προβλήματα. Ο προπονητής θεωρούσε ότι το ματς με τον πρωτοπόρο ήταν η ιδανική στιγμή για να δοθεί η ευκαιρία σε μερικούς εφήβους. Κι αυτό το σύνολο, που έπαιζε μαζί για πρώτη και μάλλον τελευταία φορά είχε πάρει εντολή να παίξει «μαλακά». Ομορφιές. Αυτή η «ιδιαιτερότητα» αποτελούσε την κατεξοχήν νόθευση του ελληνικού πρωταθλήματος.

Β. Παράγκα ΙΙ – α. τα πραγματικά περιστατικά: Κάπως έτσι θα περάσουν πολλά χρόνια. Μεγάλες μορφές αναδείχθηκαν, σαν τον τιτανοτεράστιο πρόεδρο της ΕΠΟ Γκαγκάτση, ο οποίος καθαγιάσθηκε (;) στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ, δηλαδή του Ευρωπαϊκού της Πορτογαλίας. Το άστρο κάποιων άρχισε να σβήνει. όπως των αδελφών Μητρόπουλων (το Αιγάλεω άρχισε να πέφτει κατηγορίες). Μία ήταν μόνο η σταθερά: το πρωτάθλημα κατέληγε πάντα στο λιμάνι. Μέχρι που έφτασε το πλήρωμα του χρόνου κι ο ιδιοκτήτης του ΟΣΦΠ αποφάσισε ότι έπρεπε να αποσυρθεί. Την ίδια ώρα, στον μεγάλο αντίπαλο, το πείραμα της πολυμετοχικότητας και τα διαθέσιμα χρήματα δημιουργούσαν ακλόνητες βεβαιότητες και ακατανίκητες επιθυμίες. Τα σκήπτρα έπρεπε να ξαναγυρίσουν στους πράσινους. Την ίδια ώρα, άλλα πρόσωπα, όλοι ικανοί και έμπειροι παίκτες του παρασκηνίου έστηναν την «Παράγκα ΙΙ». Είναι πολύ πιθανό να προσέφεραν τις υπηρεσίες τους στον βουλιμικό και φουριόζο περσινό πρόεδρο του ΠΑΟ. Μόνο που δεν χρειάστηκαν ποτέ. Έτσι κι αλλιώς ο Παναθηναϊκός πέρσυ έχασε και τα δύο ντέρμπυ με τον ΟΣΦΠ. Κέρδισε σχετικά άνετα τον τίτλο γιατί ήταν σταθερός και σοβαρός με τους μικρότερους, την ώρα που ο γερασμένος κι αδιάφορος Ολυμπιακός πέταγε βαθμούς δεξιά κι αριστερά. Δεν χρειάζεται παράγκα όταν υπάρχει μόνον ένας ενδιαφερόμενος.

Να όμως που το καλοκαίρι του 2010 οι ενδιαφερόμενοι έγιναν ξανά δύο! Κι από τους δύο, μόνον ένας ήταν πραγματικά ζεστός, ακόμα πιο βουλιμικός και φουριόζος κι έτοιμος να κάνει οτιδήποτε για να δείξει ότι η σεζόν 2009-2010 ήταν απλώς μια πράσινη παρένθεση. Την ώρα που στον ΠΑΟ η πολυμετοχικότητα κατέρρεε και ύστερα από ένα βαλς εναλλαγών στον προεδρικό θώκο καταλήγαμε στην απόλυτη αδιαφορία των μετόχων για την ομάδα τους, ο Βαγγέλης Μαρινάκης ήταν έτοιμος για τα πάντα. Το κομβικό σημείο ήταν παραδόξως η νίκη του ΠΑΟ επί του Άρη στη Θεσσαλονίκη, με το πέτσινο πέναλτυ: οι φωνές του (και πρόεδρου της διοργανώτριας αρχής) Μαρινάκη ήταν τέτοιες που σε έκαναν να πιστέψεις ότι κάποιοι ήταν ένοχοι εσχάτης προδοσίας. Στην πραγματικότητα σηματοδοτούσαν την αλλαγή σκηνικού. Η βασιλεία της Παράγκας ΙΙ είχε αρχίσει κι ο σκοπός ήταν ίδιος μ’ αυτόν της Παράγκας Ι. Η συνέχεια ξεπέρασε κάθε προσδοκία, κάθε προηγούμενο, με αποκορύφωμα το στημένο ντέρμπυ της ντροπής στο Καραϊσκάκη.

β. Τα πρόσωπα: Οι αρχιτέκτονες της παράγκας δεν ήταν τίποτε πρωτόβγαλτοι. Άρχοντάς της, ο Αχιλλέας Μπέος. Άνθρωπος με το ιδανικό επάγγελμα για παράγοντα του ποδόσφαιρου με ειδίκευση στο παρασκήνιο (ιδιοκτήτης νυχτερινών κέντρων) που γνωρίζει ταυτόχρονα πολλά καντάρια μπάλα. Διακρίθηκε ως πρόεδρος του Πανιωνίου, όταν με λίγα μέσα κατόρθωσε να φτιάξει μια εξαιρετικά ανταγωνιστική ομάδα που έβγαινε στην Ευρώπη κι έπαιζε όλους τους μεγάλους στα ίσα. Στα χρόνια της Παράγκας Ι ήταν αυτόνομος: τον Ολυμπιακό ο Πανιώνιος πάντα τον κόντραρε στα χρόνια του Μπέου. Μετά τη φυγή του από τον Πανιώνιο «κατέφυγε» στον Ολυμπιακό Βόλου, τον οποίο ανέβασε κατηγορίες. Φέτος, με τη  επιστροφή της ομάδας στην Α΄ Εθνική, ο Ολυμπιακός Βόλου παρουσίασε μια εξαιρετική ομάδα που κέρδισε την έξοδό της στην Ευρώπη, κάτι πρωτόγνωρο για τα ελληνικά χρονικά. Ευφυής και ικανός, ο Μπέος έχει ένα κακό συνήθειο: τον περίεργο στοιχηματισμό σε ύποπτους αγώνες. Εκείνο το αλήστου μνήμης ευρωπαϊκό ματς μεταξύ Πανιωνίου και Διναμό Τυφλίδας (δύο ημίχρονο, ένα τελικό) είχε κάτσει εδώ και χρόνια στον λαιμό των υπευθύνων της Ουέφα.

Δεξί του χέρι και αντιπρόεδρος της ομάδας του Βόλου, μολονότι Αχαιός, ο πρώην αντιπρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών Αθ. Κανελλόπουλος. Παρότι προερχόμενος διοικητικά από τον ΠΑΟ, ο Κανελλόπουλος διατέλεσε πρόεδρος της ΕΠΑΕ στα χρόνια της Παράγκας Ι με ρόλο ιδιαίτερα σκοτεινό. Το καλοκαίρι προαλειφόταν για πρόεδρος της διοργανώτριας αρχής με την υποστήριξη του Μαρινάκη και του, τότε τέως και μελλοντικού (!) προέδρου του ΠΑΟ, Ν. Πατέρα, μέχρι που τελικά ο Μαρινάκης αποφάσισε να πάει ο ίδιος για το αξίωμα.

Αυτονομημένος, αλλά μέσα σ’ όλα τα καλά κόλπα, ένας αληθινός «άρχοντας» του ποδοσφαίρου, ο Μπιγκ Μακ Μάκης Ψωμιάδης (με όλη τη φαμίλια του). Επαγγελματικά συνάδελφος του Μπέου (μάλλον παλαιότερος στο κουρμπέτι), έχοντας εξαιρετικές σχέσεις με στρατιωτικούς και εκκλησιαστικούς κύκλους, ο Ψωμιάδης εισέβαλε δυναμικά στα αθλητικά δρώμενα το ’88 ως ιδιοκτήτης της μπασκετικής ΑΕΚ (οι μεγαλύτεροι θυμούνται τις συνθήκες υπό τις οποίες αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την ομάδα ο Ντάνυ Βραίηνς). Έφτασε στην κορυφή ως ιδιοκτήτης της ποδοσφαιρικής ΑΕΚ (και όλες οι μετέπειτα διοικήσεις τον κυνηγούν για μυθικά ποσά που φέρεται να καταχράσθηκε). Στη συνέχεια ειδικεύθηκε να οδηγεί ομάδες από το μηδέν στη διάκριση (παλιότερα τον Ακράτητο, τώρα την Καβάλα). Έκανε την Καβάλα (στην οποία, λόγω… νομικών εκκρεμοτήτων διόρισε πρόεδρο τον γιο του) μια από τις καλύτερες ομάδες του πρωταθλήματος, φέρνοντας παίχτες που υπό φυσιολογικές συνθήκες θα μπορούσαν να παίξουν μόνο σε ΠΑΟ ή ΟΣΦΠ. Την παραμονή της έκδοσης του εντάλματος για τη σύλληψή του είχε μόλις ολοκληρώσει ένα ακόμη μεγάλο ντηλ: τη συγχώνευση της Καβάλας με τον ιστορικό αλλά υποβιβασμένο (λόγω οικονομικών προβλημάτων και πλαστογραφημένης φορολογικής ενημερότητας) Ηρακλή Θεσσαλονίκης. Είχε κοινό με τον Μπέο και το μοιραίο χούι του στοιχηματισμού σε ύποπτα παιχνίδια. Με πολύπλευρες δραστηριότητες, μεταξύ των οποίων και η προμήθεια αναβολικών ουσιών σε αθλητές διαφόρων αθλημάτων. Είναι ο άνθρωπος που δεν έχασε δίκη από αντιπάλους τόσο ισχυρούς όσο ο κάποτε ισχυρός άνδρας του ΠΑΣΟΚ Κ. Λαλιώτης ή οι διοικήσεις της αγαπημένης του ΑΕΚ. Πώς να χάσει άλλωστε όταν τη δικάσιμο επιτυγχάνεται αναβολή λόγω των εισαγωγών του σε νοσοκομείο (χρονίως πάσχων από φυματίωση).

Κοντά σ’ αυτούς πλήθος υπαρχηγών, βαρόνων, στελεχών και εκτελεστικών οργάνων: παράγοντες, εν ενεργεία και βετεράνοι ποδοσφαιριστές, προπονητές κι άλλοι πολλοί. Μεταξύ τους και κάποια αστέρια της Παράγκας Ι, σαν τον Θωμά Μητρόπουλο ή τον «υπαρχηγό» του, τον περιβόητο Σπάθα. Τα ονόματα, τις πράξεις και τους διαλόγους τους μπορεί κανείς να θαυμάσει (και να διασκεδάσει… ή να κλάψει) διαβάζοντας το κατηγορητήριο.

Και τώρα, τι γίνεται; Ο δρόμος είναι ακόμη μακρύς: υπάρχουν συλλήψεις, εντάλματα σύλληψης και ασκήσεις ποινικής δίωξης. Απέχουμε πολύ από καταδίκες. Όλοι οι κατηγορούμενοι απολαύουν του τεκμηρίου αθωότητας, το οποίο είναι απολύτως σεβαστό. Άλλωστε η φυλακή δεν είναι ωραίο πράγμα και δεν την εύχεσαι ούτε στον χειρότερο εχθρό σου. Υπάρχει, όμως, και μια άλλη παράμετρος: η αθλητική δικαιοσύνη που δεν λειτουργεί με τα κριτήρια της ποινικής και δεν απαιτεί για την τιμωρία τον ίδιο βαθμό βεβαιότητας και τα ίδια αποδεικτικά στοιχεία. Σε άλλες χώρες, υπήρξαν εξοντωτικές τιμωρίες για μικρότερης βαρύτητας αδικήματα. Στη Γαλλία υποβιβάσθηκε η Μαρσέιγ και της αφαιρέθηκαν τίτλοι, κι ας ήταν η μοναδική γαλλική ομάδα με Κύπελλο Πρωταθλητριών Ευρώπης στην τροπαιοθήκη της. Στην Ιταλία ομοίως υποβιβάσθηκε ολόκληρη Γιουβέντους. Κι από αυτήν αφαιρέθηκαν τίτλοι κερδισμένοι στο γήπεδο, τίτλοι που θα είχαν κατά πάσα πιθανότητα κατακτηθεί ακόμα κι αν όλα ήταν καθαρά. Παλαιότερα είχε υποβιβασθεί για στημένα παιχνίδα η Μίλαν. Στην Ελλάδα οι αθλητικές ποινές πρέπει να είναι τουλάχιστον αντίστοιχες σε αυστηρότητα, αν όχι βαρύτερες. Ακόμη κι αν καταλήξουμε με πέντε ομάδες στη μεγάλη κατηγορία. Ακόμη κι αν αποφασισθεί να αποσυρθούν όλες οι ομάδες μας από τα ευρωπαϊκά κύπελλα. Είναι η μοναδική μας ευκαιρία να αποκτήσουμε ένα σχετικά καθαρό και τίμιο ποδόσφαιρο (γιατί η διαφθορά είναι στοιχείο της ανθρώπινης φύσης, δεν εξαλείφεται – περιορίζεται όμως). Είναι μια μεγάλη ευκαιρία να εφαρμοσθούν στην Ελλάδα οι ισχύοντες νόμοι, να αποδοθεί δικαιοσύνη, να πραγματωθεί επιτέλους η ισονομία με τη σύγχρονη έννοιά της. Ας είναι και στο ποδόσφαιρο. Θα είναι μια αρχή. Δεν θάναι μικρό πράγμα… 

Η καρδιά του πρωταθλητή (και άλλα κλισέ)

Μπήκα στο σπίτι μία ώρα πριν ξεκινήσει το μεγάλο ντέρμπι. Κουρασμένος από δύο πτήσεις, τις αποσκευές και αυτό το λάπτοπ που μου έχει καταστρέψει τον δεξιό ώμο (κι όχι μόνο). Άρχισα να παρακολουθώ το παιχνίδι σχεδόν αδιάφορος, σε κάθε περίπτωση χωρίς τη συναισθηματική φόρτιση του οπαδού την ώρα του μεγάλου ντέρμπυ. Είδα τον Παναθηναϊκό με κάπως μεγαλύτερη αγωνιστική διάθεση, αλλά τα ίδια αγωνιστικά προβλήματα. Τον Ολυμπιακό να έχει μια πιο συμπαθητική κυκλοφορία της μπάλας, αλλά άμυνα που έμοιαζε πολύ τρωτή: ίσως όχι από ένα ΠΑΟ με τέτοιες αποστάσεις ανάμεσα στις γραμμές, αλλά με μια μεγάλη ομάδα του Τσάμπιονς Ληγκ φαντάζομαι ότι δεν θα είχε καλύτερη τύχη απ’ τον Παναθηναϊκό της Βαρκελώνης. Ο συνδυασμός κούρασης και μέτριου ποδοσφαίρου (καλοί είναι πάντα οι ευφημισμοί) άρχισε να με κάνει να χάνω κι άλλο το ενδιαφέρον μου: ο Παναθηναϊκός μου φάνηκε ομάδα με αρκετούς τελειωμένους παίχτες, ο Ολυμπιακός πάλι με μπόλικους μέτριους. Όταν πια ο Παναθηναϊκός δέχτηκε το γκολ (εξαιρετική ενέργεια του Μιραλλάς) άφησα τον καναπέ και πήγα να αδειάσω τις βαλίτσες. Τακτοποιούσα τα ρούχα ρίχνοντας ράθυμες ματιές στην τηλεόραση. Κάπου περνούσαν απ’ το μυαλό μου σκέψεις για το τι θα επακολουθούσε στην ομάδα μου αν το αποτέλεσμα δεν άλλαζε: ποιός θα ήταν ο αντικαταστάτης του Νιόπλια και πότε θα έπαιρνε είδηση το τι παίζει στο ελληνικό πρωτάθλημα, τις εκκαθαρίσεις του έμψυχου δυναμικού, την αναταραχή και τις φουρτούνες που θα διέλυαν τη σεζόν της ομάδας. Όλα αυτά μέχρι που ήρθε η ισοφάριση. Ο οπαδός μέσα μου ξύπνησε και παρακολούθησα τον υπόλοιπο αγώνα όρθιος, σιγοψιθυρίζοντας γαλλικά…

Την ύστατη στιγμή ο Παναθηναϊκός ξύπνησε. Από το τελευταίο ποστ για το δράμα της εντός έδρας ήττας από την Κοπεγχάγη μέχρι το ντέρμπυ των αιωνίων μεσολάβησαν αρκετά επεισόδια στο ψυχόδραμα του φετινού πολυμετοχικού: η άνετη επικράτηση στο Ηράκλειο και η συναισθηματική αντίδραση του Νιόπλια, η συμπαθητική εμφάνιση-νίκη με τον ΠΑΟΚ, το απελπιστικά φοβισμένο παιχνίδι με τη Ρούμπιν και φυσικά το άθλιο ματς με την ΑΕΚ, στο οποίο ο ΠΑΟ έπιασε χαλαρά πάτο: απέναντι σε μια ομάδα με μέτριο υλικό, κραχτές αδυναμίες, αλλά ανεβασμένη ψυχολογία. ο Παναθηναϊκός έδωσε εικόνα ικανή να αποκαρδιώσει τον πιο φανατικό οπαδό του. Ο Σισσέ μόνος κι αβοήθητος σαν την καλαμιά στον κάμπο, Λάζαρος και Λουίς Γκαρσία 30 μέτρα μακριά του, ανόρεχτοι και γκαφατζήδες, ανύπαρκτη επιθετική ανάπτυξη και πιο πίσω τα τιμημένα γηρατειά. Όσο για την άμυνα… μία μόνο γκάφα φτάνει (η ασίστ του Σαρριέγκι στον Τζεμπούρ) για να δώσει προβάδισμα στον αντίπαλο και να παραλύσει μια ομάδα με άμεση ανάγκη ψυχολογικής υποστήριξης.   

Στο ημίχρονο του ντέρμπυ, ο οιονεί απολυμένος Νιόπλιας δεν είχε άλλη επιλογή από το να ρισκάρει. Τα ρίσκα του, όμως, ήταν σύμφωνα με τη λογική. Μαζί με την τεράστια προσωπικότητα του Τζιμπρίλ Σισσέ (όσο κι αν αποτελεί στερεότυπο, η άποψη ότι βοηθά πολύ να έχεις μεγάλους παίχτες στην ομάδα σου ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα) και τη σπουδαία εμφάνιση του Χριστοδουλόπουλου, οδήγησαν σε μια καθαρή νίκη επί του αιώνιου αντιπάλου. Μερικά προσωπικά συμπεράσματα, εν συντομία:

– Πιθανότατα στον Λάζαρο Χριστοδουλόπουλο η θέση του δεύτερου επιθετικού (του επιθετικού υποστήριξης ας πούμε) ταιριάζει πολύ περισσότερο από αυτήν του ακραίου μεσοεπιθετικού. Το βέβαιο είναι ότι στον Παναθηναϊκό ταιριάζει πολύ περισσότερο το σύστημα με δύο επιθετικούς. Για να μην πούμε ότι είναι το μόνο λογικό. Και βέβαια καταδεικνύει ακόμη περισσότερο το τραγικό σφάλμα αυτών που αποφάσισαν για το έμψυχο δυναμικό αφήνοντας την ομάδα μ’ ένα μόνο επιθετικό (άντε δύο, αν και…).

Ο Παναθηναϊκός έχει καλύτερο έμψυχο δυναμικό από τον αντίπαλό του, αν και «άνισο» (έλλειψη επιθετικών λύσεων πίσω από τον Σισσέ, τρεις, τουλάχιστον, μέχρι πρότινος βασικοί που μοιάζουν ποδοσφαιρικά τελειωμένοι). Αν ο Γκοβού ξαναβρεί τον καλό εαυτό του, όταν επιστρέψουν οι τραυματίες που η απουσία τους στοιχίζει (Λέτο, Νίνης) και με την απαραίτητη προσθήκη ενός επιθετικού με τις μεταγραφές του Δεκεμβρίου, ο Παναθηναϊκός είναι σαφώς το φαβορί (παρά τα περί του αντιθέτου λεγόμενα από κάποια ΜΜΕ).

– Παιχνίδι με το παιχνίδι ο Μπουμσόνγκ αποδεικνύει ότι αποτελεί μια απολύτως αξιόπιστη αμυντική λύση, τουλάχιστον για το ελληνικό πρωτάθλημα. Η εντελώς λογική επιλογή είναι (για πολλούς λόγους) το δίδυμο Μπουμσόνγκ-Καντέ που έπαιξε χτες (μολονότι ο δεύτερος ήταν σχετικά ανέτοιμος λόγω του τραυματισμού του).

– Στα μισά του α΄ γύρου, ο Παναθηναϊκός έχει βγάλει ένα απίστευτα δύσκολο πρόγραμμα (ΟΣΦΠ, ΠΑΟΚ, ΑΕΚ, Άρη) σε αντίθεση με τον βασικό αντίπαλό του. Αυτό το στοιχείο αποτελεί σημαντικό πλεονέκτημα, με την προϋπόθεση ο ΠΑΟ να συμπεριφερθεί όπως πρέπει στα παιχνίδια με τους μικρούς (κάτι που μένει να αποδειχτεί).

Περισσότερο από απόδειξη των ικανοτήτων του ΠΑΟ, το χτεσινό παιχνίδι αποτέλεσε διάψευση μιας σειράς ψευδοβεβαιοτήτων για τον φετινό Ολυμπιακό. Κάποιοι βάφτισαν υπερομάδα που παίζει διαστημικό ποδόσφαιρο ένα φιλότιμο και ενδιαφέρον σύνολο που μέχρι τώρα είχε απλώς κερδίσει εύκολα παιχνίδια με μικρούς και νεοφώτιστους. Ένα ψιλοδύσκολο εκτός έδρας που έπαιξε (με Ηρακλή) το είχε χάσει. Το πιο δύσκολο εντός έδρας (με Άρη) το κέρδισε με τα χίλια ζόρια. Οπότε αυτή η βεβαιότητα στηριζόταν σε εντελώς σαθρές βάσεις. Ο Ολυμπιακός έχει να αποδείξει περισσότερα πράγματα από τον ανασφαλή φετινό ΠΑΟ, ακριβώς γιατί πρόκειται για ομάδα υπό δημιουργία.

– Ο Βαλβέρδε είναι ικανός τεχνικός για να δημιουργεί ομάδες που παίζουν συμπαθητικό ποδόσφαιρο, αλλά στη διαχείριση δυσκολιών κατά τη διάρκεια του αγώνα υστερεί δραματικά. Χτες η αντίδρασή του στις κινήσεις Νιόπλια ήρθε απελπιστικά αργά και δεν έδωσε τίποτε.

Η αμυντική λειτουργία του Ολυμπιακού έχει πολλά προβλήματα προς το παρόν. Υπάρχει η απουσία αμυντικών χαφ, αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Χτες για παράδειγμα φάνηκε περίτρανα ότι ο Αβραάμ είναι απλώς «κατσίκι».

Και ο Ολυμπιακός έχει σοβαρό πρόβλημα φυσικής κατάστασης. Σε όλα του τα μέχρι τώρα παιχνίδια στο β΄ μέρος η απόδοση του Ολυμπιακού πέφτει. Στο χτεσινό η πτώση απόδοσης έμοιαζε με κατάρρευση (η ομάδα δεν έκανε ούτε μία φάση σε ολόκληρο ημίχρονο, ενώ το αριθμητικό μειονέκτημα δεν μπορεί να τα εξηγήσει όλα). Επομένως, ή ο Έμπεν έκανε θαύματα σε ένα μήνα ή στον Πειραιά πρέπει να ανησυχούν.

– Η επιλογή της διοίκησης του πειραϊκού συλλόγου (και των πολλών φίλα προσκείμενων ΜΜΕ) να ρίξουν την ευθύνη της ήττας στη διαιτησία όχι μόνο δεν ανταποκρίνεται στην πραγματική εικόνα του ματς, αλλά μπορεί να αποδειχτεί μπούμερανγκ για την ομάδα. Όπως, βέβαια, και η urbi et orbi διακήρυξη περί του ότι «είμαστε καλύτεροι ομάδα και θα βγούμε πρωταθλητές». Για τους οπαδούς καλά είναι όλα αυτά, αλλά όχι και για μια ομάδα που χρειάζεται ακόμη δουλειά και προσθήκες. Εκτός πια κι αν υπάρχει βεβαιότητα ότι το πρωτάθλημα θα το κρίνουν η διαιτησία και η παράγκα…

Συμπερασματικά, το αποτέλεσμα του σαββατιάτικου ντέρμπυ αποκατέστησε ισορροπίες και έκανε πιο αμφίρροπο το (- για να μην ξεχνιόμαστε – μέτριο, πολύ μέτριο) πρωτάθλημα Ελλάδας. Που θα ήταν ακόμη πιο συναρπαστικό αν η ΑΕΚ δεν κλώτσαγε την ευκαιρία απέναντι στον ετοιμοθάνατο Πανιώνιο (γουίθ ε λιτλ χελπ φρομ δε ρέφερυ, βεβαίως). Κάποιοι, όμως, στην ΑΕΚ είχαν πιστέψει ότι με την άφιξη Χιμένεθ η χειρότερη ΑΕΚ της τελευταίας εικοσαετίας μεταμορφώθηκε σε πριγκίπισσα: ωραίες οι νίκες με Άρη (κυρίως) και με ΠΑΟ (από άποψη βαθμών και πρεστίζ), αλλά δεν εξαφανίζονται έτσι οι αδυναμίες του ρόστερ και της ομάδας. Δεν βοήθησαν και οι διθύραμβοι μετά τη νίκη επί του ΠΑΟ, όταν οι εφημερίδες μίλαγαν για σπουδαία εμφάνιση, ενώ στην πραγματικότητα επρόκειτο για μέτρια εμφάνιση με τραγικό αντίπαλο, αφήστε στην άκρη που αν ο Ζιλμπέρτο σημάδευε σωστά στο 85′ δεν θα υπήρχε καν νίκη! Κι όσο για τους υπόλοιπους μεγάλους, ο μεν Άρης βολοδέρνει στη μετριότητα μετά τα σοκ με ΑΕΚ και Τρίκαλα, ο δε ΠΑΟΚ αναρωτιέται μήπως ο Μάκης Χάβος είναι το μεγάλο προπονητικό ταλέντο που αγνοούσαμε (έτσι γίνεται όσο έρχονται οι νίκες, έστω και τυχερές όπως αυτή στο Ηράκλειο). 

Συμφορές, καταστροφές και διοικητικοί ερασιτεχνισμοί

Καλά να πάθω που ήθελα να συνεχίσω το ποδοσφαιρικό ιστολόγιο και μετά το Μουντιάλ. Βρίσκομαι διαρκώς στη δυσάρεστη θέση να κλαίγομαι για τα παθήματα της ομάδας μου. Επειδή, όμως, μετά το τελευταίο σκανδιναβικό στραπάτσο, η παραπληροφόρηση, η προπαγάνδα και η σκόπιμη συσκότιση πάνε σύννεφο, ας προσπαθήσουμε να βγάλουμε μια άκρη για τους λόγους που οδήγησαν τον Παναθηναϊκό σε μια από τις χειρότερες ευρωπαϊκές εμφανίσεις στην Ιστορία του. Η «επίσημη» εκδοχή μάς λέει ότι φταίνε η κακή φυσική κατάσταση, η άμυνα (ή, μάλλον ακριβέστερα, οι αμυντικοί) και οι αστοχίες της «κακής» διοίκησης Τζίγγερ. Πόσο ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα αυτές οι παραδοχές; Κι αν ναι, φταίνε μόνον αυτά ή μήπως και πολλά άλλα που όχι τυχαία αποσιωπούνται;

Ι. Η κακή φυσική κατάσταση: Ο έρωτας και το χρήμα ίσως τελικά και να μπορούν να κρυφτούν, ο βήχας κάπως δυσκολότερα, αυτή, όμως, η ρημάδα η κακή φυσική κατάσταση δεν κρύβεται με τίποτε. Πώς να κρυφτεί δηλαδή όταν ο Παναθηναϊκός περπατάει από το πρώτο λεπτό, αδυνατεί να ασκήσει την πλέον στοιχειώδη πίεση στον αντίπαλο και δεν έχει την παραμικρή έκρηξη στο παιχνίδι του; Είναι πρόδηλο ότι στην προετοιμασία έγιναν πολλά λάθη. Ότι η επιλογή γυμναστή ήταν εσφαλμένη, μια και εκ των πραγμάτων αποδεικνύεται ότι οι επιλογές του κατά τη διάρκεια της βασικής προετοιμασίας ήταν εσφαλμένες. Όλα αυτά μοιάζουν αυταπόδεικτα με την παρούσα εικόνα της ομάδας. Προφανώς και δεν λήφθηκε καμιά ειδική μέριμνα για το πρόβλημα που όλοι γνώριζαν ότι θα αντιμετώπιζε ο ΠΑΟ: τη συμμετοχή (και τη συνακόλουθη καταπόνηση) των περισσότερων ποδοσφαιριστών του στο ΠΚ της Νότιας Αφρικής. Η ιδιαιτερότητα αυτή, σε συνδυασμό με την απόλυση ενός τημ που είχε αποδείξει ότι ήξερε να προετοιμάζει σωστά την ομάδα από άποψη φυσικής κατάστασης είχαν προκαλέσει ερωτηματικά σε πολλούς. Περιαυτολογώντας κατ’ ανάγκη, υπενθυμίζουμε ότι είχαμε διατυπώσει τις αμφιβολίες μας από το καλοκαίρι (ενώ και ο φίλος π2 είχε αναπτύξει εκτενέστερα το θέμα με τα σχόλιά του). Φυσικά το ζήτημα είναι πιο περίπλοκο απ’ ό,τι νομίζουν ορισμένοι: κι άλλες ομάδες, μεταξύ των οποίων κι ορισμένες πραγματικά μεγάλες, αντιμετώπιζαν το ίδιο πρόβλημα με τους «μουντιαλικούς» τους, χωρίς να καταφέρουν να το λύσουν (τί να πει ας πούμε η Μπάγιερν, που σε 6 ματς πρωταθλήματος έχει 2 ισοπαλίες και 2 ήττες, ή η Ρεάλ που συνεχίζει να ψάχνεται, ακόμη και η Ίντερ που δεν εντυπωσιάζει ακριβώς;). Σε καμία από αυτές δεν τέθηκε εν αμφιβόλω η επάρκεια του τημ των γυμναστών τους. Για να το πούμε και αλλιώς, δεν ξέρω αν θα έλυνε το πρόβλημα ο Έμπεν, αν υποθέσουμε ότι έκανε αυτός την προετοιμασία της ομάδας (όπως δεν ξέρω αν θα μπορούσε να κάνει σωστά τη δουλειά ο Κέζος σε μια χρονιά χωρίς καταπόνηση πολλών παικτών λόγω ΠΚ). Όμως το πρόβλημα του ΠΑΟ είναι πολύ σοβαρότερο για να συνοψισθεί απλώς στην κακή φυσική κατάσταση. Η ομάδα που παρακολουθούμε σέρνεται από το ξεκίνημα σχεδόν των αγώνων, επιδεικνύει απίστευτη νωθρότητα, έλλειψη αγωνιστικότητας και προσωπικότητας. Όλα αυτά δεν οφείλονται αποκλειστικά στην κακή προετοιμασία και την ανεπαρκή φυσική κατάσταση.

ΙΙ. Η κακή άμυνα και οι πιο κακοί αμυντικοί: Εδώ και χρόνια στον Παναθηναϊκό κάποιοι έχουν αποφασίσει ότι για όλα τα στραβά φταίει η άμυνα και για την ακρίβεια οι ανεπαρκείς κεντρικοί μπακ. Ωραία, δεν πρόκειται να το παίξω τρελός ισχυριζόμενος ότι η ομάδα έχει τους καλύτερους αμυντικούς στον κόσμο, θα επαναλάβω όμως ότι: πρώτον, δεν έχει κατ’ ανάγκη χειρότερο υλικό από τους βασικούς εγχώριους ανταγωνιστές της και, δεύτερον, και κυριότερο, το σημαντικότερο δεν είναι τα πρόσωπα, αλλά η συνολική αμυντική λειτουργία της ομάδας. Να θυμίσω πόσο αξιόπιστος ήταν αμυντικά ο ΠΑΟ με κεντρικά μπακ τον Γκούμα και τον Βόκολο (κανένας από τους οποίους δεν ήταν Μπεκενμπάουερ); Δεν χρειάζεται, γιατί η απόδειξη ήρθε χειροπιαστή στο ματς με την Κοπεγχάγη. Κάποιοι έπεισαν τον προπονητή ότι υπεύθυνος για όλα τα δεινά ήταν ο συμπαθής Μπουμσόνγκ κι ότι καλό θα ήταν να βάλει στο κέντρο της άμυνας κάποιον από τους «παγκοσμίου κλάσης» αμυντικούς χαφ Ζιλμπέρτο Σίλβα και Κατσουράνη. Το αποτέλεσμα το είδαμε: ο Ζ. Σίλβα έκανε κατά πάσα πιθανότητα το χειρότερο ματς της καριέρας του. Όχι μόνο γιατί από την αρχή της σεζόν είναι σε κακή κατάσταση, ταλαιπωρημένος από τη συμμετοχή στο Μουντιάλ και από την προχωρημένη ποδοσφαιρικά ηλικία του. Αλλά και κυρίως γιατί έπαιξε για πρώτη φορά στη ζωή του στη συγκεκριμένη θέση. Έτσι, έχει άμεση συμμετοχή και στα δύο γκολ που δέχθηκε η ομάδα, ενώ ολοκληρώνει την τραγωδία με την ανόητη αποβολή του. Όλα αυτά (το ρεζίλεμα και της ομάδας και ενός ποδοσφαιριστή με μεγάλη ιστορία), επειδή ορισμένοι επέβαλαν τους μύθους σχετικά με το πόσο σπουδαία σέντερ μπακ θα είναι ο Σίλβα κι ο Κατσουράνης αν τους ανατεθεί τέτοιος ρόλος. Μάλιστα. Ξεχνάμε ότι βασική προϋπόθεση για την επιτυχή εμφάνιση είναι η εξοικείωση του ποδοσφαιριστή με τη θέση στην οποία καλείται να αγωνιστεί. Για να το κάνω πενηνταράκια, προτιμώ να παίξω με σέντερ μπακ ένα μέτριο αμυντικό παρά με ένα σπουδαίο επιθετικό. Απλή λογική! Η οποία απουσιάζει από τους κύκλους τόσο του Παναθηναϊκού όσο και του τμήματος της ελληνικής αθλητικογραφίας που έχει ως κύριο έργο την προώθηση κάποιων παικτών και παραγόντων. Ξεχνάμε ακόμη ότι βασικό για την καλή απόδοση ενός κεντρικού αμυντικού διδύμου είναι η αμοιβαία συμπληρωματικότητα και η ανάπτυξη των μεταξύ τους αυτοματισμών. Πράγματα που συμβαίνουν όταν υπάρχει μια κατασταλαγμένη ιδέα σχετικά με τα πρόσωπα που πρέπει να το απαρτίζουν κι όχι όταν ποτέ δεν αγωνίζονται οι ίδιοι αμυντικοί.

Πάνω απ’ όλα όμως επαναλαμβάνουμε το αυτονόητο: η κακή απόδοση της άμυνας είναι υπόθεση συνολικής αμυντικής λειτουργίας (και στον ΠΑΟ είναι πολύ κακή, με δυο σκασμένα αμυντικά χαφ που βαριούνται ή δεν μπορούν να καλύψουν χώρους και με δύο έως τρεις – επιθετικούς – μέσους που δεν ξέρουν, δεν θέλουν ή δεν μπορούν να ανταποκριθούν στα βασικά αμυντικά τους καθήκοντα). Και για να είμαστε πιο σωστοί: η απόδοση της άμυνας σχετίζεται με τη συνολική λειτουργία μιας ομάδας. Η άμυνα (ως σύνολο και ως πρόσωπα) δυσκολεύεται, πελαγώνει, υποπίπτει σε σφάλματα όταν υφίσταται συνεχή πίεση ή βρίσκεται εκτεθειμένη: αυτά συμβαίνουν όταν η ομάδα δεν ασκεί καμία πίεση ψηλά στον αντίπαλο, δεν κρατά μπάλα, δεν επιτίθεται με κάπως σοβαρές αξιώσεις. Ο φετινός ΠΑΟ δεν κάνει τίποτε από αυτά: υφίσταται κι υπομένει, δεν προκαλεί και δεν δημιουργεί. Πώς να τα κάνει όλα αυτά: με τρεις αμυντικούς χαφ, από τους οποίους οι δύο όπως προείπαμε είναι καμμένοι, ενώ ο τρίτος είναι φιλότιμος, δυνατός, αλλά από άποψη τεχνικής και ανεπαρκής είναι και έχει κάνει και βήματα προς τα πίσω; Με δύο λάιτ πλάγιους που βολοδέρνουν δίχως στηρίγματα; Με κτηνώδεις αποστάσεις μεταξύ των γραμμών, αλλά και μεταξύ των παικτών; Με πλήρη απουσία οποιουδήποτε δουλεμένου συνδυασμού ή τρόπου ανάπτυξης παιχνιδιού; Επειδή δεν είναι όλοι αυτοί οι παίχτες απαραίτητα τελειωμένοι, καμμένοι ή άμπαλοι, μήπως υπάρχει και κάποιο «προβληματάκι» στο στήσιμο και την τακτική της ομάδας;

ΙΙΙ. Ο ανεπαρκής (;) προπονητής: Την περασμένη χρονιά ο Νίκος Νιόπλιας διαχειρίσθηκε επιτυχημένα το υλικό της ομάδας στις εγχώριες διοργανώσεις. Φέτος δείχνει να τα έχει χαμένα. Δεν του χρεώνεται μόνο η πλήρης ανυπαρξία συστήματος ανάπτυξης της ομάδας, αλλά και συγκεκριμένες καταστροφικές επιλογές τακτικής και προσώπων. Ας πούμε προχτές η φαεινή ιδέα χρησιμοποίησης του Ζιλμπέρτο Σίλβα ως στόππερ ή ο παραγκωνισμός του Σπυρόπουλου «ως ανέτοιμου», με αποτέλεσμα να αγωνισθεί ένα δίδυμο ακραίων χωρίς καμία συμμετοχή στην επιθετική ανάπτυξη ή έστω στη στήριξη των ακραίων μέσων (φαινόμενο ιδιαίτερα τραγικό στην περίπτωση Βύντρα-Λέτο). Επιπλέον, δείχνει εντελώς αδύναμος να αλλάξει από τον πάγκο την κακή εικόνα της ομάδας κατά τη διάρκεια του αγώνα. Κι αυτό συμβαίνει ακόμη και όταν κάνει έγκαιρα αλλαγές προσώπων: η ομάδα συνεχίζει να αγωνίζεται όπως πριν. Η απειρία του Νιόπλια είναι μια εξήγηση. Ίσως σταθεί τυχερός και σώσει την καριέρα του μαθαίνοντας γρήγορα από τα λάθη του. Οι πιθανότητες, ωστόσο, δεν είναι με το μέρος του. Κατά μείζονα λόγο όταν δείχνει ότι πολλές επιλογές δεν είναι καν δικές του στην πραγματικότητα, αλλά του επιβλήθηκαν άνωθεν.

IV. Η ερασιτεχνική διοίκηση: Πάμε λοιπόν στον τελευταίο στη σειρά, πλην όμως καθοριστικής σημασίας, παράγοντα που συνετέλεσε στη σημερινή πράσινη τραγωδία. Οι αποφάσεις και η όλη συμπεριφορά της διοίκησης Πατέρα μπορεί και να λειτουργούσαν σε σύλλογο που αγωνίζεται σε κάποια ερασιτεχνική κατηγορία, όχι όμως και σε σύλλογο που καμώνεται ότι έχει τάχα μου ευρωπαϊκές βλέψεις. Με τα καμώματά της έχει καταφέρει να απαξιώσει προπονητή και παίχτες. Την περασμένη εβδομάδα, μετά την ισοπαλία στην Καβάλα, προέβαλε τη θεωρία της χαλαρότητας στα αποδυτήρια. Επί τρεις ημέρες όλες οι εφημερίδες βούιζαν ότι ο Νιόπλιας θα πάει να τα ψάλλει στους παίχτες, πράγμα που τελικά συνέβη (χωρίς φυσικά να φέρει θετικά αποτελέσματα, όπως αποδείχτηκε). Τώρα ήταν οι εφημερίδες μέσα στο μυαλό του (φημιζόμενου ως πολύ ήρεμου) Κοζανίτη προπονητή ή η πληροφορία τους διοχετεύτηκε από κύκλους της διοίκησης, τους ίδιους προφανώς που επέβαλαν στον Νιόπλια να πάει για να κατασαδιάσει τους ποδοσφαιριστές; Ακολούθησε η (εξίσου «ευεργετική») συνάντηση του προέδρου με τους Νιόπλια, Φρέιτας, όπου κατσαδιάστηκε το τεχνικό τημ. Φαίνεται ότι πέρα από την ψύχωση με τα πρωταθλήματα, ο Ν. Πατέρας ενεργεί πλέον με απόλυτο ίνδαλμα τον Κόκκαλη της περιόδου της παντοδυναμίας του δευτέρου. Μόνο που πράγματι ορισμένες φορές η ιστορία επαναλαμβάνεται σαν φάρσα, αφήστε που σε επίπεδο ψυχολογίας ο ΠΑΟ ποτέ δεν λειτουργούσε όπως ο Ολυμπιακός. Τέλος, είναι σαφές ότι επιβλήθηκε στον Νιόπλια ν’ αφήσει εκτός ενδεκάδας τον άτυχο Μπουμσόνγκ, ο οποίος θεωρήθηκε… σύμβολο του βαρδινογιαννισμού και στου οποίου την πλάτη έπρεπε να φορτωθούν οι αμυντικές αμαρτίες πέντε τουλάχιστον χρόνων. Τέλεια! Ακόμη μια εύστοχη επιλογή.

Συνεπής βέβαια με τη γραμμή άμυνας της νέας διοίκησης. Γιατί, εν θερμώ (;), λίγο μετά τον αγώνα με τους Δανούς, ο Πατέρας δήλωνε ρητά αυτό που οι κύκλοι της διοίκησής του άφηναν να διαρρεύσει στα ΜΜΕ: ότι για όλα τα τωρινά δεινά φταίνε τα λάθη της διοίκησης του καλοκαιριού! Bonjour l’ambiance, που λένε και στα μέρη μας. Είδαμε, όμως, ότι κάτι τέτοιο δεν μπορεί να ισχύει: η διοίκηση Τζίγγερ δεν μπορεί να φταίει αποκλειστικά. Όχι μόνο γιατί οι ερασιτεχνικοί χειρισμοί των τελευταίων εβδομάδων καταρράκωσαν το ηθικό της ομάδας και την έκαναν κυριολεκτικά άνω κάτω, αλλά και γιατί ο Νιόπλιας αλλά και η μεγάλη πλειονότητα των ποδοσφαιριστών αποτελούν επιλογές των ανθρώπων της τωρινής διοίκησης. Είναι εντελώς αθώα η διοίκηση Τζίγγερ; Προφανώς και όχι! Το πιο σημαντικό λάθος της είναι η αποψίλωση του δυναμικού του ΠΑΟ. Στο βωμό της εκκαθάρισης του ρόστερ (δηλαδή της περικοπής των εξόδων μισθοδοσίας), έφυγαν παίχτες που δεν αντικαταστάθηκαν ούτε καν αριθμητικά. Προσωπικά ούτε ο Ρουκάβινα, ούτε ο Μάντζιος, ούτε ο Τζιόλης μου περίσσευαν. Ειδικά στην επίθεση φτάσαμε στο φοβερό να μη μπορεί ο ΠΑΟ να κάνει το εντελώς στοιχειώδες όταν κυνηγάει το σκορ: να «φορτώσει» την επίθεση μ’ ένα δεύτερο επιθετικό! Πώς να το κάνει βέβαια όταν έχει στο ρόστερ ένα μόνο (εντάξει, όσο ο Πετρόπουλος είναι τραυματίας). Αυτό μάλλον συνιστά παγκόσμια πρωτοτυπία.

Υπάρχουν ελπίδες να αλλάξει η κατάσταση; Ναι, όσον αφορά την Ελλάδα, γιατί το υλικό δεν μπορεί να είναι χάλια. Απαιτείται, όμως, νηφαλιότητα και σοβαρότητα, στοιχεία που επί του παρόντος απουσιάζουν. Γιατί δεν έχει καμία λογική να λες «στηρίζω τον προπονητή» και ταυτόχρονο όλα τα ΜΜΕ να γράφουν και να λένε ότι το ματς με τον Εργοτέλη είναι καθοριστικό για το μέλλον του Νιόπλια κι ότι η διοίκηση έχει επαφές με τον Κούπερ και τον Πελλεγκρίνι… Παρακαλώ ξυπνήστε!

ΥΓ 1: Μπορεί κάποιος να μου πει υπεύθυνα πότε ακριβώς απολύθηκε ο Έμμπεν από τον ΠΑΟ; Όταν απολύθηκε ο Τεν Κάτε ή το καλοκαίρι;

ΥΓ 2: Πώς εξηγείται το γεγονός ότι γνωστός αθλητικογράφος, δεδηλωμένων ολυμπιακών φρονημάτων, πλέκει εσχάτως συστηματικά το εγκώμιο του Τεν Κάτε και ταυτόχρονα ρίχνει όλες τις ευθύνες στη διοίκηση Τζίγγερ, βγάζοντας λάδι τον Πατέρα, δηλαδή τον άνθρωπο που απέλυσε τον Τεν Κάτε;

Επιστροφή στην εποχή της πεντάρας

Δύο λεπτά! Τόσο κράτησε η ψευδαίσθηση ότι ο Παναθηναϊκός θα μπορούσε να κάνει κάτι στο Καμ Νόου απέναντι στην κατά τεκμήριο ισχυρότερη ομάδα στον κόσμο. Αυτά τα δύο λεπτά που πέρασαν από το μαγικό τακουνάκι του Τζιμπρίλ Σισσέ και το εξαιρετικό τελείωμα της φάσης από τον Γκοβού έως την ισοφάριση της Μπάρσα με τον συνήθη ύποπτο Μέσσι. Τα υπόλοιπα 90 συν κάτι λεπτά παιχνιδιού ανήκαν αποκλειστικά στους Καταλανούς που έκαναν ό,τι ήθελαν σ’ ένα γήπεδο που απλόχερα τους είχε παραχωρήσει το τριφύλλι. Η πεντάρα ήρθε μάλλον φυσιολογικά: ο Παναθηναϊκός δεν έδειξε να προσπαθεί (ή να μπορεί;) να διεκδικήσει κάτι καλύτερο, ενώ η μαγική επιθετική πεντάδα της Μπαρσελόνα (Βίγια, Πέδρο, Μέσσι, Τσάβι, Ινιέστα) έκανε πράματα και θάματα. Με την εικόνα του αγώνα, ένα σκορ 8-0 μπορεί να ήταν και πιο δίκαιο. Σχεδόν (ή ουσιαστικά) επιστρέψαμε στην εποχή τουλάχιστον της προ πενταετίας Μαλεζάνειου πεντάρας (όταν και πάλι καλύτερος παίκτης ήταν ο τερματοφύλακας, τότε ο Γκαλίνοβιτς). Μόνη διαφορά, το όμορφο (αλλά τελικά χωρίς ιδιαίτερη σημασία) γκολ του Γκοβού.

Τί διαπιστώσαμε; 

– Την αφέλεια σε θέματα τακτικής που επέδειξε ο άπειρος σε ματς τέτοιου επιπέδου προπονητής. Γιατί ο ΠΑΟ δεν επιχείρησε στιγμή να πρεσάρει ψηλά; Να κρατήσει μπάλα; Πώς είναι δυνατόν να διεκδικήσεις κάτι σ’ ένα ματς τέτοιας δυσκολίας όταν το ποσοστό σου στην κατοχή μπάλας φτάνει μόλις το 26 %; Κατά μείζονα λόγο όταν δεν παίζεις (ούτε και μπορείς) το «ηρωϊκό» ρεχαγκέλειο ταμπούρι με τους 10 στόππερ, 5 πλάγιους μπακ και 7 κόφτες. Πώς και δεν περνά από το μυαλό σου ότι αν δεν κρατήσεις για κάποιο χρόνο τη μπάλα θα καταλήξεις να σε παίζει μονότερμα ο τρομερός αντίπαλος; Πώς και δεν σκέφτεσαι ότι έχεις ανάγκη να παρατάξεις περισσότερους παίχτες που να μπορούν να κρατήσουν το τόπι στα πόδια τους;

– Το ότι συνολικά ο Παναθηναϊκός εξακολουθεί να εμφανίζει ένα πρόσωπο άνευρο και νωθρό (κανένα πάθος, καμία θέληση για κάπως πιο δυνατό παιχνίδι: 6 φάουλ με αντίπαλο τη Μπάρσα είναι μάλλον ρεκόρ φέαρ πλαίυ).

– Ότι καλύτερος παίχτης ήταν τελικά ο ηρωϊκός Τζόρβας. Όταν όμως έχεις καλύτερο τον τερματοφύλακα και εισπράττεις πέντε, τί να πεις;

– Ότι κακώς οι Παναθηναϊκοί στοχοποιούμε μονίμως τους αμυντικούς μας, ζητώντας κάθε δυο και τρεις χάμμερ και τανκ και τέρατα, και δεν καταλαβαίνουμε ότι η αδυναμία αφορά την αμυντική λειτουργία της ομάδας συνολικά κι όχι τόσο τα πρόσωπα που καλύπτουν τις θέσεις των αμυντικών. Στον αποψινό αγώνα και οι τέσσερις αμυντικοί αγωνίστηκαν φιλότιμα και προσπάθησαν (ειδικά ο Μαρίνος έδειξε και κάποια ενδιαφέροντα πράγματα που μας επιτρέπουν να ελπίζουμε για αρκετά). Σε σχέση με την απίστευτη πίεση που τους ασκήθηκε, τα πήγαν αξιοπρεπώς: άλλωστε δεν είχαν καμία απολύτως κάλυψη. Αναρωτιέμαι αν μια τετράδα επιλέκτων με τα μεγαλύτερα ονόματα σύγχρονων μπακ θα τα κατάφερνε πολύ καλύτερα στις ίδιες συνθήκες.

– Ότι καταδικαστική για την ομάδα υπήρξε η εμφάνιση και των τριών αμυντικών μέσων, δηλαδή αυτών που έχουν διαφημιστεί ως το μεγάλο όπλο του ΠΑΟ. Και οι τρεις κινήθηκαν μεταξύ ανυπαρξίας και δράματος. Ο Σιμάο έπαιξε σαν εντελώς άπειρος ποδοσφαιριστής που είτε χανόταν στο γήπεδο, είτε έκανε γκέλες. Ο Ζιλμπέρτο Σίλβα αγωνίστηκε σαν ήδη συνταξιούχος. Και ο Κατσουράνης ήταν απλά ανύπαρκτος. Αν αυτό είναι το βαρύ πυροβολικό της ομάδας, τότε πάμε κατευθείαν για την τέταρτη θέση του ομίλου.

– Αυτοί που στάθηκαν στο γήπεδο, ήταν ακριβώς οι ποδοσφαιριστές που έχουν το κατάλληλο επίπεδο τεχνικής και τακτικής, καθώς και την προσωπικότητα για να αντεπεξέλθουν στις ιδιαίτερες δυσκολίες του συγκεκριμένου αγώνα. Δηλαδή ο Σισσέ και ο Γκοβού. Ήξεραν ακριβώς τί έπρεπε να κάνουν (επιθετικά και αμυντικά) και γιατί βρίσκονται στον αγωνιστικό χώρο και παίζουν κόντρα στην πρωταθλήτρια Ισπανίας. Δύο παίχτες, όμως, δεν αρκούν, όσο καλοί κι αν είναι.

Όποιος κι αν είναι ο αντίπαλος, δεν μου αρέσει να περνάω σχεδόν ολόκληρη τη διάρκεια του ματς προσευχόμενος ή παρακαλώντας τον Μέσσι να βαρεθεί, τον Γκουαρντιόλα να αποφασίσει να προφυλάξει ή μάλλον να ξεκουράσει τα ατού του και τον διαιτητή να σφυρίξει τη λήξη νωρίτερα.

Φυσικά, σε επίπεδο μαθηματικών πιθανοτήτων για την πρόκριση η πεντάρα αυτή δεν σημαίνει και πολλά. Άλλωστε, ο υποτιθέμενος μεγάλος αντίπαλος για τη δεύτερη θέση κατάφερε να χάσει στην Κοπεγχάγη (με γκολ που πέτυχε ένας παλιός μας γνώριμος). Ωστόσο, με τόσο ανόρεχτες εμφανίσεις δεν πρόκειται να δούμε και πολλά καλά ούτε στο Ταταρστάν, ούτε στα λημέρια του Άντερσεν. Κάποιοι πρέπει να ξυπνήσουν…

Σε αναζήτηση της χαμένης επικαιρότητας

  

Το «πρόβλημα» του ερασιτέχνη που έχει ένα ιστολόγιο είναι φυσικά ότι πρέπει να δίνει προτεραιότητα στην οικογένεια και στις επαγγελματικές υποχρεώσεις του. Έτσι, αδυνατεί συχνά να ανανεώσει το ιστολόγιο σε τακτά διαστήματα ή να γράψει όταν έχει έμπνευση ή όταν η επικαιρότητα το επιβάλλει. Μ’ αυτά και τ’ άλλα πέρασε μήνας από την τελευταία ανανέωση και στο μεταξύ συνέβησαν πολλά. Αυτά ακριβώς θα προσπαθήσουμε να σχολιάσουμε στα γρήγορα και χωρίς πολλές φιλοδοξίες ιεράρχησης. Ποδόσφαιρο και μπάσκετ, εθνικές και σύλλογοι, διοικητικά και παρασκήνιο, απ’ όλα είχε αυτό το διάστημα και σε τέτοια ποσότητα και ένταση που είναι κάπως δύσκολο να παρουσιαστούν και να σχολιαστούν με βάση κριτήρια λογικής και οργάνωσης. 

Ι. Ελληνικό πρωτάθλημα  

α. Ένα μπερδεμένο ξεκίνημα: Η πρεμιέρα του πρωταθλήματος επιφύλαξε εκπλήξεις, καθώς κανείς από τους τρεις μεγάλους του κέντρου δεν μπόρεσε να νικήσει. Ο Παναθηναϊκός επέδειξε απίστευτη νωθρότητα στη Λεωφόρο κατά της Ξάνθης. Μολονότι προηγήθηκε νωρίς δεν έδειξε καν διάθεση να τελειώσει το ματς στο α΄ ημίχρονο όταν η Ξάνθη δεν υπήρχε στο γήπεδο. Όταν η αντίπαλος ξύπνησε, ο ΠΑΟ ισοφαρίστηκε και μετά πέρασε στο μουντ του παίζουμε με τόσο άγχος που μοιάζουμε πανικόβλητοι. Αποτέλεσμα: μια εκτός προγράμματος ισοπαλία που μόνο εν μέρει εξηγείται από το ξενέρωμα που προκαλεί πάντα η απουσία θεατών. Μερικά (κατ’ ανάγκη σκόρπια συμπεράσματα): ο Παναθηναϊκός βγάζει λιγότερη προσωπικότητα από όση θα έπρεπε βάσει της αξίας και εμπειρίας του υλικού του/ χρειάζεται σαφώς έναν ακόμη επιθετικό και εν γένει επιθετικές λύσεις από τον πάγκο. Καλό το ξεφόρτωμα όσων (καλώς ή κακώς) κρίθηκαν ότι δεν μπορούν να βοηθήσουν, αλλά όχι και να το παρακάνουμε/ Αλλιώς καταλήγεις να αναζητείς λύσεις βάζοντας ακόμη και παίκτες υπό διωγμό, σαν τον Κλέυτον καλή ώρα. Χρόνια είχα να εκνευριστώ τόσο από ποδοσφαιριστή: αν δεν το έκανε επίτηδες, τότε…/ Ο Σπυρόπουλος καλός και άγιος, αλλά σαφώς υπερτιμημένος. Βλέπετε, είναι αρκετά καλός στα επιθετικά του καθήκοντα και είναι ένας από τους ελάχιστους πραγματικούς αριστερούς μπακ. Ωστόσο σε κάποιους αγώνες δείχνει απίστευτες αδυναμίες και του παίρνουν την ταυτότητα παίχτες που δεν είναι ακριβώς και πρώτης κατηγορίας (την περασμένη χρονιά ο Ζαϊρί, τώρα ο Κατόνγκο)/ Η Ξάνθη έχει μερικούς ενδιαφέροντες ποδοσφαιριστές και λογικά δεν θα έχει τις περσινές περιπέτειες. Να δούμε όμως και τη συνέχεια.      

Ο Ολυμπιακός πρόσφερε συγκινήσεις σε φίλους και εχθρούς, αλλά τελικά όχι αυτές που θα επιθυμούσαν οι πρώτοι. Το παιχνίδι του στο Καυταντζόγλειο ήταν απολύτως χαρακτηριστικό μιας ομάδας που έχει αλλάξει κατά τα 3/5 (ή μήπως κατά τα 4/5) κι όπως είναι λογικό ψάχνεται. Πολλά τα ερωτηματικά: γιατί εκτός ο Ρόμμενταλ; Μπορούν οι δευτεροκλασσάτοι της Λίγκα να προσφέρουν κάτι ουσιαστικό; Τί ακριβώς υπάρχει στο μυαλό και στην ψυχή ενός επιθετικού που χάνει μια ευκαιρία που δεν χάνεται με τίποτε κι ένα λεπτό μετά βάζει ένα σούπερ δύσκολο γκολ; Μερικές βεβαιότητες: η άμυνα του ΟΣΦΠ χρειάζεται πολύ δουλειά. Κάποιοι μάλλον δεν κάνουν (Μοντεστό;)/ Ο ΟΣΦΠ χρειάζεται οπωσδήποτε τερματοφύλακα: το μόνο που μπορεί να καταφέρει πια ο Νικοπολίδης είναι να αμαυρώσει μια πλούσια ιστορία (η φάση του πέναλτυ είναι ενδεικτική). Όσο για τον Ούρκο Πάρντο, δεν ξέρω γιατί, αλλά η εικόνα που έχω στο μυαλό μου είναι η ένδοξη εμφάνιση σ’ εκείνο το 0-5 από τον Εργοτέλη/ Ο Φετφατζίδης είναι έτοιμος και μια χαρά παίχτης. Βελτιώσιμος φυσικά, αλλά ήδη με προδιαγραφές ενδεκάδας. Όσο για τον Ηρακλή; Ενώ με τα οικονομικά του προβλήματα και το διοικητικό μπάχαλο έμοιαζε φαβορί για υποβιβασμό, στο γήπεδο έβγαλε προσωπικότητα ομάδας, μαχητικότητα κι επιθυμία να παίξει μπάλα (γιατί ευκαιρίες έχανε ακόμα και στο διάστημα της υπεροχής του Ολυμπιακού). Κάποιες μεταγραφές του αποδείχτηκε ότι ήταν απίστευτα έξυπνες για τα (λίγα) λεφτά που δόθηκαν (Σολτανί).    

Κι επειδή jamais deux sans trois, που λένε και οι φίλοι μας οι Γάλλοι, το επόμενο βράδυ η ΑΕΚ εξέπεμπε πάλι σε τόνο «μετρίως μέτρια και πάντα μετρημένα» κατορθώνοντας να χάσει στην Πάτρα από μια Κέρκυρα που κατάφερε να μετατρέψει σε γκολ και τις δύο ευκαιρίες που είχε. Όταν ξύπνησε η Ένωση ήταν πια αργά.  

Ενώ οι μεγάλοι της πρωτεύουσας τα έκαναν θάλασσα, οι ομάδες της Θεσσαλονίκης έκαναν το 3 στα 3. Για τον Ηρακλή τα είπαμε. Δόξα και τιμή μια και είχε το δυσκολότερο έργο. Ο ΠΑΟΚ νίκησε τον νεοφώτιστο Πανσερραϊκό 3-2 με τα χίλια ζόρια, όμως η νίκη κάλυψε προσωρινά τις πολλές αδυναμίες που φάνηκαν. Ο Άρης του Κούπερ έφυγε νικητής από ένα δύσκολο ματς στην Καβάλα, όμως η τοπική ομάδα έκανε τις «βαριές» μεταγραφές της πολύ αργά, δεν τις είχε στην πρεμιέρα κι έτσι κι αλλιώς έδειξε ανέτοιμη και μακριά από τις περσινές της εμφανίσεις. Στα υπόλοιπα ματς, είχαμε τη σύγκρουση ανάμεσα σε δύο ομάδες που φιλοδοξούν να είναι από τις ευχάριστες εκπλήξεις του πρωταθλήματος και στην οποία επικράτησε η γηπεδούχος (Λάρισα-Ατρόμητος 1-0), τη στρατηγική επικράτηση του Αστέρα Τρίπολης επί ενός μπερδεμένου Εργοτέλη στο Ηράκλειο και φυσικά τη θριαμβευτική επιστροφή του Αχιλλέα Μπέου στη Νέα Σμύρνη. Το αποτέλεσμα μοιάζει αφενός με επιβράβευση ενός διοικητικού που όσο αμφιλεγόμενος (για να το θέσουμε ήπια) κι αν είναι, κανείς δεν μπορεί να του αμφισβητήσει τις ικανότητες στην ανεύρεση καλών ποδοσφαιριστών (κάτι που θα έπρεπε να θυμούνται στη Νέα Σμύρνη), αφετέρου με τιμωρία μιας ομάδας της οποίας κάποιοι οπαδοί είχαν επιδοθεί πρόσφατα σε μερικά από τα πιο απίστευτα αίσχη που έχουν αμαυρώσει το ελληνικό ποδόσφαιρο.   

Αποτυχίες των μεγάλων της Αθήνας, καλά αποτελέσματα για τους Σαλονικιούς, μικρομεσαίες ομάδες με φιλοδοξίες και ενδιαφέρον υλικό. Έστω και λόγω της αδυναμίας των μεγάλων, η πρεμιέρα έδωσε κάποιες ενδείξεις ότι ίσως θα παρακολουθήσουμε ένα αμφίρροπο και ποδοσφαιρικά ενδιαφέρον πρωτάθλημα, Άλλες όμως οι βουλές του Κυρίου. Σύντομα επρόκειτο να το διαπιστώσουμε εκ νέου…   

β. Ώρα παρασκηνίου! Η αρχή της ιστορίας δεν ήταν και τόσο ύποπτη. Στην αρχή της περασμένης εβδομάδας ο Τζίγγερ έκανε την κίνηση ματ που θα αναβίωνε σε όλο της το μεγαλείο την πράσινη πολυμετοχικότητα. Ξανά μέσα το δίδυμο Βγενό-Πατέρα και άμεση επιστροφή του δεύτερου στην πράσινη προεδρία. Καλά όλα αυτά για τον Παναθηναϊκό (που θα γλιτώσει τη μουρμούρα της εξέδρας και τη διχόνοια, μέχρι τουλάχιστον να δώσουν δείγματα αστοχίας οι «νέοι», που είπαμε ότι έχουν πολλά να αποδείξουν). Μόνο που η επιστροφή Πατέρα σημαίνει και επιστροφή του ανθρώπου που για κάποιους άλλαξε τις ισορροπίες στο παρασκήνιο. Ποιοί είναι αυτοί οι κάποιοι; Πιθανότατα ο φουριόζος και πληθωρικός νέος ιδιοκτήτης του Ολυμπιακού και οπωσδήποτε αρκετοί που κινούνται γύρω του. Γρήγορα επικράτησε η άποψη ότι ο σύλλογος του Πειραιά πρέπει να αντιδράσει και να δώσει το μήνυμα ότι ξέρει από παρασκήνιο και δεν σκοπεύει να τα παρατήσει. Έτσι, φτάνουμε στην ανακοίνωση της πρόσληψης Γκαγκάτση, δηλαδή ενός προσώπου που έχει συνδέσει το όνομά του με την περίοδο του πιο σκοτεινού παρασκηνίου στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Η επίσημη εξήγηση ήταν ότι ο ΟΣΦΠ χρειζόταν ένα νομικό με εμπειρία στα όργανα της ΦΙΦΑ για να χειριστεί την υπόθεση Γκαλλέττι! Μάλιστα! Όλοι γνωρίζουμε τις ειδικές σπουδές, την πολυετή νομική εμπειρία σε θέματα διεθνούς αθλητικού δικαίου, αλλά και διεθνών συμβάσεων, καθώς και τις πολλές ξένες γλώσσες που γνωρίζει ο πρώην πρόεδρος της ΕΠΟ. [Παρεμπιπτόντως, δυσκολεύομαι να εξηγήσω γιατί στον Ολυμπιακό κάποιοι δεν κατανοούν ότι ο σύλλογος έχει κάθε συμφέρον να μη φτάσει στα δικαστήρια η υπόθεση Γκαλλέττι, όταν υπάρχουν αποχρώσες ενδείξεις ότι κάτι πολύ ύποπτο συνέβαινε στου Ρέντη πριν από 2-3 χρόνια]. 

Δεν πρόλαβε να κλείσει 24ωρο από την πρόσληψη Γκαγκάτση και προστέθηκε νέο επεισόδιο στα του παρασκηνίου: το εξαιρετικά γενναιόδωρο πέναλτυ που σφύριξε υπέρ του ΠΑΟ ο Δαλούκας στο Χαριλάου. Ο Παναθηναϊκός ήταν καλύτερος, πιο ομάδα από τον Άρη που ουσιαστικά δεν έκανε ούτε μία επικίνδυνη φάση, αλλά θα κέρδιζε χωρίς τη διαιτητική προσφορά; Όταν το τελικό σκορ είναι 1-0 κι η μόνη πραγματικά σπουδαία ευκαιρία του ΠΑΟ το δοκάρι του Σισσέ, η απάντηση είναι μάλλον όχι. Από την άλλη το σώου με τις δηλώσεις Μαρινάκη ήταν ελαφρώς άστοχο: στη χώρα που είδαμε να σφυρίζονται το περιβόητο πέναλτυ με το σκουλαρίκι ή τα θρυλικά πέναλτυ από βουτιές του επιθετικού που πέφτει υψώνοντας τα χέρια σε στυλ αφίσα του Πλατούν ενώ ο πιο κοντινός αμυντικός είναι στα πέντε μέτρα, το να ξεσηκώνεται κατακραυγή και να ακούγονται κραυγές με αίτημα «να ξεβρομίσει το ποδόσφαιρο» για το σφύριγμα του Δαλούκα μοιάζει περισσότερο με γλυκύτατη ελληνική υπερβολή. Άστοχο βέβαια δεν σημαίνει δυσεξήγητο: όταν προφανέστατα και λογικότατα η ομάδα χρειάζεται χρόνο για να έχει κάποιες ευκαιρίες να «δέσει», η διαιτητολογία και η παρασκηνιολογία αφενός στρέφουν αλλού την προσοχή, αφετέρου δίνουν στον κόσμο την εντύπωση ότι «το αφεντικό νοιάζεται και παλεύει για την ομάδα»! 

Και βέβαια μπάλα στη δεύτερη αγωνιστική δεν είδαμε. Ο Παναθηναϊκός βελτιώθηκε, αλλά όχι αρκετά. Ο Ολυμπιακός πέτυχε την πρώτη του νίκη (όχι και τόσο εύκολα) απέναντι σε μια Κέρκυρα που δεν έδινε την εντύπωση ότι είχε κάποια φιλοδοξία πέραν της αξιοπρεπούς ήττας. Η ΑΕΚ κέρδισε τον Πανσερραϊκό, μάλλον άνετα, αλλά πάντως όχι φτάνοντας σε τέτοια στάνταρ απόδοσης που να δικαιολογεί πρωτοσέλιδα του τύπου «ΑΕΚ από τα παλιά» (εκτός αν το παλιά έχει ορίζοντα που δεν ξεπερνά τη… διετία). Ο ΠΑΟΚ απέδειξε ότι δεν έχει ξεπεράσει τις χρόνιες αδυναμίες του αδυνατώντας να κερδίσει στην Τρίπολη παρά το αριθμητικό πλεονέκτημα, ενώ ο Ατρόμητος συνέχισε την παλιά καλή του συνήθεια να πετά βαθμούς σε δικά του ματς, δίνοντας στον Ηρακλή την ευκαιρία να διορθώσει πάλι την κατάσταση και να φύγει με τον βαθμό της ισοπαλίας. Κατά τα λοιπά, όσοι είχαν πάρει στην πρεμιέρα βαθμούς που δεν τους υπολόγιζαν σκόνταψαν στη δεύτερη αγωνιστική, ενώ όσοι είχαν στραβοπατήσει ρέφαραν (βλ. εντός έδρα ήττα Βόλου από τον Εργοτέλη και τις ισοπαλίες που πήραν Πανιώνιος και Καβάλα σε Ξάνθη και Λάρισα, αντίστοιχα). Έτσι καμία ομάδα δεν έφτασε τις δύο νίκες κι όλες, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, δείχνουν ανέτοιμες κι αμοντάριστες. Το πράγμα έχει μέλλον, εκτός κι αν οι παρασκηνιολάγνοι επικρατήσουν συντριπτικά και μας κοπεί με το μαχαίρι κάθε ημιαφελής όρεξη για ενασχόληση με τα ποδοσφαιρικά. 

ΙΙ. Εθνική ποδοσφαίρου 

Και μια και μιλάμε για αφελείς… Δεν γουστάρεις παρασκήνιο σε υπερβολικές δόσεις και λες θ’ ασχοληθώ με την εθνική. Πάλι έπαιξες κι έχασες: η εθνική ποδοσφαίρου καταφέρνει πλέον σταθερά να βγάζει στην επιφάνεια λόγους για να πάψουμε ν’ ασχολούμαστε μαζί της με ένα μίνιμουμ συμπάθειας. Πρώτα το κακό ματς με τη Γεωργία στο Καραϊσκάκη. Τυπικό παιχνίδι υπεροπτικής ομάδας που νομίζει ότι θα πάρει το ματς με τη φανέλα και τη φοβερή ποδοσφαιρική αξία που νομίζει ότι έχει (κι ίσως να την έχει… σε κάποιο παράλληλο σύμπαν). Μέχρι να ζεσταθεί είχε ειπράξει το γκολάκι από τους φιλότιμους Γεωργιανούς κι έτρεχε (όσο μπορεί να τρέξει) για να ισοφαρίσει, κάτι που το κατάφερε αρκετά αργά και με τα χίλια ζόρια. Ακούστηκαν φωνές του στυλ: εντάξει δεν κερδίσαμε, αλλά πλέον παίζουμε επιθετικό ποδόσφαιρο και η ομάδα έχει σύστημα και δημιουργεί φάσεις. ΟΚ, έτσι είναι αν έτσι νομίζετε που έλεγε κι ο Ακραγαντίνος. Μόνο που και επί Ρεχάγκελ με τέτοιους αντιπάλους τόσες και περισσότερες φάσεις τις κάναμε.    

Τέσσερις μέρες αργότερα, στο Ζάγκρεμπ, το ποθητό αποτέλεσμα ήρθε. Φυσικά όχι με το θρυλούμενο (αλλά μηδέποτε διαπιστωθέν) καινοτόμο σύστημα επιθετικής ανάπτυξης, αλλά με το ηρωϊκό ταμπούρι των αγωνιστών της φουστανέλας και της ρεχαγκέλειας περιόδου. Εντάξει, καλή άμυνα που βραχυκύκλωσε τους Κροάτες (δηλαδή μια ομάδα με ταλέντο, αλλά και μεγάλη ανάγκη ψυχανάλυσης λόγω χρόνιων συμπλεγμάτων και ανασφαλειών), πλην όμως μηδέν στον τομέα της επιθετικής ανάπτυξης. Τουλάχιστον από λογιστικής απόψεως ήρθε το αποτέλεσμα που μας κρατά ζωντανούς στο παιχνίδι της πρόκρισης. Κι επειδή εθνική Ελλάδας είναι, που ναι μεν ο Θεός την αξίωσε να πάρει πρωτάθλημα Ευρώπης, αλλά και πριν από 6-7 χρόνια ακόμη μάζευε εξάρες από Φινλανδούς, Λάπωνες και Σαμογέτες, να κάνουμε εκπτώσεις στο jogo bonito και να κρατήσουμε τη (βαθμολογική) ουσία. Άλλωστε, αγνέ φίλαθλε της εθνικής ποδοσφαίρου είσαι σίγουρος ότι οι παίκτες της είναι ενωμένοι σα γροθιά, το κλίμα είναι άριστο, σύμπνοια, ομόνοια και πάθος, προσήλωση στον κοινό αγώνα κ.ο.κ. 

Και τότε θυμάσαι ότι μέσα στο καλοκαίρι ο Αμανατίδης δήλωνε από τη Γερμανία ότι σταματά από την εθνική, αηδιασμένος από τις κλίκες και τις ίντριγκες. Θυμάσαι ότι μεταξύ φιλικών κι επίσημων αγώνων παράτησε την εθνική και ο Κυργιάκος, μόνο που δεν είχε πολυκαταλάβει το γιατί. Τώρα μαθαίνεις ότι έφυγε γιατί διαπίστωσε ότι είχε χάσει το παιχνίδι επιρροής και γιατί η κυρίαρχη κλίκα παιχτών είχε αποφασίσει να στηρίξει ως βασικό τον Αβραάμ (κι εμείς που νομίζαμε ότι αποφασίζει ο προπονητής για την ενδεκάδα…). Μεσοβδόμαδα πληροφορούμαστε ότι σταματά κι ο Γκέκας: οι φιλικά προσκείμενες στον παίκτη πηγές λένε ότι σταματά λόγω των άθλιων σχέσεών του με συμπαίκτη, ο οποίος έχει αναλάβει ρόλο γενικού δερβέναγα στην ομάδα. Άλλωστε για τον ίδιο λόγο ετοιμάζονται να εγκαταλείψουν την εθνική ακόμη δύο διεθνείς. Οι άλλες πηγές μας λένε ότι σταματά γιατί ήθελε να είναι βασικός σε όλα τα ματς. Έπειτα μαθαίνουμε ότι ο ζόρικος αρχιλοχίας είναι ο Κατσουράνης κι ότι αυτοί που θέλουν να φύγουν εξαιτίας του είναι δύο συμπαίκτες του στον ΠΑΟ! Τρέλα! Τα χαρούμενα μουντιαλικά περιστατικά που ομόρφυναν τη ζωή μας το καλοκαίρι (ναι, για την εθνική Γαλλίας μιλάω) φαντάζουν πλέον σαν παιδική σειρά ή ταινία της Μπάρμπι σε σχέση με τις ίντριγκες της εθνικής μας. Ακόμη κι ένας εξπέρ της παλατιανής συνωμοσίας σαν τον Μιχαήλ Ψελλό θα τα έβρισκε μπαστούνια στα αποδυτήρια της γαλανόλευκης. 

Από πού να πιαστεί, λοιπόν, ο αγνός φίλαθλος; Μα και βέβαια από το μπάσκετ και… την επίσημη αγαπημένη όλων των Ελλήνων!  

ΙΙΙ. Εθνική μπάσκετ 

Από τους αγώνες προετοιμασίας, κάθε στοιχειωδώς ψύχραιμος και λογικός μπασκετόφιλος είχε συνειδητοποιήσει ότι η φετινή εθνική Ελλάδας δεν ήταν για μεγάλα πράγματα: λιγότερο πλούσιο υλικό από το παρελθόν, ελλείψεις σε κάποιες θέσεις, μέτρια ή κακή φόρμα σημαντικών παικτών, ρολίστες αναγκασμένοι να παίξουν πρωταγωνιστικούς ρόλους, κλίμα όχι ιδανικό με έναν προπονητή καλό και φιλότιμο, αλλά όχι και ικανό να επιβληθεί στους παίχτες του μέσα στα αποδυτήρια. Τί να γίνει, όσο καλός και να είσαι σε ένα άθλημα δεν μπορείς να διακρίνεσαι ντε και καλά σε όλες μα όλες τις διοργανώσεις. Εδώ και εικοσιτόσα χρόνια το ελληνικό μπάσκετ έχει γνωρίσει τόσες επιτυχίες που η αποτυχία σε μία διοργάνωση δεν θα έφερνε και καμιά καταστροφή. Την επόμενη φορά, με λίγη τύχη, θα πηγαίναμε καλύτερα. Ωστόσο, παίχτες, διοίκηση και (κυρίως) δημοσιογράφοι βάλθηκαν να μας πείσουν ότι αξίζουμε νομοτελειακά την επιτυχία και θα φτάσουμε οπωσδήποτε (δηλαδή με κάθε μέσο) σ’ αυτήν. Ποιό ήταν το αποτέλεσμα αυτού του αρρωστημένου κυνηγιού της επιτυχίας; Η σταδιακή απαξίωση μιας ομάδας που αποδείχθηκε ότι δεν ήξερε να χάνει. Νίκες με το ζόρι απέναντι σε μέτριους αντιπάλους (Κίνα και κυρίως Πουέρτο Ρίκο, όπου το παιχνίδι το καθάρισε στο κρίσιμο σημείο η χειρουργική επιδεξιότητα των διαιτητών), καθαρή ήττα από τους φορμαρισμένους διοργανωτές και, κυρίως, το ματς ντροπή με τους Ρώσους, όπου η εθνική αγωνίστηκε με επιμέλεια και αυταπάρνηση κυνηγώντας την πολυπόθητη… ήττα. 

Καταρχάς, με εντυπωσίασε ο απίστευτος κυνισμός πολλών μπασκετικών δημοσιογράφων, τόσο πριν από το παιχνίδι της ντροπής (όταν εξηγούσαν γιατί πρέπει να χάσουμε), όσο και μετά από αυτό (όταν προσπαθούσαν να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα με τα γνωστά επιχειρήματα της πλάκας – τα παιδιά ήταν κουρασμένα, δεν είχαν συγκέντρωση – ή του ξεδιάντροπου αμοραλισμού – «έτσι κάνουν όλοι»). Ακόμα κι ο Νικολό Μακιαβέλι θα κοκκίνιζε ακούγοντας μερικούς έγκριτους μπασκετικούς. Μόνο που, δυστυχώς για κάποιους, μερικές φορές υπάρχει και δικαιοσύνη στη ζωή. Αυτοί που επιδιώκουν την ήττα, γιατί έχοντας κάνει μπακάλικους υπολογισμούς πιστεύουν ότι «έτσι τους συμφέρει», δεν εξευτελίζουν απλώς το αθλητικό πνεύμα, αλλά στο τέλος πληρώνουν την επιλογή τους και επί της ουσίας: διαπιστώνουν τελικά ότι η επίτευξη των ωφελιμιστικών σχεδίων τους έγινε δυσχερέστερη εξαιτίας της λύσης που διάλεξαν. Με την ένδοξη σκόπιμη ήττα μας αποφύγαμε μεν τους Αμερικανούς, αλλά η ανωριμότητα των Γάλλων μας έστειλε κατευθείαν στους άλλους που θέλαμε να αποφύγουμε! Δηλαδή και ιντριγκαδόροι και ανόητοι. Απέναντι στους κακούς μας δαίμονες, η εθνική ήταν μαχητική, καλή για τις παρούσες δυνατότητές της, αλλά και πάλι λίγη για να αποκλείσει τη χειρότερη Ισπανία της τελευταίας πενταετίας. Και το ερώτημα είναι: θέλεις να διαλέξεις αντίπαλο; Αν είσαι μάγκας και μεγάλη ομάδα βγες πρώτη στον όμιλό σου και πάρε το πιο ευνοϊκό πρόγραμμα. Κι άντε να καταλάβω αν είσαι μια πολύ καλή ομάδα που λογικά θα διεκδικήσει μετάλλιο, να σου μπει λίγο κι ο πειρασμός να αποφύγεις τους Αμερικάνους για να μη λες μετά «ήμουν σίγουρα για βάθρο κι η κακούργα μοίρα μ’ έστειλε να παίζω προημιτελικό με τις ΗΠΑ». Όμως: δεν θέλεις να παίξεις με δύο ομάδες αναγνωρίζοντας ότι είναι ανώτερές σου, έχεις χάσει καθαρά από μια τρίτη και υπάρχουν άλλες τρεις τουλάχιστον (Λιθουανία, Σερβία, Αργεντινή) που είναι φανερά καλύτερες. Πώς στο καλό θα πάρεις μετάλλιο με τέτοιες προϋποθέσεις κι αρχίζεις τους υπολογισμούς για την επιλογή του «κατάλληλου» αντιπάλου; Θέτεις ως στόχο το να «κλέψεις» τη διάκριση; Γιατί; Σου λείπει, όταν έχεις τόσες στο παρελθόν; Πολύ πιο τίμιο θα ήταν να έχουμε παραδεχτεί ότι η συγκεκριμένη ομάδα δεν ήταν για τη μεγάλη διάκριση, οπότε τί καλύτερο από το να παίξει καθαρά κι ωραία όλα τα παιχνίδια της προσπαθώντας, στο μέτρο των δυνατοτήτων της, για τη νίκη. Έτσι απλά.    

Τρία θέματα, τρεις απογοητεύσεις, τρεις λόγοι αρκετά σοβαροί για να παρατήσουμε τα αθλητικά. Μόνο που είμαστε αμετανόητοι ή εθισμένοι. Όσο κι αν γκρινιάζουμε, πάλι θα ασχολούμαστε με τα αγωνιστικά και τα του παρασκηνίου που μας προσφέρει η ελληνική αθλητική κίνηση. Και πάντα θα ψάχνουμε για λόγους ελπίδας κι αισιοδοξίας. Να, αύριο ξεκινούν οι αγώνες των ελληνικών συλλόγων στα κύπελλα Ευρώπης και το πρόγραμμα έχει και Μπαρσελόνα και Ατλέτικο Μαδρίτης κι ό,τι άλλο πεις. Έ, βάσιμα υποθέτουμε ότι θα μας απασχολήσει το καθαρά αγωνιστικό μέρος. Ή μήπως όχι;

Απ’ τα ψηλά στα χαμηλά (κι απ’ τα πολλά στα λίγα)

  

 Οι καλοί φίλοι που υποστηρίζουν τον Ολυμπιακό θα πουν ότι περίμενα μια αποτυχία της ομάδας τους για να ανεβάσω νέο ποστ στον Μουντιαλικό Ρογήρο. Θα πουν ακόμη ότι ο τίτλος αναφέρεται στην ομάδα τους. Στην πραγματικότητα ο τίτλος αφορά την ελληνική ποδοσφαιρική πραγματικότητα στο σύνολό της: εκεί που πριν ένα μήνα συζητούσαμε για ημιτελικούς και τελικό Παγκοσμίου Κυπέλλου, τώρα η επικαιρότητα μας στρέφει στο κάζο του Τελ Αβίβ, στα διοικητικά του Παναθηναϊκού, στις μεταγραφές ή, ακόμη χειρότερα, στις ασχήμιες των οποίων θύμα υπήρξε ο Ντούσαν Μπάγεβιτς. Η ποδοσφαιρική ζωή, όμως, συνεχίζεται και η ημερησία διάταξη μοιραία αλλάζει. Ακόμη κι αν τα θέματα είναι ταπεινά σε σχέση μ’ ό,τι μας απασχόλησε πρόσφατα, κάτι πρέπει να πούμε κι εμείς οι ποδοσφαιρόφιλοι.

Η αδικία της ζωής, ο Λίνεν κι ο Βαλβέρδε: Πάντα είχα μεγάλη συμπάθεια για τον Έβαλντ Λίνεν . Για την ακρίβεια, από τα τέλη της δεκαετίας του ’70, όταν η χαίτη του ανέμιζε περήφανα στα γήπεδα της Μπουντεσλίγκα κι ολόκληρης της Ευρώπης, τότε που ο Λίνεν φορούσε τη φανέλα της μεγάλης Μπορούσια του Μενχενγκλάντμπαχ. Ως προπονητής δεν είχε την τύχη (ούτε και τις σωστές δημόσιες σχέσεις) για να προπονήσει πραγματικά μεγάλες ομάδες. Πάντοτε έδινε, όμως, την εικόνα του εργατικού, μεθοδικού και σοβαρού προπονητή, στοιχεία που φάνηκαν και στο πρώτο πέρασμά του από την Ελλάδα, όταν προπονούσε τον Πανιώνιο. Από τη Νέα Σμύρνη έφυγε εντελώς άδικα, όταν ανόητα η διοίκηση προτίμησε να στηρίξει έναν προβληματικό χαρακτήρα (που εμφανιζόταν όμως και ως ουσιαστικός ατζέντης των μεγάλων – ;;; – μεταγραφών του Ρεκόμπα και του Εστογιάνοφ) και όχι τον προπονητή. Για τον Ολυμπιακό, ειδικά στη φάση ανασυγκρότησης που βρίσκεται, ο Λίνεν φάνταζε σαν ιδανική επιλογή. Αρκεί φυσικά να του παρεχόταν η απολύτως αναγκαία πίστωση χρόνου και εμπιστοσύνη. Πώς να πεις όμως «κάντε υπομονή, η φετινή χρονιά είναι χαμένη από άποψη τίτλων, χτίζουμε τη μεγάλη ομάδα του μέλλοντος» κ.λπ.; Όχι μόνο λόγω γενικότερης και διαχρονικής ψύχωσης των περισσότερων οπαδών με τους εγχώριους τίτλους, αλλά και λόγω της παρουσίας νέου ιδιοκτήτη-προέδρου, ο οποίος θέλει άμεσα αποτελέσματα ήδη από την αρχή της βασιλείας του. Άλλωστε, ο νέος ιδιοκτήτης δεν πολυγούσταρε την επιλογή Λίνεν, δεν του φαινόταν αρκούντως γκλαμουριάρικη. Η αλήθεια είναι ότι η σχέση Λίνεν-Ολυμπιακού «έπρεπε» μάλλον να τελειώσει την επομένη της αλλαγής του ιδοκτησιακού καθεστώτος του ΟΣΦΠ, όταν δεν επετράπη στον Λίνεν το ελάχιστο προνόμιο να έχει βοηθό δικής του επιλογής και του επιβλήθηκε η λύση… Μπάντοβιτς. Προφανώς ο Λίνεν είχε τόσο μεγάλη ανάγκη (από άποψη φιλοδοξιών) να δουλέψει σε ομάδα του βεληνεκούς του Ολυμπιακού (κι όχι στη Β΄ Γερμανίας) που δέχτηκε να κάνει πολύ μεγάλες εκπτώσεις. Αναρωτιέμαι, αν εκείνη την ώρα, ως έξυπνος άνθρωπος, συνειδητοποιούσε ότι απλώς του παρεχόταν αναστολή εκτέλεσης μιας προαποφασισμένης ποινής.    

Τυπικά, ο Λίνεν απολύθηκε γιατί απέτυχε να αποκλείσει τη Μακάμπι Τελ Αβίβ. Μάλιστα! Μπήκε κανείς στον κόπο να εξηγήσει γιατί ο αποκλεισμός πρέπει να καταλογιστεί στον προπονητή και γιατί αποτελεί απροσδόκητη αποτυχία στη δεδομένη συγκυρία και χρονική στιγμή; Με τον ΟΣΦΠ να αποτελεί εργοτάξιο με παίχτες να έρχονται και να ενσωματώνονται στην ομάδα κάθε δυο και τρεις; Με παίχτες που επιλέγονται από τη διοίκηση κατόπιν των προτάσεων μάνατζερ (στη λογική έχω και κάτι πιό ακριβό πρόεδρε να στο δείξω; λες κι αγοράζει κανείς κοστουμάκι); Με έμψυχο δυναμικό ελλιπές ακόμη και ποσοτικά, αφού η συμπλήρωση 18άδας απαιτούσε επιστράτευση ελπίδων και εφήβων; Ή, μήπως, λόγω της στήριξης της οποίας έτυχε ο Λίνεν λ.χ. από τα ΜΜΕ; Εδώ μετά το πρώτο ματς με τη Μακάμπι μόνο που δεν τον κατασπάραξαν. Και, τέλος, η αντίπαλος του ΟΣΦΠ αμελητέα ποσότητα δεν ήταν. Καταρχήν ήταν πραγματική ομάδα κι όχι κάτι υπό κατασκευή. Φιλόδοξη και ικανή είναι, διαθέτει δε την πάγια αρετή των ισραηλινών ομάδων, δηλ. ποδοσφαιριστές με υψηλό επίπεδο τεχνικής κατάρτισης. Εξάλλου, αρκετοί από τους ποδοσφαιριστές της είναι μια χαρά παίχτες, για παράδειγμα το επιθετικό δίδυμο Ρομπέρτο Νταμιάν Κολάουττι και Μπαράκ Γιτζάκι. Και μη ξεχνάμε ότι αν το δοκάρι στο 45΄ του αγώνα στο Καραϊσκάκη γινόταν γκολ ή αν δεν υπήρχε η αυστηρή αποβολή, τότε η πρόκριση θα είχε τελειώσει υπέρ της Μακάμπι από το πρώτο παιχνίδι. Με δυο λόγια: με τα δεδομένα της συγκεκριμένης χρονικής στιγμής ο αποκλεισμός του ΟΣΦΠ ήταν ευθύς εξαρχής πιθανότερος από την πρόκρισή του. 

Θα λύσει όλα τα προβλήματα η επιστροφή Βαλβέρδε; Προφανώς και όχι. Ο Βαλβέρδε είναι καλός, όχι μεγάλος προπονητής και σίγουρα όχι θαυματουργός. Μυθοποιήθηκε από τον κόσμο του ΟΣΦΠ γιατί η παραμονή του στην ομάδα συνδυάστηκε με το τελευταίο νταμπλ. Ξεχάστηκε έτσι η (απείρως μεγαλύτερη από το κάζο Μακάμπι) αποτυχία με την Ανόρθωση, όπως και η κάτω του μετρίου παρουσία του πέρσυ στη Βιγιαρεάλ. Μένει να δούμε ποιό ακριβώς θα είναι το ρόστερ της ομάδας, αλλά για κάτι τέτοιο θα πρέπει να περιμένουμε ως το τέλος του μήνα. Κατά την ταπεινή γνώμη μου το καλύτερο θα είναι στον Πειραιά να ξεχάσουν την παρούσα αγωνιστική περίοδο και να δουλέψουν ήρεμα για το μέλλον: είναι ο μόνος τρόπος για να έχουν ελπίδες να τους χαμογελάσει γρήγορα η τύχη (ακόμη και φέτος, αν ο αιώνιός τους παρουσιάσει προβλήματα). Γίνεται αυτό όμως (η υπομονή στο λιμάνι εννοώ); 

Και δυο λόγια για τις ως τώρα μεταγραφές: αν ήμουν Ολυμπιακός θα πανηγύριζα για τον Ρόμμενταλ (για τον οποίο είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα προσαρμοστεί γρήγορα και θα αποδώσει σε υψηλό επίπεδο) και θα προσευχόμουν ο Ιμπαγάσα να έχει ακόμη βενζίνη στο ρεζερβουάρ του. Πάντως, δεν θα άρχιζα τα διθυραμβικά για τον Ριέρα (εκτός κι αν ήμουν οπαδός ή, ακόμη καλύτερα, μέτοχος της Λίβερπουλ), για τον απλό λόγο ότι πραγματική μπάλα έχει να παίξει από τότε που ήταν στην Εσπανιόλ. Για τα υπόλοιπα, υπομονή. Αυτή είναι η λέξη κλειδί.

Νέος πρόεδρος και μεταγραφές: Πάμε τώρα στην ομάδα μου. Πριν ένα περίπου μήνα, όταν ανακοινώθηκε η επιλογή του Τζίγγερ για τη θέση του προέδρου του Παναθηναϊκου, ήταν πραγματικά η καλύτερη όσων έχουν ιστολόγιο και είναι αριστεροί και/ή ολυμπιακοί ως προς τα οπαδικά τους αισθήματα (πολύς και καλός κόσμος δηλαδή). Διάβασα δεκάδες ποστ για την επιλογή Ν. Κωνσταντόπουλου και εκτός ελαχίστων (σε παναθηναϊκά οπαδικά ιστολόγια) ήταν όλα τους επικριτικά. Εν προκειμένω δεν θα ασχοληθώ με το πολιτικό σκέλος της υπόθεσης (για το αν υπάρχει «προδοσία» των ιδεών της Αριστεράς ή για το αν η επιλογή είναι ηθική ή εύστοχη για τον ίδιο τον νέο πρόεδρο ή για οτιδήποτε άλλο). Θα πω ότι, από καθαρά ποδοσφαιρική άποψη, βρίσκω την επιλογή Γ. Βαρδινογιάννη τουλάχιστον ενδιαφέρουσα. Από άποψη Παναθηναϊκού ή και γενικά ελληνικού ποδοσφαίρου, νομίζω ότι η επιλογή Ν. Κωνσταντόπουλου μπορεί να είναι και ευεργετική (και πάντως δεν βλέπω τί κακό μπορεί να κάνει). Δηλαδή αν επιλεγόταν κάποιος από τους αδελφούς Μητρόπουλους (τους ποδοσφαιροπαράγοντες εννοώ, όχι τους εργατικολόγους) η λύση θα κρινόταν φυσιολογική; Γιατί κρίνεται φυσιολογική και δεν προκαλεί αντιδράσεις η επιλογή της παράταξης Βγενό-Πατέρα να υποστηριχθεί για την προεδρία της Σούπερ Λίγκας ο άνθρωπος που ως πρόεδρος της ΕΠΑΕ ευλόγησε τα αίσχη της Ρυζούπολης; 

Όπως αντιλαμβάνεστε το πρόβλημα του Παναθηναϊκού είναι πάντα η παραφιλολογία περί τα διοικητικά. Όσον αφορά την εκ μέρους της οικογένειας Βαρδινογιάννη διοίκηση της ομάδας μπορεί βεβαίως να ασκηθεί δριμεία κριτική και μάλιστα για αρκετές επιλογές. Αδιαφορία πάντως δεν μπορεί να προσαφθεί. Και για να το πω απλά δεν καταλαβαίνω γιατί η αντίπαλη παράταξη χαίρει τέτοιας ασυλίας. Έχει αποδείξει ήδη επιτυχή διοίκηση υπεράνω κάθε κριτικής; Έχει προσφέρει αγνά και άδολα στην ομάδα; Για κάθε Μάρκο Βίλλα του Τζίγγερ υπάρχουν οι μεταγραφές δώρα (;) των Μελίσση, Κλέυτον και Χριστοδουλόπουλου. Όχι ακριβώς αυτό που άλλαξε τη μοίρα της ομάδας. Έπειτα, καλή ήταν η παναθηναϊκοφροσύνη όταν έπρεπε να πετύχει το ντηλ της Ολυμπιακής ή να χτιστεί το προφίλ του πετυχημένου επιχειρηματία με πολιτικές φιλοδοξίες, Ουσιαστική προσφορά έχουμε δεί; Μπορούμε να περιμένουμε;

Επί της ποδοσφαιρικής ουσίας τώρα, ο ΠΑΟ ξεκινά φέτος ως μεγάλο φαβορί για μερικούς απλούς λόγους. Έχει ήδη μια δεμένη ομάδα. Οι μεταγραφικές προσθήκες ήταν κατά τα φαινόμενα εύστοχες: μπορεί για τις εμφανίσεις του στο Μουντιάλ να έσυρα του Γκοβού τα μύρια όσα, αλλά ως μεταγραφή στο ελληνικό πρωτάθλημα είναι απλά πολύ σπουδαία (λαμβανομένων υπόψη του παλμαρές, των παραστάσεων και της εμπερίας του ποδοσφαιριστή). Mutatis mutandis, τα αυτά ισχύουν και για τον Μπουμσόνγκ. Βεβαίως, στην Ελλάδα παρουσιάστηκε ήδη σαν αποτυχημένος γκαφατζής. Μόνο που το να εμφανίζεις έτσι ένα παίχτη με τη σταδιοδρομία του Μπουμσόνγκ ενώ μιλάμε για μια χώρα όπου δοξάστηκαν μετριότητες και παγκοσμίως άγνωστοι συνιστά όπως και να το κάνουμε ανορθογραφία.

O  ΠΑΟ έδωσε πολύ καλά δείγματα στους αγώνες προετοιμασίας. Όσο κι αν τα φιλικά δεν λένε πάντα την αλήθεια, το να αντιμετωπίζεις στα ίσα τις δύο ομάδες του Μιλάνου είναι σημαντικό (βέβαια, η εσωτερική αντιπολίτευση βρήκε ήδη νέο τροπάρι το οποίο αναπαράγεται δεξιά κι αριστερά: η ομάδα φορμαρίστηκε σε λάθος χρόνο και θα καεί μέχρι τον Δεκέμβρη. Τελικά είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα 😉 ). Αν θέλετε την άποψή μου δύο ερωτηματικά μπορούν να διατυπωθούν για τον φετινό ΠΑΟ: 1. θα επιδείξει η ομάδα καθ’ όλη τη διάρκεια της σεζόν τα υψηλά στάνταρ φυσικής κατάστασης που είχε όταν προετοιμαζόταν από το ολλανδικό τημ; 2. Σε περίπτωση πρόσκαιρων ανεπιτυχών αποτελεσμάτων θα διατηρηθεί σε διοικητικό επίπεδο ένα ελάχιστο ομόνοιας ώστε να μην επιδεινωθεί η κατάσταση; Και, ναι, χρειάζεται ακόμη ένας επιθετικός, κατά προτίμηση κάτι καλύτερο από τους διάφορους Μααζού, ειδάλλως γιατί αφήσαμε τον κακομοίρη τον Ρουκάβινα;     

Ιστορίες ενωσίτικης τρέλας: Μεταγραφικά δεν έκανε σπουδαίες προσθήκες (με την εξαίρεση του Μπούμπα Ντιοπ, που μένει όμως να εξακριβώσουμε σε ποιά ακριβώς κατάσταση βρίσκεται. Τουλάχιστον δεν έχασε παίχτες από τους βασικούς (πλην του Αραούχο, αν δεν λυθεί υπέρ της το μπέρδεμα). Ένα δεμένο σύνολο το έχει. Ικανό προπονητή έχει. Κι επιτέλους ελπίδες για μια στοιχειώδη διοικητική σταθερότητα. Στα φιλικά της στην Αυστραλία έδειξε μια αρκετά συμπαθητική εικόνα που αφήνει ελπίδες για καλύτερο μέλλον. Παρόλα αυτά, το θέμα συζήτησης είναι τα αίσχη κάποιων οπαδών (;) της σε βάρος του Μπάγεβιτς το προηγούμενο Σάββατο στην Καλλιθέα. Λυπάμαι, αλλά δεν αντέχω να πορσπαθήσω να εξηγήσω λογικά τη στάση αυτών των «λουλουδιών». Από κάθε άποψη μου φαίνεται ακατανόητη, παράλογη, καταδικαστέα. 

Ο ΠΑΟΚ κι η χαμένη ευκαιρία: Ας τελειώσουμε ποδοσφαιρικά. Για το ελληνικό ποδόσφαιρο, τα σημαντικότερα παιχνίδια μέχρι τώρα ήταν φυσικά αυτά των προκριματικών του Τσάμπιονς Ληγκ μεταξύ του Άγιαξ και του ΠΑΟΚ. Νομίζω ότι κρίνοντας συνολικά τις αναμετρήσεις μπορούμε να πούμε ότι προκρίθηκε στο τέλος η καλύτερη ομάδα. Ωστόσο στον ΠΑΟΚ πρέπει να έχουν πολλές τύψεις, γιατί διόλου δεν τους έλειψαν οι ευκαιρίες να είναι η πιο επιδέξια ομάδα που θα έπαιρνε τελικά την πρόκριση. Στον αγώνα του Άμστερνταμ, ο Άγιαξ ήταν συντριπτικά καλύτερος στο α΄ μέρος: αν κέρδιζε με 3-0 δεν θα ήταν άδικο, γιατί ο Σουάρες έκανε ότι ήθελε, ενώ ο ΠΑΟΚ παρέπαιε (με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα ίσως τον Γκαρσία), δείχνοντας ότι πράγματι ήταν ομάδα που είχε απολύσει τον προπονητή της μερικές ημέρες πριν. Στο β΄ μέρος ο Άγιαξ έδειξε κουρασμένος, έβγαλε τα προβλήματα συνοχής του στην επιφάνεια, ο ΠΑΟΚ βελτιώθηκε και κατάφερε να φύγει από την Ολλανδία με ένα σχεδόν τέλειο αποτέλεσμα, κάπως τυχερό, αλλά πάντως όχι και προϊόν κλοπής. 

Στον δεύτερο αγώνα, τα πρώτα 45΄ έδειχναν ότι ο ΠΑΟΚ διαχειριζόταν έξυπνα την κατάσταση. Και ξεπέρασε δίχως απώλειες το αρχικό ξέσπασμα των Ολλανδών και πέτυχε να σκοράρει με τον Βιεϊρίνια. Μόνο που τα πρώτα 10΄ του δευτέρου ημιχρόνου γύρισαν τα πάντα ανάποδα: τρομακτική εμφάνιση του Σουάρες (με βοήθειες από Εμάνουελσον και Ντε Γιονκ), αμυντικό ναυάγιο (συνολικά) του ΠΑΟΚ, μια «μικρή» βοήθεια από τον Κρέσις και μέσα σε 7΄ το σκορ είχε πάει στο 1-3. Στα συν των Θεσσαλονικιών ότι αντέδρασαν γρήγορα. Ίσως αν δεν περίμεναν το τελευταίο δεκάλεπτο για την τελική αντεπίθεση και τα έδιναν όλα για να ισοφαρίσουν πιο νωρίς να είχαν καθαρίσει την πρόκριση απολύτως επικά. Ή ίσως αν ο Ίβιτς σκόραρε με το πέναλτυ. Ή αν ο Σαλπιγγίδης δεν έχανε το τετ-α-τετ με τον Στεκέλενμπυρχ… Το βλέπουμε, παραθέτοντας μόνο τα πιο στοιχειώδη του αγώνα, ότι ο ΠΑΟΚ είχε πολλές ευκαιρίες να προκριθεί. Έστω κι έτσι, έδειξε αρκετά στοιχεία που θα πρέπει να ικανοποίησαν τους φίλους του. Και φυσικά μπορεί κι αυτός να παραμιλά για το αναμορφωμένο σύστημα προκριματικών του Τσάμπιονς Ληγκ που ουσιαστικά καταδικάζει σε αποκλεισμό τις δευτεραθλήτριες χωρών όπως η Ελλάδα, κατά μείζονα λόγο όταν η εκάστοτε ομάδα δεν είναι καν στους ισχυρούς.

Οι όμιλοι: Α΄

Μετά τις γενικές προβλέψεις και τα παράξενα, καιρός είναι να ρίξουμε και μια ματιά στους ομίλους του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Ν. Αφρικής.

Ο πρώτος όμιλος, είναι πιθανότατα ο πιο δύσκολος, ο πιο αμφίρροπος από τους οχτώ της πρώτης φάσης. Έχει φαβορί, αλλά το συνοδεύουν πολλές αμφιβολίες. Κι έπειτα δύσκολα μπορεί να στοιχηματίσει κάποιος ότι η μία ή η άλλη ομάδα που συμμετέχει σ’ αυτόν πρόκειται να αποκλειστεί. Βλέπετε, η πιο αδύναμη εθνική του ομίλου τυγχάνει να είναι και η οικοδέσποινα της διοργάνωσης, κι αυτό περιπλέκει τα πράγματα.

α΄. Το φαβορί, είναι η Γαλλία. Μπορούν, όμως, να διατυπωθούν πολλές επιφυλάξεις, τόσο για τις πραγματικές δυνατότητές της, όσο, κυρίως, για τη φόρμα της τη δεδομένη χρονική στιγμή. Μικρή (για τα ρογήρεια δεδομένα) παρένθεση: στην Ελλάδα ζούμε πάντα με την εντύπωση ότι τα καλύτερα ποδοσφαιρικά φυτώρια τα διαθέτει η Ολλανδία. Ίσως είναι η ανάμνηση της μεγάλης ομάδας της δεκαετίας του ’70, ίσως οι εντυπώσεις που άφησε ο σπουδαίος Άγιαξ του Φαν Χάαλ στα μέσα της δεκαετίας του ’90. Αυτή η εντύπωση δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Εδώ και τρεις δεκαετίες, το πιο οργανωμένο και μεθοδικό σύστημα κατάρτισης νεαρών ποδοσφαιριστών είναι το γαλλικό. Κάποια άλλη στιγμή ίσως μπορέσουμε να μιλήσουμε για την εκπληκτική γαλλική οργάνωση, για τα κέντρα ποδοσφαιρικής κατάρτισης που περιλαμβάνουν απαραιτήτως και αθλητικά σχολεία, για τηνπαράδοση που έχουν χτίσει σύλλογοι όπως η Ωσέρ, η Ναντ ή ακόμη και η πλούσια Λυών. Για τις αλλεπάλληλες διαδικασίες επιλογής, έτσι ώστε μετά τα 18 να συνεχίζουν μόνον οι νεαροί ποδοσφαιριστές που έχουν βάσιμες ελπίδες να ακολουθήσουν επαγγελματική σταδιοδρομία. Για το γεγονός ότι ο μέσος γαλλικός σύλλογος Α΄ Εθνικής έχει στη βασική του ενδεκάδα πέντε τουλάχιστον παίκτες που έχει καταρτίσει ο ίδιος (δεν μπορεί να επιβιώσει αλλιώς: η υψηλή φορολόγηση των εσόδων των γαλλικών ΠΑΕ και των αμοιβών των ποδοσφαιριστών δεν επιτρέπει πολλές και ακριβές μεταγραφές). Εντούτοις, το πλέον άρτιο σύστημα κατάρτισης δεν διασφαλίζει και την επιτυχία σε ένα ΠΚ, γιατί αυτή προϋποθέτει και την ύπαρξη κάμποσων χαρισματικών παικτών που θα σηκώσουν την ομάδα σε μια μεγάλη διοργάνωση. Ακόμη και η γαλλική μηχανή δεν μπορεί να αναδεικνύει ένα Ζιντάν τον χρόνο. Επιπλέον, οι γαλλικοί σύλλογοι υφίστανται τις επιπτώσεις του οργανωμένου πλιάτσικου ταλέντων στο οποίο επιδίδονται οι πλουσιότεροι σύλλογοι (κατά βάση οι αγγλικοί), που αποσπούν παίκτες 15 και 16 ετών ελπίζοντας να τους δουν να εξελίσσονται σε σπουδαίους επαγγελματίες, Δεν χρειάζεται να πούμε ότι αυτό δεν συμβαίνει παρά πολύ σπάνια.  

Έπειτα, οι συγκυρίες δεν είναι επί του παρόντος πολύ ευνοϊκές για τους τρικολόρ. Η εθνική Γαλλίας διαθέτει τον πιο σπαστικό προπονητή: ο Ρεϋμόν Ντομνέκ είναι ο άνθρωπος που συνήθιζε να φτιάχνει τη σύνθεση της εθνικής με βάση το ωροσκόπιο των παικτών του (εσχάτως ισχυρίζεται ότι έχει εγκαταλείψει το πάθος του για την αστρολογία), αυτός που μετά την άθλια πορεία και τον αποκλεισμό της Γαλλίας από το Ευρωπαϊκό του 2008 δεν βρήκε καμία δικαιολογία, αλλά προτίμησε να κάνει δημόσια πρόταση γάμου στην από πολλών ετών σύντροφο και μάνα των παιδιών του, την Εστέλλ Ντενί (εννοείται ότι η κοπέλλα δέχτηκε την πρόταση). Οι χαοτικές επιλογές του Ντομνέκ δεν είναι άσχετες με τις μεγάλες δυσκολίες που αντιμετωπίζει η Γαλλία στα προκριματικά κάθε διοργάνωσης: προκρίνεται, αλλά διά πυρός και σιδήρου, περνώντας συνήθως από μπαράζ (για το ΠΚ χρειάστηκε να αποκλείσει σε μπαράζ την Ιρλανδία, χάρη κυρίως στο γκολ που προήλθε από τη χερούκλα του Ανρύ). Η Γαλλία έχει καλό υλικό (όλοι οι παίκτες της είναι πολύ καλοί), αλλά δεν έχει τις μεγάλες προσωπικότητες του παρελθόντος και αυτό μπορεί να της στοιχίσει. Αν ήταν φιναλίστ το 2006 (χάρη στο μεγαλειώδες μουντιάλ του Ζιντάν), στο Ευρωπαϊκό της Αυστρίας-Ελβετίας απογοήτεψε αποκλειόμενη (σε ένα πολύ δύσκολο, είναι η αλήθεια, όμιλο) από τον πρώτο γύρο. Επίσης. ο Ντομνέκ έκρινε καλό να αποκλείσει από την αποστολή τους τρεις πιο ταλαντούχους παίκτες του γαλλικού ποδοσφαίρου, δηλ. τους βορειοαφρικάνικης καταγωγής Καρίμ Μπενζεμά, Χατέμ Μπεν Αρφά και Σαμίρ Νασρί. Είναι αλήθεια ότι και οι τρεις δεν ήταν στην καλύτερη κατάστασή τους: ο πολυδιαφημισμένος (και υπερτιμημένος) Μπενζεμά συνάντησε μεγάλες δυσκολίες στην προσαρμογή του στη Ρεάλ Μαδρίτης, ο Μπεν Αρφά είναι ο πιο ταλαντούχος, αλλά έχει τόσο πυροβολημένο μυαλό που είναι τσακωμένος και με τον εαυτό του, ενώ η χρονιά του Νασρί στην Άρσεναλ πήγε πίσω λόγω σοβαρών τραυματισμών.

Τί μπορεί να βοηθήσει τη Γαλλία να πάει πραγματικά καλά; Ίσως κάποιοι παίκτες με δυνατότητες που θέλουν να πάρουν εκδίκηση από τις ατυχίες του παρελθόντος. Είτε το πιστεύετε είτε όχι, ο Νικολά Ανελκά ετοιμάζεται να αγωνιστεί για πρώτη φορά σε τελικά ΠΚ! Υπήρξε το τεράστιο ταλέντο στα χρόνια της Άρσεναλ και της Ρεάλ, που η ανωριμότητά του του στέρησε την πραγματική καταξίωση. Πιστεύω ότι την προσωπικότητά του τη διαμόρφωσε στα δύσκολα χρόνια, όταν εγκατέλειψε τα μεγάλα πρωταθλήματα για να παίξει στη Φενέρμπαχτσέ. Μετά το πέρασμά του από την Τουρκία, ο Ανελκά είναι άλλος άνθρωπος, πολύ πιο ώριμος στη συμπεριφορά και στο παιχνίδι του. Ο τρόπος με τον οποίο μονιμοποιήθηκε ως βασικός στην Τσέλσι είναι ενδεικτικός της αλλαγής. Έχει μπροστά του την ευκαιρία να δείξει ότι είναι ο άνθρωπος που μπορεί να αλλάξει προς το καλύτερο την τύχη της εθνικής ομάδας του. Στο μεταξύ, ενώ ο Ντομνέκ περιμένει ματαίως τη νεκρανάσταση του πρώην ποδοσφαιριστή Τιερύ Ανρύ και πειραματίζεται εναλλακτικά με τον περιορισμένων δυνατοτήτων Ζινιάκ, ο μόνος – πλην Ανελκά – που μπορεί να βγάλει τη Γαλλία από το επιθετικό αδιέξοδο είναι ο δικός μας Τζιμπρίλ Σισσέ. Κι ο Σισσέ χρωστά μια εκδίκηση: το 2002 έπαιξε νεότατος στο ΠΚ (όταν η Γαλλία, μολονότι κάτοχος του τροπαίου, αποκλείστηκε από τον πρώτο γύρο). Το 2004 δεν μπόρεσε να παίξει στο Ευρωπαϊκό της Πορτογαλίας, γιατί τιμωρήθηκε με βαριά ποινή μετά την αποβολή του σε ματς της εθνικής ελπίδων. Το 2006 χάνει το γερμανικό μουντιάλ, καθώς τραυματίζεται σοβαρότατα σε ένα φιλικό της Γαλλίας με την Κίνα. Το 2008 αποκλείστηκε τελευταία στιγμή από την αποστολή της Γαλλίας για το Ευρωπαϊκό. Όταν μεταγράφηκε στον Παναθηναϊκό, οι συμπατριώτες του θεώρησαν ότι προετοιμάζει τη σύνταξή του κι ότι το κεφάλαιο εθνική έχει κλείσει οριστικά γι’ αυτόν. Ο Σισσέ απέδειξε ότι όλα αυτά δεν είχαν βάση: είχε τη θέληση και τη επιμονή να πετύχει και τη σεζόν του στον ΠΑΟ και την επιστροφή του στην εθνική. Είναι ίσως ο παίκτης που θέλει περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο να παίξει και να τα πάει καλά. Πρέπει, όμως, να το καταλάβει κι ο προπονητής του.  

β΄. Το Μεξικό είναι η ομάδα με τις μεγαλύτερες δυνατότητες, μετά τους Γάλλους, στον δύσκολο αυτό όμιλο. Μέχρι το 1994 η ομάδα του Μεξικού είχε να επιδείξει δύο προημιτελικούς ΠΚ (1970, 1986), αυτό όμως δεν ήταν ένδεικτικό των πραγματικών δυνατοτήτων του, μια και τις δύο φορές ήταν η διοργανώτρια χώρα της τελικής φάσης. Σε όλες τις υπόλοιπες συμμετοχές σε τελική φάση (πολλές, καθώς προκρινόταν εύκολα από την αδύναμη τότε ζώνη Βόρειας και Κεντρικής Αμερικής) αποτελούσε απλώς τον σάκο του μποξ για να ρίχνουν πεντάρες οι μεγάλοι της διοργάνωσης. Όλα αυτά αλλάζουν στη δεκαετία του ’90. Το Μεξικό διαθέτει το πλέον εύρωστο (οικονομικά) πρωτάθλημα της Αμερικής, αναδεικνύει ταλέντα και προσελκύει καλούς Αργεντίνους, Βραζιλιάνους και Ουρουγουανούς που δεν κατάφεραν (ή δεν είχαν την ευκαιρία) να πετύχουν στην Ευρώπη ή μεγάλωσαν σε ηλικία για να συνεχίσουν εκεί. Στις τέσσερις τελευταίες διοργανώσεις το Μεξικό παίζει τεχνικό και θεαματικό ποδόσφαιρο που χαίρεσαι να παρακολουθείς. Και προκρίνεται πάντα στη φάση των 16, όπου όμως αποτυγχάνει:  το ’94 χάνει στα πέναλτυ από τους μετέπειτα ντεμιφιναλίστ Βούλγαρους των Στόϊτσκοφ, Λέτσκοφ και Κοσταντίνοφ, το ’98 χάνει 1-2 από τους Γερμανούς, παρότι είχε κυριαρχήσει στον αγώνα και είχε ανοίξει το σκορ με τον σπουδαίο σέντερ φορ του, τον Λουίς Ερνάντες. Το 2002 στην Κορέα, το έπιασαν οι κομπλεξισμοί απέναντι στη γειτονική υπερδύναμη (Μεξικό-ΗΠΑ 0-2), ενώ το 2006 έπεσε πάνω στην Αργεντινή και την γκολάρα του Μάξι Ροντρίγκες στη παράταση.

Μπορεί φέτος να κάνει ένα βήμα παραπέρα; Το υλικό του δεν μοιάζει καλύτερο από άλλες εποχές, αλλά πάλι δεν γνωρίζουμε καλά τα αστέρια του τοπικού πρωταθλήματος. Λένε ότι το νέο μεγάλο ταλέντο είναι ο 22άχρονος φορ Χαβιέ Ερνάντες που αγωνίζεται στην Τσίβας της Γουαδαλαχάρα. Ο έμπειρος Ραφαέλ Μάρκες θα ηγηθεί πάλι της άμυνας, ενώ στην αποστολή συμπεριλήφθηκε και η μεγάλη μου συμπάθεια, ο θρυλικός και παμμέγιστος Κουαουτέμοκ Μπλάνκο, έστω και σαν χρυσή εφεδρεία τώρα πια στα 37 του. Καλό προπονητή έχει το Μεξικό: μετά τους πειραματισμούς του Σ. Γ. Έρικσσον που λίγο έλειψε να θέσουν σε κίνδυνο την πρόκριση του Μεξικού στα τελικά, η ποδοσφαιρική ομοσπονδία ανέθεσε την ομάδα στον πρώην προπονητή της Αθλέτικο Μαδρίτης, τον Χαβιέ Αγκίρρε. Ο Αγκίρρε, που δεν συνάντησε δυσκολίες στην αποστολή του να οδηγήσει το Μεξικό στην πρόκριση, ήταν ο αρχηγός της εθνικής Μεξικού στο Μουντιάλ του ’86 (κι ένας από αυτούς που έχασαν πέναλτυ στον άτυχο προημιτελικό με τους Γερμανούς). Τέλος, το Μεξικό είναι σε εξαιρετική κατάσταση: την περασμένη εβδομάδα νίκησε τους Ιταλούς σε φιλικό. Έχει όλες τις δυνατότητες να πάει πολύ καλά στη διοργάνωση. Το πρόβλημά του είναι πως η ομάδα δεν είναι παντός καιρού. Δεν έχει τη νοοτροπία της μεγάλης ομάδας που θα τα καταφέρει όταν όλα της πάνε στραβά. Ποιός ξέρει, όμως, ίσως ήρθε η ώρα να την αποκτήσει στην πορεία.        

γ΄. Για την Ουρουγουάη, τα είπαμε σύντομα και σε προηγούμενο ποστ. Δύο φορές τροπαιούχος σε εποχές που το ποδόσφαιρο ήταν διαφορετικό (’30 και ’50), με ποδοσφαιρικά χαρακτηριστικά παρόμοια με αυτά της Αργεντινής (άλλωστε η πληθυσμιακή σύνθεση των δύο χωρών είναι πολύ κοντινή), αλλά με τους ανυπέρβλητους περιορισμούς που θέτει ο πολύ μικρός πληθυσμός της χώρας. Από 3,5 εκ. κατοίκους μπορεί να αναδειχθεί ένας Φραντσέσκολι, ένας Ρεκόμπα ή, τώρα, ένας Φορλάν, αλλά όχι κι έντεκα παίκτες πρώτης γραμμής που θα κατακτήσουν κι άλλα ΠΚ. Η Ουρουγουάη διεκδίκησε μέχρι την ύστατη ώρα την 4η και τελευταία θέση που έδινε απευθείας πρόκριση στον όμιλο της Νότιας Αμερικής: την έχασε στο τελευταίο ματς με την ήττα από τους Αργεντίνους στο Μοντεβίδεο και χρειάστηκε να δώσει μπαράζ με την Κόστα Ρίκα (4η της ζώνης Βόρειας και Κεντρικής  Αμερικής) για να προκριθεί.

Η σελέστε είναι μια σκληροτράχηλη ομάδα που θα πουλήσει ακριβά το τομάρι της και θα διεκδικήσει κάθε πιθανότητα πρόκρισης στη φάση των 16. Παρά τα στερεότυπα, η άμυνα δεν είναι απαραίτητα το ατού της (στα προκριματικά εισέπραξε μια ξεγυρισμένη τεσσάρα από τους Βραζιλιάνους μέσα στο Μοντεβίδεο). Στη σύνθεσή της ξεχωρίζουμε τον αμυντικό Ντιέγκο Λουγκάνο της Φενέρμπαχτσέ, τον μέσο Μάξι Περέϊρα της Μπενφίκα, και τους επιθετικούς της ομάδας Έντισον Καβάνι (της Παλέρμο), Λουίς Σουάρες (του Άγιαξ, με 35 γκολ στο φετινό ολλανδικό πρωτάθλημα) και, φυσικά, τον σπουδαίο Ντιέγο Φορλάν, σκόρερ και των δύο τερμάτων της Αθλέτικο Μαδρίτης στον πρόσφατο τελικό του Ουέφα (με αναπληρωματικό του τον γνώριμό μας Σεμπαστιάν «Λόκο» Αμπρέου που ξεκίνησε τη σεζόν στον Άρη).

δ΄. Και για τη Νότια Αφρική είπαμε: πρόκειται για την πιο αδύναμη ποδοσφαιρικά οικοδέσποινα από καταβολής ΠΚ, την πρώτη διοργανώτρια χώρα που κινδυνεύει να αποκλειστεί από τον πρώτο γύρο. Κι όμως, στα μέσα της δεκαετίας του ’90 και μετά την κατάργηση του άπαρτχάιντ (το ποδόσφαιρο στη Ν. Αφρική είναι σπορ κυρίως των ιθαγενών κι όχι των λευκών αποίκων που προτιμούν το ράγκμπυ), οι «Μπαφάνα Μπαφάνα» φάνταζαν σαν ομάδα που είχε τις δυνατότητες να γίνει η πρώτη δύναμη στην Αφρική. Το ’96, η Ν. Αφρική κέρδισε το Κύπελλο Εθνών Αφρικής που διοργάνωσε. Το ’98 και το 2002, αν και δεν κατάφερε να περάσει στους 16, είχε αξιοπρεπέστατη παρουσία στα τελικά. Μετά από αυτό, αρχίζει η κάθοδος: η έλλειψη οργάνωσης και υποδομών, η γενικευμένη διαφθορά σε ομοσπονδία και συλλόγους, η αδυναμία ανάδειξης ταλέντων οδηγούν τη Ν. Αφρική όλο και πιο χαμηλά. Αποκλεισμός από το ΠΚ της Γερμανίας, αποκλεισμός κι από τα τελικά του τελευταίου Κυπέλλου Εθνών Αφρικής. Αν έπρεπε να υποστεί τη διαδικασία των προκριματικών, η ομάδα μάλλον δεν θα περνούσε στην τελική φάση. Λίγοι είναι οι παίκτες πρώτης γραμμής που διαθέτει στις τάξεις τους: πρώτα ο μέσος της Έβερτον Στήβεν Πίνααρ, κι έπειτα ο Μακμπέθ Σιμπάγια της πρωταθλήτριας Ρωσίας Ρούμπιν Καζάν, ίσως κι ο τριαντατριάχρονος Νομβέτε. Μην ψάχνετε να βρείτε κανένα Νασίφ Μόρρις ή Μπράις Μουν στην ομάδα: ο πρώτος έχει θέσει εαυτόν εκτός εθνικής εδώ και καιρό (ή τον έχουν θέσει), ο δεύτερος αποκλείστηκε στην τελική επιλογή. Στον πάγκο, πάντως, θα βρείτε μια γνωστή μορφή: τον 67άχρονο Βραζιλιάνο Κάρλος Αλμπέρτο Παρρέιρα, θριαμβευτή του ΠΚ των ΗΠΑ και βετεράνο των τελικών φάσεων της διοργάνωσης (εκτός από τη Βραζιλία, έχει κοουτσάρει και το Κουβέιτ, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και τη Σαουδική Αραβία). Αρκεί αυτό για μια πρόκριση στην επόμενη φάση; Πολύ δύσκολο. Όμως, ας κρατήσουμε και μια επιφύλαξη: το να αγωνίζεσαι στην έδρα σου σε μια μεγάλη διοργάνωση βοηθά να ξεπεράσεις τον εαυτό σου. Κι έπειτα η διαιτησία είναι πάντα καλή με τις διοργανώτριες. Η Ν. Αφρική, όμως, θα χρειαστεί μπόλικη βοήθεια κι από τις δυο μεριές για να καταφέρει κάτι.


Προστεθείτε στους 19 εγγεγραμμένους.

ημερολόγιο αναρτήσεων

Μαΐου 2024
Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
 12345
6789101112
13141516171819
20212223242526
2728293031  

Στατιστικά

  • 61.593 hits